Υπάρχει ένα ιδιαίτερο είδος συναισθηματικού πόνου που βιώνουν όσοι αγαπούν με όλη τους την καρδιά αλλά δυσκολεύονται να κάνουν τους άλλους να τους αγαπήσουν με τον ίδιο τρόπο. Δεν πρόκειται για ανθρώπους που δεν αξίζουν αγάπη — το αντίθετο μάλιστα. Συνήθως είναι από τα πιο στοργικά, ευγενικά και γενναιόδωρα άτομα που μπορεί να συναντήσει κανείς.
Όμως, κάπου ανάμεσα στην τεράστια ικανότητά τους να προσφέρουν αγάπη και στην ικανότητά τους να τη δεχθούν, κάτι φαίνεται να “βραχυκυκλώνει”.
Οι άνθρωποι που αγαπούν βαθιά αλλά δυσκολεύονται να αγαπηθούν, εμφανίζουν 7 συμπεριφορές χωρίς να το καταλαβαίνουν
- Προσφέρουν πολλά για να αποδείξουν την αξία τους
- Είναι απόλυτα ανεξάρτητοι αλλά λαχταρούν τη σύνδεση
- “Δείχνουν” πως είναι ευάλωτοι χωρίς να είναι
- Δοκιμάζουν την αγάπη του άλλου σαμποτάροντάς την υποσυνείδητα
- Εκλογικεύουν – παρά βιώνουν – τα συναισθήματα
- Γίνονται οι ίδιοι φροντιστές για να μην χρειαστεί να τους φροντίσουν
- Μπερδεύουν την ένταση με την εγγύτητα
Προσφέρουν πολλά για να αποδείξουν την αξία τους
Η υπερβολική προσφορά συχνά πηγάζει από συνεξαρτητικά μοτίβα — εκείνη τη βαθιά ανάγκη να τους έχουν ανάγκη, που κάνει την αληθινή αμοιβαιότητα να μοιάζει αδύνατη.
Αυτή η καταναγκαστική υπεραναπλήρωση γίνεται το πρώτο ασυνείδητο μοτίβο των ανθρώπων που δεν αγαπιούνται όσο αγαπούν. Δίνουν και ξαναδίνουν, όχι από αφθονία, αλλά από την εσωτερική πεποίθηση ότι η αξία τους εξαρτάται από το πόσα προσφέρουν.
Γίνονται συναισθηματικά “συσσίτια” — προσφέροντας διαρκώς φροντίδα και προσοχή, με την κρυφή ελπίδα ότι κάποιος θα προσέξει πως πεινούν κι εκείνοι.
Είναι απόλυτα ανεξάρτητοι αλλά λαχταρούν τη σύνδεση
Είναι σαν να εκπέμπουν ταυτόχρονα σε δύο συχνότητες: “δεν χρειάζομαι κανέναν” και “σε παρακαλώ, μην με εγκαταλείψεις” — και οι άλλοι συλλαμβάνουν και τα δύο σήματα. Έχουν χτίσει καρδιές-φρούρια — απόρθητες απ’ έξω, αλλά απελπιστικά μοναχικές στο εσωτερικό τους.
“Υψώνουν” τείχη με τους αγαπημένους τους, αλλά θυμώνουν επειδή εκείνοι δεν ξέρουν πώς να τους προσεγγίσουν.
Αυτή η συναισθηματική αυτάρκεια δεν είναι προσποιητή — όντως έχουν μάθει να καλύπτουν τις ανάγκες τους μόνοι τους. Όμως μετατρέπεται σε εμπόδιο όταν δεν μπορούν να τη θέσουν σε παύση∙ όταν αντιμετωπίζουν την ευαλωτότητα σαν αδυναμία, ενώ στην πραγματικότητα είναι ακριβώς το αντίθετο: η απαρχή της αγάπης, της αποδοχής και της χαράς.
