Στη δημοσιότητα έδωσε για πρώτη φορά η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) έκθεση με τα πεπραγμένα της, η οποία αφορά το χρονικό διάστημα Σεπτέμβριος 2022 – Αύγουστος 2023.
Στην Έκθεση αποτυπώνονται οι κύριες προτεραιότητες και οι βασικοί τομείς δράσης της Ε.Υ.Π. και περιγράφονται συνοπτικά κίνδυνοι που αντιμετωπίστηκαν στα πεδία εξωτερικών απειλών, κατασκοπευτικών δράσεων, τρομοκρατίας, παράνομης μετανάστευσης, οργανωμένου εγκλήματος, κυβερνοασφάλειας και νέων τεχνολογιών, αλλά και η προετοιμασία της Υπηρεσίας για τις ποικίλες προκλήσεις του μέλλοντος.
Επιπλέον, αναφέρονται σημαντικές πρωτοβουλίες που ελήφθησαν για τη μετεξέλιξη της Υπηρεσίας, όπως νομοθετικές πρωτοβουλίες, διαδικασίες αναδιάρθρωσης και ενέργειες για την ποιοτική αναβάθμιση του προσωπικού, με παράλληλη ιδιαίτερη μέριμνα για τη διαρκή εξασφάλιση ισορροπίας μεταξύ ασφάλειας και ατομικών δικαιωμάτων.
Βεβαίως, η ετήσια Έκθεση είναι αναπόφευκτα επιλεκτική και ελλειπτική, ακριβώς όπως απαιτεί η φύση μιας Υπηρεσίας Πληροφοριών. Περιλαμβάνει όμως όλα εκείνα τα στοιχεία, που, χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία και αποτελεσματικότητά της, βοηθούν στην κατανόηση, όχι μόνο του τρόπου δράσης και των προτεραιοτήτων της Ε.Υ.Π., αλλά και της σημασίας της Εθνικής Ασφάλειας για τη χώρα, του εύρους των σύγχρονων απειλών και της ανάγκης για αποτελεσματικά μέτρα προστασίας.
Κυβερνοασφάλεια και Νέες Τεχνολογίες
Στο κεφάλαιο «Κυβερνοασφάλεια και Νέες Τεχνολογίες» αναφέρεται:
«Η αλματώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας, η κατοχή και χρήση προηγμένων μέσων από ένα όλο και ευρύτερο σύνολο δρώντων, που στρέφονται, η μπορούν να στραφούν εναντίον συστημάτων και υποδομών της χώρας μας, εμποδίζοντας την ομαλή λειτουργία τους, εκβιάζοντας ενέργειες και τελικά απειλώντας την εθνική μας ασφάλεια, καθιστά αναγκαία την όσο γίνεται καλύτερη θωράκιση της χώρας έναντι τέτοιων κακόβουλων ενεργειών.
Στις σχετικές προσπάθειες η ΕΥΠ έχει κεντρικό ρόλο, αφού η νομοθεσία της έχει αναθέσει σχετικά καθήκοντα. Ήδη και την χρονιά που πέρασε η Υπηρεσία ήταν σε θέση να διαπιστώσει πλήθος επιθέσεων τέτοιου είδους και να βοηθήσει στην επιτυχή απόκρουση και αντιμετώπισή τους. Παράλληλα φροντίζει να παρακολουθεί τεχνολογικές εξελίξεις και να αναβαθμίζει τα στη διάθεσή της μέσα, με στόχο την πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση κυβερνοεπιθέσεων, αλλά και άλλων ενεργειών που απειλούν την ομαλή λειτουργία κρατικών φορέων αλλά και την ασφάλεια επικοινωνιών των κρατικών αξιωματούχων.
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.) αποτελεί βασική συνιστώσα στον τομέα της κυβερνοασφάλειας της χώρας και συγκεκριμένα:
Ως Αρχή Ασφαλείας Πληροφοριών (INFOSEC) είναι αρμόδια για τη σύνταξη πολιτικών ασφαλείας και οδηγιών διαχείρισης των διαβαθμισμένων πληροφοριών και δικτύων, αναλαμβάνει συντονιστικό ρόλο στην προστασία των κρατικών φορέων σε κάθε είδους σχετικά περιστατικά ασφάλειας και ενισχύεται με τεχνολογίες και εργαλεία αιχμής. Επιπλέον, παρέχει συμβουλές, οδηγίες και τεχνική συνδρομή σε φορείς του Δημοσίου για θέματα ασφάλειας επικοινωνιών και πληροφοριακών συστημάτων, ενώ εκδίδει πολιτικές για διαβαθμισμένα κυβερνητικά συστήματα, αξιολογεί και πιστοποιεί διαβαθμισμένα προϊόντα επικοινωνιών και πληροφορικής. Στο πλαίσιο αυτό, πλήθος ήταν οι σχετικές δράσεις την υπό εξέταση περίοδο.
