Μια διεπιστημονική ομάδα αρχαιολόγων και τοπογράφων από το πανεπιστήμιο της Ρώμης “La Sapienza,” σε στενή συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηρακλείου, ολοκλήρωσε μια παραγωγική ανασκαφική αποστολή στην αρχαία πόλη της Γόρτυνας, η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 14 Ιουλίου έως τις 9 Αυγούστου του 2025.
Το έργο προσφέρει νέα στοιχεία για τον αστικό σχεδιασμό της αρχαίας μητρόπολης της Κρήτης και μάλιστα, ανέδειξε ένα μοναδικό εύρημα:
Ένα άγαλμα που απεικονίζει έναν χοίρο. Με επικεφαλής την καθηγήτρια Rita Sassu, οι έρευνες εστίασαν με συστηματικό τρόπο στον κύριο επικοινωνιακό άξονα της αρχαίας πόλης, της οποίας η εξαιρετικά καλά διατηρημένη λιθόστρωτη επιφάνεια, ήρθε στο φως σταδιακά στη διάρκεια των διαδοχικών αποστολών.
Η μεθοδολογία ήταν ένας συνδυασμός ανασκαφών στο πεδίο και αναλυτικής στρωματογραφικής καταγραφής, ο οποίος έδωσε στους ερευνητές τη δυνατότητα να καταγράψουν τον σχεδιασμό του δρόμου της εποχής και να ανάγουν τα υλικά που σχετίζονται με τη χρήση και την εγκατάλειψή του, στο κατάλληλο πλαίσιο.
Η σημαντικότερη ανακάλυψη
Το πιο σημαντικό εύρημα ήταν χωρίς αμφιβολία, το γλυπτό που αναπαριστά τον χοίρο, ένα αντικείμενο η δεξιοτεχνία και εικονογραφία του οποίου, προσφέρει μια πρωτοφανή οπτική για τις πολιτιστικές και ίσως, τις τελετουργικές εκφάνσεις της κοινωνίας της Γόρτυνας.
Η σημασία της ανακάλυψης, υπερβαίνει την αισθητική, καθώς προσφέρει υλικά στοιχεία των λιγότερο συμβατικών ζωικών ομοιωμάτων στις γλυπτικές αναπαραστάσεις της περιόδου, πυροδοτώντας τον βαθύτερο αναστοχασμό για τις συμβολικές και λειτουργικές προεκτάσεις τους στον αστικό χώρο.
Το έργο της ανασκαφής στον βόρειο δρόμο, εντάσσεται σε μια μακρόπνοη ερευνητική στρατηγική η οποία, εκτός από τη συγκέντρωση δεδομένων, επιδιώκει δύο θεμελιακούς και αλληλένδετους στόχους. Πρώτον, την αποφασιστική συμβολή στην κατανόηση της συνολικής επιπεδομετρικής και διαχρονικής εξέλιξης του περίπλοκου αστικού πλαισίου της Γόρτυνας, μιας από τις ισχυρότερες πόλεις – κράτη της αρχαίας Κρήτης.
Δεύτερος στόχος με σαφείς κοινωνικές συνέπειες της αρχαιολογικής παρέμβασης, είναι η δημιουργία των θεμελίων για τον μελλοντικό σχεδιασμό προσβάσιμων και εκπαιδευτικών διαδρομών για επισκέψεις – ουσιαστικό βήμα για την ολοκληρωμένη αναβάθμιση του χώρου και την έκθεσή του στο κοινό.
Μαζί με τις ανασκαφές, πραγματοποιήθηκε αναλυτική τοπογραφική μελέτη, συντονισμένη από τους καθηγητές Alessandro Jaia και Laura Ebanista.
Το συγκεκριμένο στοιχείο του έργου αποτέλεσε σημαντικό θεμέλιο για τη συγκέντρωση ενός εκτενούς προγράμματος ορθοφωτογραφικής κάλυψης χαμηλού υψομέτρου ολόκληρου του εδάφους της Γόρτυνας.
Το αποτέλεσμα, ήταν ένα μωσαϊκό από 35 πανχρωματικές πλάκες υψηλής ανάλυσης που αποτελεί ένα άνευ προηγουμένου ακρίβειας χαρτογραφικό εργαλείου του χώρου που αποτελεί θεμέλιο μελλοντικής έρευνας και έργων διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Ακόμη, πραγματοποιήθηκε μια σειρά τοπογραφικών ελέγχων επί του πεδίου, με σκοπό την επαλήθευση και προσαρμογή των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν μέσω τηλεπισκόπησης, διασφαλίζοντας την μεγαλύτερη δυνατή αξιοπιστία της καταγραφής.