“Δείχνουν” πως είναι ευάλωτοι χωρίς να είναι
Οι άνθρωποι που δεν χαίρονται την αγάπη που οι ίδιοι προσφέρουν, ανεβάζουν ένα “θέατρο” ευαλωτότητας: Νομίζουν πως είναι ανοιχτοί και ειλικρινείς, όμως στην πραγματικότητα παρουσιάζουν μια προσεκτικά επιμελημένη εκδοχή της ευαλωτότητας.
Μοιράζονται τις δυσκολίες τους, αλλά μόνο εκείνες που έχουν ήδη επεξεργαστεί. Κλαίνε, αλλά ζητούν αμέσως συγγνώμη. Αποκαλύπτουν τους φόβους τους, αλλά μόνο εκείνους που θεωρούνται κοινωνικά αποδεκτοί.
Η αληθινή ευαλωτότητα είναι πιο “χαοτική”. Είναι να παραδέχονται πως ζηλεύουν τη σχέση της καλύτερής τους φίλης. Είναι να λένε “σε χρειάζομαι”, χωρίς να προσθέτουν “αλλά δεν πειράζει αν είσαι απασχολημένος”. Είναι να επιτρέπουν σε κάποιον να τους δει όχι στην πιο δύσκολη στιγμή τους, αλλά στην πιο απλή, αδιάφορη, μη εντυπωσιακή, ανθρώπινη πλευρά τους.
Είναι να αφήνουν τη συναισθηματική πανοπλία τους, χωρίς τα επιτεύγματά τους, χωρίς την προσεκτικά χτισμένη αφήγηση του ποιοι είναι. Κάποτε πίστευαν πως ήταν ευάλωτοι όταν μοιράζονταν τα τραύματά τους στα τρίτα ραντεβού.
Αυτό που έκαναν, όμως, ήταν να δημιουργούν ένταση για να αποφύγουν την οικειότητα — προσφέροντας στους άλλους μια “συλλογή στιγμών” από επεξεργασμένο πόνο, αντί να τους αφήνουν να δουν τις ανασφάλειες μία τυχαία στιγμή.
Η πραγματική ευαλωτότητα δεν είναι παράσταση· είναι η διαρκής έκφραση των αληθινών συναισθημάτων.
Δοκιμάζουν την αγάπη του άλλου σαμποτάροντάς την υποσυνείδητα
Ίσως το πιο καταστροφικό μοτίβο: δοκιμάζουν συνεχώς την αγάπη, ασυνείδητα σπρώχνοντας για να δουν αν θα σπάσει. Δεν πρόκειται για τις δραματικές σκηνές του τύπου “αν με αγαπάς, θα παλέψεις για μένα” που βλέπουμε στις ταινίες. Είναι κάτι πιο λεπτό και πιο ύπουλο.
Ξεκινούν μικρούς καβγάδες για να δουν αν ο άλλος θα μείνει. Αποτραβιούνται ελαφρώς για να δουν αν ο άλλος θα το προσέξει. Δημιουργούν στιγμές απόστασης για να δουν αν ο άλλος θα προσπαθήσει να καλύψει το κενό. Είναι το συναισθηματικό ισοδύναμο του να πιέζουν ένα μελανιασμένο σημείο — συνεχίζουν να “τσιγκλάνε” τη σχέση για να επιβεβαιώσουν τον βαθύτερό τους φόβο: ότι είναι ταυτόχρονα υπερβολικοί και ανεπαρκείς.
Για παράδειγμα, μπορεί να μην απαντήσουν αμέσως σε ένα μήνυμα για να δουν αν ο άλλος θα ξαναστείλει. Μπορεί να δείξουν ψυχρότητα μετά από μια υπέροχη βραδιά για να δουν αν ο άλλος θα ρωτήσει τι συμβαίνει. Μπορεί να υποβαθμίσουν τις ανάγκες τους για να δουν αν ο άλλος θα επιμείνει να τις ικανοποιήσει έτσι κι αλλιώς.
