Αποζημίωση 4,8 εκατ. ευρώ διεκδικεί από το Δημόσιο η «Kosta Boda» για τις καταστροφές του 2012

Της Άννας Κανδύλη

6,5 χρόνια μετά την ολοσχερή καταστροφή του ιστορικού κτιρίου στην οδό Σταδίου και Χρ. Λαδά από πυρκαγιά που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια επεισοδίων τον Φεβρουάριο του 2012, εκεί όπου στεγαζόταν για 40 χρόνια το κατάστημα της «Kosta Boda», συζητήθηκε σήμερα στο Διοικητικό Πρωτοδικείο η αγωγή της εταιρείας κατά του Ελληνικού Δημοσίου, της Αστυνομίας, της Περιφέρειας, του Δήμου και της Πυροσβεστικής.

Η προσφεύγουσα ζητεί αποζημίωση 4,8 εκατ. ευρώ καθώς όπως υποστηρίζει η αδράνεια και η απουσία των οργάνων του κράτους οδήγησε στην καταστροφή με συνέπεια στη συνέχεια η εταιρεία να οδηγηθεί σε πτώχευση και να μείνουν στο δρόμο οι εργαζόμενοί της.

Όπως σημείωσαν οι νομικοί της παραστάτες, τα χρήματα που θα επιδικάσει το δικαστήριο θα διατεθούν για να καλυφθούν οφειλές στο δημόσιο και το ΙΚΑ, αλλά κυρίως οι αποζημιώσεις των εργαζομένων: «Πρόκειται για κτίριο του Ερνέστ Τσίλερ, που στέγαζε επί δεκαετίες τους ιστορικούς κινηματογράφους Αττικόν και Απόλλωνα, το πρώτο μικρό κατάστημα του Γεράσιμου Βασιλόπουλου –από όπου έχτισε μια αυτοκρατορία, την ναυαρχίδα των Studio Kosta Boda. Ένα κατάστημα που η μανία των «γνωστών – άγνωστων κουκουλοφόρων» των Αθηνών αλλά κυρίως η παντελής έλλειψη προστασίας του από πλευρά της Ελληνικής Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής το έχει καταντήσει ένα καμένο κουφάρι που παραμένει ασκεπές και μαυρισμένο εδώ και 6 ½ χρόνια. Το κατάστημα αυτό ανακαινίστηκε πρώτη φορά το 1981 εξ’ ολοκλήρου με έξοδα της εταιρείας Kosta Boda, ενώ στα εγκαίνια του τον Νοέμβριο του 1981 την κορδέλα έκοψε ο τότε Δήμαρχος της Αθήνας Δ. Μπέης. Έκτοτε συνεχείς ανακαινίσεις, επεκτάσεις και επισκευές κρατούσαν το κατάστημα και το όλο νέο κλασσικό κτίριο σε άψογη κατάσταση και δεν είναι τυχαίο που οι Σουηδοί συνεργάτες τους το ονόμαζαν το Harrods της Ελλάδας. Δυστυχώς είχε την ατυχία να βρίσκεται στην Αθήνα και όχι στο Λονδίνο. Δεκάδες υπάλληλοι έμειναν άνεργοι την επόμενη μέρα. Υπάλληλοι που δούλευαν χρόνια στο συγκεκριμένο κατάστημα – πολλοί εξ’ αυτών δεύτερη γενιά αφού οι γονείς τους δούλευαν και αυτοί για χρόνια στην εταιρεία, δεν είχαν ποτέ πρόβλημα με την μισθοδοσία τους και με τους εργοδότες τους. Περιμένουν κι αυτοί την αυριανή εξέλιξη για να δουν αν θα δικαιωθούν για την ζημιά που έπαθαν από το Ελληνικό Δημόσιο. Δυστυχώς η εταιρεία στην οποία άνηκε το συγκεκριμένο κατάστημα εξ’ αυτής της καταστροφής χρεοκόπησε ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποζημιώσει τους υπαλλήλους της. Για πολλούς χάθηκε ένα νέο κλασσικό κτίριο, για κάποιους ένα ωραίο μαγαζί, για κάποιους ένα κομμάτι της ιστορίας της Αθήνας υπάρχουν όμως και κάποιοι που έχασαν όλη τους την ζωή, τις αναμνήσεις τους, την προσωπική τους ιστορία».

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασαν στο δικαστήριο οι δικηγόροι της εταιρίας, οι κουκουλοφόροι κατάφεραν μετά από αρκετή ώρα να σπάσουν τα σιδερένια προστατευτικά και τα αλεξίσφαιρα τζάμια που υπήρχαν στο κατάστημα και να ρίξουν μέσα στο χώρο μολότοφ, οι οποίες υπολογίζονται σε πάνω από 200.

Όλο αυτό το διάστημα κανείς δεν τους εμπόδισε ενώ η Πυροσβεστική που έφθασε στο σημείο, αφού είχε καταστραφεί το κτίριο και η επιχείρηση, ασχολήθηκε με το να μην επεκταθεί η πυρκαγιά στα διπλανά κτίρια.

«Για ώρες πάλευαν ανενόχλητοι οι κουκουλοφόροι να το ανοίξουν, να το αλώσουν. Η θωράκισή του ήταν τέτοια που στα τόσα χρόνια με εκατομμύρια πορείες, φασαρίες και ζημιές στην Αθήνα δεν είχε ποτέ κάποιο σοβαρό πρόβλημα. Βέβαια και ποτέ δεν υπήρξε τέτοια μεγαλειώδης αδιαφορία για την προστασία του από το κράτος». Κι αυτό, όταν, όπως σημειώθηκε, το οργανωμένο κράτος θα έπρεπε να γνωρίζει και να είναι προετοιμασμένο για την πρόκληση επεισοδίων στο σημείο και την αποτροπή τους, αφού δύο χρόνια πριν στο ίδιο σημείο είχε καεί η τράπεζα Μαρφίν.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