Στην πόλη που η μανία του Βεζούβιου καταδίκασε στην αιωνιότητα, κάθε πέτρα, κάθε ρωγμή και κάθε αντικείμενο, έχει ν’ αφηγηθεί μια ιστορία. Η πιο πρόσφατη, προέρχεται από την οικία της Έλλης και του Φρίξου, ένα μετρίου μεγέθους, σπίτι, το οποίο ωστόσο είναι πλούσια διακοσμημένο.
Οι τελευταίες στιγμές του σπιτιού ήρθαν ξανά στη ζωή, χάρη στην αρχαιολογική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο E-Journal degli Scavi di Pompei, την ψηφιακή πλατφόρμα που καταγράφει τα επιστημονικά ευρήματα από τον αρχαιολογικό χώρο.
Η θέληση των κατοίκων να γλιτώσουν
Η σκηνή ραγίζει καρδιές – ένα κρεβάτι σπρωγμένο πλάγια ώστε να εμποδίζει την είσοδο στο υπνοδωμάτιο – μία κίνηση απελπισίας από τους κατοίκους του σπιτιού, οι οποίοι προσπάθησαν να προστατεύσουν τον εαυτό τους από τον καταιγισμό των θραυσμάτων της ηφαιστειακής πέτρας (lapilli), που εκτοξεύονταν ανελέητα κατά τις πρώτες φάσεις της έκρηξης.
Η επίπλωση που μετατράπηκε σε στάχτη, κατάφερε να ανασυντεθεί με την εφαρμογή της τεχνικής χύτευσης γύψου, η οποία δίνει τη δυνατότητα ανασύνθεσης των αντικειμένων από τα κενά που έχουν διαλυθεί από την οργανική ύλη.
Σε κοντινή απόσταση, τα λείψανα τουλάχιστον τεσσάρων ατόμων, μεταξύ τους και ένα παιδί του οποίου το χάλκινο φυλακτό (bulla, χαρακτηριστικό κρεμαστό που φορούσαν τα αγόρια μέχρι να ενηλικιωθούν), αποτελεί τη σιωπηρή απόδειξη του απότομου θανάτου τους.

Η κατασκευή του σπιτιού
Στην οικία, κοντά στη γνωστή οικία της Λήδας και του Κύκνου, οι ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των εργασιών αναστήλωσης και αποκατάστασης, στα όρια ανάμεσα στις ήδη εξερευνημένες περιοχές και σ’ αυτές που εξακολουθούν να παραμένουν θαμμένες.
Η διάταξή του, περιλαμβάνει ένα αίθριο με impluvium (χαμηλή δεξαμενή νερού στο αίθριο των ρωμαϊκών σπιτιών, που συλλέγει το νερό της βροχής μέσα από το άνοιγμα της στέγης), έναν κοιτώνα (υπνοδωμάτιο), ένα τρίκλινο (τραπεζαρία με τρεις κλίνες όπου οι συνδαιτυμόνες ξάπλωναν και έτρωγαν), με τους τοίχους του διακοσμημένους με τοιχογραφίες, και μια περιοχή καλυμμένη με ένα άνοιγμα στην οροφή το οποίο, κατά τρόπο παράδοξο, έφερε την καταστροφή του, επειδή μέσα από αυτό πέρασαν τα μικρά πετρώδη θραύσματα ηφαιστειακής προέλευσης, διαμέτρου 2 έως 64 χιλιοστών, που εκτινάσσονται κατά τη διάρκεια ηφαιστειακών εκρήξεων (lapilli). Αυτό ανάγκασε τους κατοίκους της οικίας να αναζητήσουν μάταια καταφύγιο πίσω από ένα αυτοσχέδιο εμπόδιο.
Όλεθρος στη διάρκεια ανακαινίσεων
Τα στοιχεία υποδηλώνουν πως, όταν καταστράφηκε το σπίτι, πραγματοποιούνταν εκτεταμένες εργασίες ανακαίνισης σε αυτό. Ξηλωμένα κατώφλια, απουσία διακόσμησης σε ορισμένους από τους χώρους του και χαρακιές στους τοίχους της κύριας εισόδου, το επιβεβαιώνουν.
Σε κάθε περίπτωση, παρά τις κατασκευαστικές εργασίες, οι κάτοικοι του σπιτιού επέλεξαν να μείνουν. Μπορεί να πίστεψαν πως, οι στιβαροί τοίχοι του, θα τους προστάτευαν. Δεν τα κατάφεραν.
Η τελική και ολέθρια φάση της έκρηξης – μία πυροκλαστική ροή καυτής στάχτης, ρήμαξε τα πάντα.

Ο μύθος που έδωσε το όνομά του στην οικία
Το όνομα της οικίας, προέρχεται από μια τοιχογραφία που έχει βρεθεί στο Τρίκλινο (το δωμάτιο φαγητού στην αρχαία Ρώμη) η οποία απεικονίζει τον ελληνικό μύθο του Φρίξου και της Έλλης. Η δεξιοτεχνικά αποτυπωμένη σκηνή, αναπαριστά την τραγική στιγμή που η Έλλη, αδελφή του Φρίξου, πέφτει στη θάλασσα προσπαθώντας να αποδράσει από την πλάτη του φτερωτού χρυσόμαλλου κριαριού.
Η επιλογή του θέματος, δεν είναι τυχαία. Ως τον 1ο αιώνα μ.Χ., οι ιστορίες αυτές είχαν απωλέσει τη θρησκευτική τους σημασία, παραμένοντας ωστόσο, σύμβολο πολιτιστικού και οικονομικού κύρους για την μεσαία και την ανώτερη τάξη. Αποτελούσαν πλέον διακόσμηση, ψυχαγωγία και τρόπο επίδειξης εκλεπτυσμένου γούστου, εξηγεί η αρχαιολογική ομάδα.
Ανάμεσα στις ανακαλύψεις, υπάρχει ένα σύνολο αμφορέων που είναι στοιβαγμένοι σε μια αποθήκη – ορισμένοι από τους οποίους, περιέχουν υπολείμματα από γάρο, ο οποίος ήταν ένας ζυμωμένος, αλμυρός ζωμός από ψάρια, που τον χρησιμοποιούσαν ως καρύκευμα στα φαγητά. Υπάρχει επίσης ένα σετ από χάλκινα επιτραπέζια σκεύη, μεταξύ των οποίων, ένα κανάτι, ένα κύπελλο και μία κούπα σε σχήμα κογχυλιού.

Μικρές λεπτομέρειες οι οποίες, μαζί με τα σώματα και το κρεβάτι – φράγμα, συνθέτουν ένα συγκινητικό αφήγημα. Η ανασκαφή της Πομπηίας, σε φέρνει ενώπιον της ομορφιάς της τέχνης και της εύθραυστης φύσης της ζωής, περιγράφει ο Gabriel Zuchtriegel, διευθυντής του αρχαιολογικού πάρκου.
Η οικία αυτή, με τις διακοσμήσεις και τα αντικείμενά της, μας αποκαλύπτει ανθρώπους οι οποίοι προσπαθούσαν να σώσουν τον εαυτό τους. Δεν τα κατάφεραν, ωστόσο η ιστορία τους παραμένει εκεί, κάτω από τις στάχτες.
Στις 24 Αυγούστου του 79 μ.Χ., η Πομπηία μετατράπηκε σε κόλαση. Σήμερα, μετά από σχεδόν δύο χιλιετίες, ο Οίκος της Έλλης και του Φρίξου, εμπλουτίζει το χρονικό της ημέρας αυτής, με ένα νέο, συγκινητικό, αλλά ολέθριο, κεφάλαιο.