Αυτό το μοτίβο συχνά δημιουργεί αυτό που οι ψυχολόγοι αποκαλούν δεσμούς τραύματος — έντονες αλλά ασταθείς συνδέσεις που τροφοδοτούνται από διαλείπουσα ενίσχυση.
Συγχέουν το άγχος της αβεβαιότητας με τον ενθουσιασμό της αγάπης, και την ανακούφιση όταν κάποιος δεν φεύγει με απόδειξη αφοσίωσης.
Εκλογικεύουν – παρά βιώνουν – τα συναισθήματα
Οι άνθρωποι που δεν χαίρονται την αγάπη που προσφέρουν, αναλύουν, αλλά δεν συμμετέχουν στα συναισθήματά τους. Μπορεί να είναι ικανοί να εξηγήσουν με ακρίβεια για ποιον λόγο αισθάνονται κάτι, χωρίς να επιτρέπουν στον εαυτό τους να το βιώσει.
Η μετάβαση από την ανάλυση στο βίωμα είναι τρομακτική για όσους χρησιμοποιούν το μυαλό τους σαν ασπίδα. Όταν τελικά επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νιώσει — να νιώσει πραγματικά — είναι συγκλονιστικό. Η θλίψη που είχαν εκλογικεύσει, τους κατακλύζει. Ο θυμός που είχαν αιτιολογήσει φουντώνει. Η αγάπη που είχαν αναλύσει, τους πλημμυρίζει.
Η υπερανάλυση τους φαίνεται ασφαλής — αν μπορούν να εξηγήσουμε την αγάπη, ίσως μπορέσουν και να την ελέγξουν. Όμως, η αγάπη δεν είναι πρόβλημα για επίλυση ούτε σύστημα προς αποκρυπτογράφηση.
Είναι μια εμπειρία στην οποία χρειάζεται να παραδοθούμε — και αυτή η παράδοση τρομάζει όσους έχουν μάθει ότι ο έλεγχος ισοδυναμεί με επιβίωση.
Γίνονται οι ίδιοι φροντιστές για να μην χρειαστεί να τους φροντίσουν
Υπάρχει μια ύπουλη γοητεία στο να νιώθετε απαραίτητοι. Όταν αναλαμβάνετε τον ρόλο του φροντιστή, γίνεστε αναντικατάστατοι. Αισθάνεστε ότι μετράτε. Ότι έχετε αξία.
Όμως πρόκειται για μια κενή αξία, βασισμένη στην προσφορά σας και όχι στην ουσία σας ως άνθρωπος. Και αυτό διασφαλίζει ότι οι σχέσεις παραμένουν άνισες — πώς μπορεί κάποιος να φροντίσει εσάς όταν έχετε βάλει τον εαυτό σας στη θέση του αιώνιου φροντιστή;
Είμαστε οι φίλοι που όλοι καλούν στις κρίσεις, οι σύντροφοι που προβλέπουν κάθε ανάγκη, εκείνοι που δημιουργούν συναισθηματική ασφάλεια για τους άλλους ενώ αρνούνται να προσφέρουν το ίδιο καταφύγιο στον εαυτό τους.
Έπρεπε να μάθω πως το να αφήσω κάποιον να μου φτιάξει ένα τσάι όταν ήμουν λυπημένος δεν ήταν ένδειξη αδυναμίας. Πως το να δεχτώ την προσφορά ενός φίλου να με ακούσει όταν έχω προβλήματα δεν με έκανε λιγότερο τον “δυνατό” της παρέας. Πως το να επιτρέψω στον σύντροφό μου να με παρηγορήσει μετά από μια δύσκολη μέρα δεν σήμαινε ότι απέτυχα να είμαι αυτάρκης.
Η ισχυρή κοινωνική υποστήριξη, στην πραγματικότητα, ενισχύει την αυτονομία μας αντί να την απειλεί.
