Η ακρίβεια συνεχίζει να βαραίνει την καθημερινότητα των πολλών στην κοινωνία μας με συνεχείς και ανεξήγητες αυξήσεις στις τιμές των αγαθών καθημερινής χρήσης. Η ακρίβεια εντοπίζεται:
Γράφει ο βουλευτής της ΝΔ, Γιώργος Βλάχος
- Σε προϊόντα εκτός εποχής, συχνά εισαγόμενα, που όμως δεν επηρεάζουν τις καθημερινές αγορές των περισσότερων.
- Σε προϊόντα στα οποία σημειώνεται έλλειψη, συνήθως λόγω διαφόρων αιτιών, όπως καιρικές συνθήκες, που πλήττουν την αγροτική παραγωγή. Παρά την αύξηση της τιμής, ο παραγωγός εισπράττει το μικρότερο μέρος της και συχνά δεν μπορεί να καλύψει τις ζημιές του, καθώς οι μεσάζοντες καταφεύγουν σε μαζικές εισαγωγές. Αυτή η κατηγορία επηρεάζει τους πολλούς μόνο προσωρινά, καθώς η έλλειψη είναι συνήθως εποχιακή.
- Σε προϊόντα καθημερινής χρήσης, όταν η αγορά λειτουργεί ασύδοτα στο όνομα της «Ελεύθερης Αγοράς», περιμένοντας τις τιμές να καθορισθούν από την προσφορά και τη ζήτηση. Για να λειτουργεί όμως σωστά αυτό το σύστημα, απαιτούνται ενημερωμένοι καταναλωτές, ισχυρές καταναλωτικές οργανώσεις και, κυρίως, σαφείς κανόνες λειτουργίας της αγοράς, ώστε η Πολιτεία να μπορεί να ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο και να ενημερώνει τους καταναλωτές. Αυτή η κατηγορία αφορά τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, γι’ αυτό και έχει τη μεγαλύτερη σημασία και απαιτεί την άμεση παρέμβαση της Πολιτείας.
Εδώ και πολλά χρόνια όλοι μιλούν για την ακρίβεια, παραδεχόμενοι την ύπαρξή της, χωρίς όμως να λαμβάνουν ουσιαστικά μέτρα για να την περιορίσουν. Οι καταναλωτές, από την πλευρά τους, δεν έχουν περιθώρια παρέμβασης, καθώς η ζήτηση για τα βασικά αγαθά της οικογένειας είναι ανελαστική. Ωστόσο, μπορούν να δράσουν με δύο τρόπους. Πρώτον, συγκρίνοντας τις τιμές μονάδας (λίτρο, κιλό, μέτρο, τεμάχιο κ.λπ.) και επιλέγοντας το φθηνότερο προϊόν, επιβραβεύοντας έτσι την εταιρεία που το παράγει και το διακινεί. Δεύτερον, ελέγχοντας την αναγραφόμενη τιμή στις μηχανές ανάγνωσης τιμών που βρίσκονται σε διάφορα σημεία του πολυκαταστήματος, πριν φτάσουν στο ταμείο.
Όμως, αυτή που διαθέτει τη μεγάλη δύναμη είναι η Πολιτεία. Ως εκ τούτου έχει και την ευθύνη να αποδεικνύει κάθε στιγμή ότι έχει τη βούληση να στηρίξει στην πράξη τους πολλούς, δηλαδή τους ανθρώπους του καθημερινού μόχθου. Τι δεν μπορεί να κάνει; Να επιβάλει πλαφόν στις τιμές, καθώς οι παρεμβάσεις στην ελεύθερη αγορά απαγορεύονται, με εξαίρεση μικρά και συγκεκριμένα διαστήματα για τεκμηριωμένους και ξεκάθαρους λόγους.
Μπορεί όμως να θέσει σαφείς κανόνες, όπως:
- Να απαγορεύεται κάθε απευθείας αύξηση της τιμής.
- Κάθε αύξηση να αναγγέλλεται στο ΥΠΑΝ μαζί με φάκελο κοστολογικών στοιχείων που τεκμηριώνουν την προτεινόμενη αύξηση. Επίσης, θα πρέπει να κατατίθεται φάκελος τεκμηρίωσης τιμής σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ και αφορά εισαγόμενα προϊόντα. (Το μεγαλύτερο ποσοστό αγαθών διακινείται μέσα από τις ενδοομιλικές συναλλαγές). Το ΥΠΑΝ οφείλει εντός 20 ημερών να απαντήσει για την εγκυρότητα των προσκομισθέντων στοιχείων με αποδοχή της προτεινόμενης αύξησης ή απόρριψη.
- Το ΥΠΑΝ να μπορεί να ζητήσει φάκελο τεκμηρίωσης για οποιοδήποτε προϊόν ανεξάρτητα από το αίτημα αύξησης τιμής.
- Το ποσοστό κέρδους να παραμένει σταθερό για περιορισμένο διάστημα λόγω της αναστάτωσης που υπάρχει στην Ελληνική και Διεθνή αγορά (πόλεμοι, ενεργειακή κρίση).