Απέστειλε επίσης, συστηματικά εθνικές συνεισφορές για τη διαμόρφωση της σχετικής θεματολογίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, συνέταξε τεχνικές οδηγίες για την ασφαλή διαχείριση και επεξεργασία διαβαθμισμένων πληροφοριών από εθνικούς Φορείς, κατάρτισε οδηγίες ασφαλούς χρήσης υπολογιστών για κυβερνητικούς φορείς και εταιρείες, ενώ πραγματοποίησε σειρά ελέγχων σε κρίσιμες υποδομές αποστέλλοντας τις εφαρμόσιμες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές.
Ως Εθνική Αρχή CRYPTO η ΕΥΠ, υποστήριξε και φέτος τους φορείς του Δημοσίου και τις Ένοπλες Δυνάμεις σε θέματα κρυπτασφάλειας και παρήγαγε τους εθνικούς κώδικες και τις εθνικές κλείδες, ενώ ταυτόχρονα εξέδωσε πλήθος πολιτικών ασφάλειας σχετικά µε τη χρήση των πάσης φύσεως κρυπτογραφικών προϊόντων, αξιολόγησε και πιστοποίησε τα κρυπτογραφικά συστήματα και παρήγαγε εθνικές Στρατιωτικές Εκδόσεις Ασφαλείας, κώδικες και κλείδες για διάφορα κρυπτογραφικά μέσα. Ως Εθνική Αρχή TEMPEST, προέβη σε ελέγχους για την τήρηση των μέτρων ασφαλείας TEMPEST σε κρίσιμες υποδομές της χώρας και πιστοποίησε αντίστοιχα εργαστήρια. Παρέσχε, επίσης, σχετική τεχνογνωσία για την προστασία από διαρροές ηλεκτρομαγνητικών και μη μεταδόσεων σε πληροφοριακά συστήματα, ενισχύοντας την ασφάλεια των ευαίσθητων δεδομένων και των επικοινωνιών της χώρας σε πλήθος δομών Υπουργείων και Περιφερειών».
Τρομοκρατία και Βίαιος εξτρεμισμός
Στο κεφάλαιο «Τρομοκρατία και Βίαιος εξτρεμισμός» αναφέρεται:
«Όσο κι αν την τρέχουσα περίοδο ορισμένες τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η ISIS, φάνηκε να έχουν υποστεί πλήγματα που έχουν περιορίσει ή τις έχουν υποχρεώσει να αναπροσαρμόσουν τη δράση τους, είναι γεγονός ότι έχουν αναδυθεί, είτε διάφορες περιφερειακές ομάδες συνδεόμενες με αυτές, είτε άλλες διακριτές τρομοκρατικές οργανώσεις, που δρουν, υποκαθιστώντας τες, σε συγκεκριμένες περιοχές. Παράλληλα, το φαινόμενο των «μοναχικών λύκων» έχει ενισχυθεί.
Σε κάθε περίπτωση η τρομοκρατία παραμένει μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις για την ασφάλεια παγκοσμίως και για την χώρα μας. Η συστηματική αξιοποίηση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η δυνατότητα ανάληψης άμεσης δράσης στα πεδία των μαχών και η διεύρυνση της δεξαμενής ριζοσπαστικοποίησης και στρατολόγησης τρομοκρατών, είχε ως αποτέλεσμα την κινητοποίηση και ένταξη σε τρομοκρατικές οργανώσεις ενός ιδιαίτερα μεγάλου αριθμού ατόμων από όλο τον κόσμο. Η τζιχαντιστική προπαγάνδα στον χώρο του διαδικτύου εξελίχθηκε και πραγματοποιείται κυρίως μέσα από κρυπτογραφημένες πλατφόρμες επικοινωνίας, διάφορα fora στο «σκοτεινό διαδίκτυο» (dark web), με την χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και πλατφορμών επικοινωνίας διαδικτυακών παιχνιδιών.
Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, πληροφορίες που διαβιβάστηκαν στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, σχετικά με τη διενέργεια προπαρασκευαστικών ενεργειών για την πραγματοποίηση τρομοκρατικών επιθέσεων στην χώρα μας, οδήγησαν σε κοινές επιχειρήσεις στην Αθήνα και την περιφέρεια, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τις συλλήψεις αλλοδαπών υπηκόων. Παράλληλα σημαντική ήταν και η υποστήριξη και τεκμηρίωση κατηγοριών για ένταξη και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, αλλοδαπών υπηκόων, που, μετά τον εντοπισμό τους από την Ε.Υ.Π., συνελήφθησαν από την Ελληνική Αστυνομία, ως μέλη τρομοκρατικής οργάνωσης και καταδικάστηκαν.