Όπως μου είχε πει κάποτε ένας θεραπευτής: “Η συναισθηματική ασφάλεια είναι αμφίδρομη. Όταν τη δίνετε μόνο και ποτέ δεν τη δέχεστε, δεν χτίζετε οικειότητα — δημιουργείτε μια επαγγελματική σχέση, όπου εσείς είστε ο απλήρωτος θεραπευτής”.
Μπερδεύουν την ένταση με την εγγύτητα
Η ήρεμη, σταθερή αγάπη μπορεί να μοιάζει ύποπτη σε όσους έχουν συνηθίσει τα συναισθηματικά “τρενάκια του τρόμου” .
Δημιουργούν παθιασμένες, έντονες σχέσεις γιατί το δράμα τους δίνει την ψευδαίσθηση του βάθους. Πού είναι η λαχτάρα; Τα εμπόδια; Τα συντριπτικά συναισθήματα που επιβεβαιώνουν ότι αυτό που ζούμε έχει σημασία;
Κυνηγάμε τα σκαμπανεβάσματα γιατί μας είναι οικεία. Η σταθερή παρουσία της ασφαλούς αγάπης μοιάζει σχεδόν με απουσία για όσους έχουν μάθει να ζουν με συναισθηματικές διακυμάνσεις.
Μερικές φορές, μάλιστα, μπορεί και να προκαλέσουμε δράμα εκεί όπου δεν υπάρχει — να ξεκινήσουμε καβγάδες ή να δημιουργήσουμε αποστάσεις, απλώς και μόνο για να νιώσουμε τη γνώριμη έξαψη της συμφιλίωσης.
Όμως, ο ασφαλής δεσμός δεν λειτουργεί σαν εθιστικό ναρκωτικό. Είναι κάτι που μοιάζει περισσότερο με σπίτι.
Είναι “βαρετός” με τον καλύτερο δυνατό τρόπο — όπως είναι η αναπνοή, οι χτύποι της καρδιάς, όλα όσα σας κρατούν ζωντανούς χωρίς να απαιτούν την αδιάκοπη προσοχή σας.
Είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια φωτιά που καίει δυνατά και γρήγορα και στη σταθερή ζεστασιά μιας εστίας που σας στηρίζει σε όλη τη διάρκεια του χειμώνα.
Tip: H αγάπη είναι ένα δώρο που έρχεται φυσικά
Το να μάθετε να δέχεστε την αγάπη όταν είστε από τη φύση σας άνθρωποι που αγαπάτε, σημαίνει πως πρέπει να επαναπροσδιορίσετε κάποιες βασικές πεποιθήσεις σχετικά με την αξία και την ασφάλεια.
Σημαίνει πως πρέπει να διακινδυνεύσετε να δείξετε τις αδυναμίες σας, να δεχτείτε βοήθεια ακόμη κι όταν θα μπορούσατε να τα καταφέρετε μόνοι σας, να επιτρέψετε να σας επιλέξουν για αυτό που είστε και όχι για ό,τι προσφέρετε.
Το παράδοξο είναι ότι οι άνθρωποι που αγαπούν βαθιά, είναι συχνά εκείνοι που δυσκολεύονται περισσότερο να πιστέψουν ότι αξίζουν να δεχθούν την ίδια αγάπη. Έχουν μετατρέψει την αγάπη σε “παράσταση”, σε συναλλαγή, σε απόδειξη της αξίας τους.
Στην πραγματικότητα, η αγάπη είναι ένα δώρο που έρχεται φυσικά, όταν σταματάμε να προσπαθούμε να το κατακτήσουμε.
Όταν δίνετε υπερβολικά ή υπεραναλύετε τα πάντα, σκεφτείτε: Πώς θα ήταν αν απλώς αποδεχόσασταν; Αν δείχνατε εμπιστοσύνη και πιστεύατε πως, σας αξίζει να αγαπιέστε, ανεξάρτητα από ό,τι κάνετε, με όλες σας τις ατέλειες; Η απάντηση μπορεί να σας φοβίζει και αυτό είναι που την κάνει ν’ αξίζει.