- Για τα παραγόμενα στην Ελλάδα προϊόντα να προσκομίζεται μόνο φάκελος κοστολογικών στοιχείων.
- Η διακίνηση αγροτικών προϊόντων να γίνεται με παραστατικά που θα αναφέρουν την ποσότητα και την τιμή. Η εξόφλησή τους θα πραγματοποιείται με δίγραμμη επιταγή ή με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό.
- Να διατηρείται η απαγόρευση προσφορών σε πρόσφατα ανατιμημένα προϊόντα. Η απαγόρευση θα έχει περιορισμένο χρόνο.
- Κάθε συμφωνία μεταξύ χονδρεμπορίου και λιανεμπορίου να γνωστοποιείται στο ΥΠΑΝ.
- Κάθε προσφορά ή έκπτωση να αναγράφεται επί του τιμολογίου προκειμένου να γνωρίζει το ΥΠΑΝ την καθαρή τιμή χρέωσης.
- Με δελτία αποστολής να διακινούνται μόνο επιστροφές και ληγμένα προϊόντα.
- Σήμανση κάθε νέας συσκευασίας.
- Σήμανση τιμής μονάδας εμφανώς.
- Μηχανήματα ανάγνωσης τιμής σε διάφορα σημεία του καταστήματος (αφορά supermarket).
- Μείωση ΦΠΑ σε συγκεκριμένα προϊόντα ως έκτακτο μέτρο και για συγκεκριμένο χρόνο που μπορεί να ανανεώνεται κατευθείαν στην ταμειακή μηχανή για να φτάνει πράγματι στον καταναλωτή.
- Εξόφληση τιμολογίου ως 90 ημέρες και για νωπά προϊόντα και περιορισμένης κατανάλωση ως 30 μέρες.
Με τέτοια μέτρα, το μήνυμα δεν περιορίζεται απλά στην καταγραφή πολιτικής βούλησης, αλλά δείχνει την αποφασιστικότητα της Πολιτείας να συγκρουστεί με όσους ζουν και κερδίζουν σε βάρος των πολλών, ανακτώντας έτσι την εμπιστοσύνη τους. Τον τελευταίο καιρό, η κυβέρνηση μιλά για μια νέα αρχή ελέγχων. Μια τέτοια πρωτοβουλία, πέρα από την παραδοχή του προβλήματος, αναγνωρίζει και την αποτυχία να το αντιμετωπίσει όλα αυτά τα χρόνια, παρά τις επανειλημμένες υποσχέσεις στους καταναλωτές και τις απειλές προς κάθε είδους παραβάτες που καθιστούν τη χώρα μπανανία.
Ζητούμε από μια νέα Ανεξάρτητη Αρχή – που μάλιστα ονομάζεται «κατά της Ακρίβειας» – να πράξει όσα δεν έκανε το Υπουργείο. Αλλά τι παραπάνω θα μπορούσε να ελέγξει η Αρχή σε σχέση με το σημερινό έργο του Υπουργείου; Με εξαίρεση την απαγόρευση προσφορών μετά από ανατιμήσεις, αδυνατώ να φέρω στο μυαλό μου κάτι άλλο έστω και μεμονωμένο μέτρο, καθώς δεν υπάρχει συγκροτημένη πολιτική.
Σήμερα δεν λείπουν οι ελεγκτές – αν και σίγουρα χρειάζονται περισσότεροι – αλλά η αποφασιστικότητα. Η μεταφορά της ευθύνης σε ακόμη μια κοστοβόρα Αρχή, με τις αδυναμίες και την αναποτελεσματικότητα που έχουν δείξει πολλές θεσμοθετήσεις έως σήμερα, δεν απαλλάσσει την Κυβέρνηση από το πολιτικό κόστος και τη δυσαρέσκεια των πολιτών. Οι πολίτες ψηφίζουν Κυβέρνηση, όχι Αρχές, και από αυτήν ζητούν εξηγήσεις, αυτήν επικροτούν ή τιμωρούν.
Όσο για την αντιπολίτευση, βρίσκεται σε απόλυτη σύγχυση. Η πρότασή της περιορίζεται στη μείωση του ΦΠΑ, η οποία δεν αποτελεί ουσιαστική πολιτική για τη σωστή λειτουργία της αγοράς, αλλά ένα προσωρινό, έκτακτο μέτρο. Και μάλιστα, για να έχει πραγματικό αντίκρισμα, θα πρέπει να εφαρμοστεί με τρόπο που να διασφαλίζει ότι το όφελος φτάνει πράγματι στον καταναλωτή.
Ελπίζω ότι στο επόμενο διάστημα η Κυβέρνηση θα αναλάβει πρωτοβουλίες που θα κάνουν σαφή την πολιτική της βούληση και δεν θα υπεκφεύγει, μεταφέροντας τις ευθύνες σε «υπερκομματικούς» φορείς, που δεν αξιολογούνται και κυρίως δεν λογοδοτούν.