Με στόχο την αποτροπή φαινομένων που μπορεί να συνδέονται με τη διεθνή τρομοκρατία, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών τελεί υπό διαρκή επαγρύπνηση προκειμένου να εντοπίσει δυνητικά φαινόμενα ριζοσπαστικοποίησης και σε δομές φιλοξενίας μεταναστών, άτυπους χώρους λατρείας, σωφρονιστικά καταστήματα και κέντρα κράτησης».
Παράλληλα, γίνεται αναφορά στο περιστατικό με την Ρωσίδα κατάσκοπο με έδρα το Παγκράτι, που καταγράφηκε τον περασμένο Μάρτιο:
Από τις υποθέσεις όμως που έτυχαν δημοσιότητας χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεσματικής χρήσης διάφορων μέσων και δυνατοτήτων για αποτροπή κατασκοπείας ήταν η αποκάλυψη του τρόπου δράσης και διείσδυσης ξένης κατασκόπου, υπό βαθύ κάλυμμα στην χώρα μας, την περασμένη άνοιξη.
Η υπόθεση αυτή είναι αποκαλυπτική του τρόπου σκέψης και δράσης των ξένων υπηρεσιών πληροφοριών, καθώς για την οικοδόμηση της ψευδούς ταυτότητας της εν
λόγω κατασκόπου εργάστηκαν συστηματικά για πολλά έτη με την κατάλληλη εκμετάλλευση προσώπων, διαδικασιών και φορέων. Είναι προφανές ότι η δράση της συγκεκριμένης κατασκόπου δεν θα περιοριζόταν στην ελληνική επικράτεια, αλλά θα επεκτεινόταν σε όλη την Ευρώπη και σε άλλες χώρες, όπου θα μπορούσε εύκολα και με ασφάλεια να μεταβαίνει και να δρα κάνοντας χρήση του ελληνικού διαβατηρίου της. Για αυτό και η υπόθεση προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών ομολόγων Υπηρεσιών αλλά και της διεθνούς κοινής γνώμης.
Οργανωμένο έγκλημα
Στο κεφάλαιο «Οργανωμένο έγκλημα» αναφέρεται:
«Οι πλέον επικίνδυνες μορφές του οργανωμένου εγκλήματος στην Ελλάδα είναι η παράνομη διακίνηση μεταναστών, το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων, η λαθραία διακίνηση αγαθών, η εμπορία ανθρώπων και η δράση οργανωμένων εγκληματικών ομάδων που ελέγχουν τομείς και λειτουργούν με οργάνωση και δομή «μαφίας» (μαστροπεία, προστασία, εκβιασμοί, απαγωγές κ.ά.).
Πέραν των παραπάνω μορφών οργανωμένου εγκλήματος, ως ιδιαιτέρως σημαντικά αξιολογούνται τα εγκλήματα κατά της περιουσίας, η διαφθορά, το ξέπλυμα «μαύρου χρήματος» και η διείσδυση των εγκληματικών οργανώσεων στην νόμιμη οικονομία της χώρας.
Η διασύνδεση του οργανωμένου εγκλήματος με την τρομοκρατία και η διασυνοριακή διάστασή του αποτελούν καίριες συνιστώσες του ενδιαφέροντος μας. Η Υπηρεσία μας με πληροφορίες που συνέλεξε, ανακάλυψε, διασταύρωσε και αξιοποίησε, στη βάση της δικής της διακριτής εμπειρογνωμοσύνης, συνεισέφερε σημαντικά στην εξάρθρωση δικτύων από τις αρμόδιες αρχές και τελικά την δίωξη των εμπλεκομένων σε έκνομες ενέργειες .
Στον τομέα του οργανωμένου εγκλήματος, στο εξεταζόμενο χρονικό διάστημα, οι δράσεις της Υπηρεσίας μας (που πάντα δρα επικουρικά των πλέον αρμόδιων για το θέμα Αρχών) έφεραν αποτελέσματα στην εξιχνίαση υποθέσεων ανθρωποκτονιών, στον εντοπισμό και την κατάσχεση ποσοτήτων λαθραίων καπνικών προϊόντων, στον εντοπισμό και δέσμευση φορτίων στρατιωτικού υλικού και υλικών διττής χρήσης, στην εξάρθρωση οργανωμένων εγκληματικών δικτύων, μέχρι και κυκλωμάτων παράνομων υιοθεσιών».
Διαβάστε ολόκληρη την έκθεση ΕΔΩ.