Η αγάπη μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να φερθούν παράλογα. Ο άνδρας της ιστορίας ήταν κυριολεκτικά «ταπί και ψύχραιμος», αλλά παρ’ όλα αυτά μπήκε σε χρέος για να αγοράσει ένα μονόπετρο αξίας 18.500 ευρώ για τη σύντροφό του, που πίστευε πως ήταν η γυναίκα της ζωής του.
Εκείνη, βέβαια, δεν ήταν διατεθειμένη να περιμένει: τον απείλησε ότι θα τον παρατήσει αν δεν της αγοράσει επιτέλους το δαχτυλίδι των ονείρων της. Και τι έκανε εκείνος; Έτρεξε και της το πήρε.
Της έκανε πρόταση στις 7 Ιουνίου — ρομαντικά, συγκινητικά, όπως στα παραμύθια.
Μόνο που είκοσι μέρες αργότερα, το παραμύθι κατέρρευσε. Ο αρραβώνας ακυρώθηκε εξαιτίας των «παρεξηγήσεων» του με την πρώην του, που περνούσε υπερβολικά πολύ χρόνο με τους άνδρες φίλους της… οι οποίοι, φυσικά, φλέρταραν μαζί της.
“Ήθελε να βρει τον εαυτό της”
Η πρώην αρραβωνιαστικιά του τον κατηγορούσε πως ήταν ανασφαλής, και απολάμβανε να τσακώνεται μαζί του κάθε φορά που εκείνος τολμούσε να εκφράσει τη δυσφορία του για την… ανδροπαρέα της.
Οι καβγάδες έγιναν τόσο έντονοι, που στο τέλος εκείνος δεν άντεξε άλλο.
Σαν να μην έφτανε αυτό, εκείνη την περίοδο ο άνδρας προσπαθούσε να συγκεντρώσει χρήματα για να χρηματοδοτήσει μια ιδέα startup που είχε στο μυαλό του — και μέσα σε όλο αυτό το χάος, η πρώην αποφάσισε ότι χρειάζεται «χώρο» και πέταξε μόνη της στη Νέα Υόρκη για να… ξεκαθαρίσει τα πράγματα στο μυαλό της.
Μέχρι να φτάσει τέλος Ιουλίου, οι δυο τους είχαν σταματήσει εντελώς να μιλούν.
Εκείνη, βέβαια, είχε προλάβει να του πει πως το πανάκριβο δαχτυλίδι αρραβώνων το κρατούσε ακόμα. Και, για να είμαστε ειλικρινείς, είναι να απορεί κανείς πώς δεν το ζήτησε τότε πίσω!
“Με παραπλάνησε”
Εκείνος δούλευε μέρα-νύχτα σε κανονική δουλειά και παράλληλα πάλευε να σηκώσει το δικό του όνειρο. Μα, όσο πιεσμένος κι αν ήταν, τίποτα δεν τον βασάνιζε περισσότερο από την τοξική ένταση και το άγχος που του προκαλούσε η πρώην του.
«Προχωράμε λοιπόν στις 11 Οκτωβρίου, την επέτειό μας», εξήγησε εκείνος. «Της έστειλα ένα νοσταλγικό μήνυμα, μου απάντησε μερικές ώρες αργότερα, και τελικά συναντηθήκαμε. Μου είπε πως της έλειψα — και, ναι, κι εμένα μου έλειψε. Τη ρώτησα για το δαχτυλίδι, και μου είπε πως το έχει “σε ασφαλές μέρος”.»
«Μου είπε πως μου αξίζει ένα κολιέ αξίας 2.800 ευρώ, κι εγώ, ανόητος όπως ήμουν, της έδωσα τα χρήματα. Μετά από αυτό, τα ξαναβρήκαμε και τα χαλάσαμε αρκετές φορές, ώσπου πάλι καβγαδίσαμε. Της είπα πως, αφού εκείνη με χώρισε, είναι αυτονόητο — κοινωνικά και ηθικά — πως πρέπει να το επιστρέψει.»
«Τότε μου πέταξε ότι το είχε πετάξει! Το είχε ξαναπεί και παλιότερα, αλλά τότε έλεγε ψέματα. Δεν ξέρω αν ψεύδεται και τώρα…»
Τώρα, εκείνος αναρωτιέται αν τον κοροϊδεύει, αν κράτησε το δαχτυλίδι ή αν το πούλησε.