Η Γόρτυνα: Ιστορία και μυθολογία
Η πόλη της Γόρτυνας, της οποίας η ίδρυση ανάγεται στους Ομηρικούς χρόνους, έφτασε στο απόγειο της ηγεμονίας της κατά τη Μινωική περίοδο, μεταξύ του 1600 – 1100 π.Χ., έχοντας αντίπαλο δέος σε σημασία και μεγαλοπρέπεια τη γειτονική Κνωσό.
Σύμφωνα με ιστορικές πηγές, όπως κείμενα του Στράβωνα, και οι δύο πόλεις εδραίωσαν από νωρίς ενώσεις πόλεων ώστε ν’ ασκούν κυριαρχία σ’ ολόκληρη την Κρήτη – αν και η συμμαχία αυτή διαλύθηκε αργότερα, οδηγώντας σε μια περίοδο διαρκών εχθροπραξιών ανάμεσα στις δύο δυνάμεις. Η αρχική έκταση της πόλης ήταν μεγάλη – με οχυρωμένη περίμετρο που υπολογίζεται περίπου στα πενήντα στάδια – εννιά χιλιόμετρα, οριοθετώντας μια αστική περιοχή περίπου 6.400.000 τετραγωνικών μέτρων.
Ωστόσο, την εποχή του Στράβωνα, στην πόλη είχε καταγραφεί σημαντική δημογραφική μείωση ενώ είχε μειωθεί σημαντικά και η έκτασή της.
Ο γεωγράφος της αρχαιότητας, σημειώνει πως, ο Βασιλιάς Πτολεμαίος IV ο Φιλοπάτωρ, είχε ξεκινήσει την κατασκευή ενός νέου τείχους – έργο που ωστόσο δεν ξεπέρασε τα οκτώ στάδια, – τα χίλια πεντακόσια μέτρα.
Η συμμετοχή της Γόρτυνας στην πολιτική σκηνή της Ελληνιστικής Περιόδου αποδεικνύεται από τη σύνδεσή της με προσωπικότητες όπως ο Φιλοποίμην ο Μεγαλοπολίτης, στρατηγός και πολιτικός Αχαϊκής Συμπολιτείας, ο οποίος μετά από αίτηση των ίδιων των Γορτυνίων, ανέλαβε τον έλεγχο των στρατιωτικών τους δυνάμεων, το 201 π.Χ.
Στη διάρκεια των πολέμων απέναντι στην Μακεδονία, μια αντιπροσωπεία πεντακοσίων Γορτυνίων υπό την ηγεσία ενός διοικητή ονόματι Κύδα, – όνομα συχνό στην τοπική ονοματολογία, εντάχθηκε στον στρατό του Ρωμαίου ύπατου, του Τίτου Κουίνκτιου Φλαμινίνου, στη Θεσσαλία το 197 π.Χ.
Η πόλη ήταν χτισμένη σε γόνιμη κοιλάδα που αντλούσε νερό από τον ποταμό Λήθη σε απόσταση περίπου ενενήντα σταδίων – περίπου δεκαέξι χιλιομέτρων από τη Λιβυκή Θάλασσα, στην ακτή της οποίας βρίσκονταν τα δύο σημαντικότερα λιμάνια της, ο Λεβήνας και το Μέταλλο. Στην αρχαιότητα, το περιβάλλον της Γόρτυνας ήταν γνωστό για τις πηγές και τα άλση της.
Γνωστή ήταν η πηγή του Σαύρου που περιβαλλόταν από λεύκες και η πηγή δίπλα στον ποταμό Λήθη στη σκιά ενός πλατάνου η οποία, σύμφωνα με τη λαϊκή πεποίθηση, έγινε το νυφικό στρώμα της Ευρώπης και του Δία και όπως λέγεται, διατηρεί το φύλλωμά του όλο τον χειμώνα.
Σήμερα, στον αρχαιολογικό χώρο της Γόρτυνας φυλάσσονται πολλά επιβλητικά ευρήματα της σημαντικής πόλης, επαληθεύοντας στον κεντρικό ρόλο που είχε στην ιστορία του Μινωικού και Ελληνικού πολιτισμού.
Η πρόσφατη εργασία της ιταλικής αποστολής, εμπλουτίζει την κληρονομιά της, αναδεικνύοντας νέα στρώματα για την κατανόηση της πόλης της οποίας η περιπλοκότητα και ο ιστορικός πλούτος, εξακολουθούν να αποκαλύπτονται μεθοδικά με κάθε νέα αποστολή.
