«Ψύχραιμη» χαρακτήρισε την Ρούλα Πισπιρίγκου τη στιγμή που ειδοποίησε τους γιατρούς για το επεισόδιο της ανακοπής της κόρης της Τζωρτζίνας τον Απρίλιο του 2021, ειδικευόμενη γιατρός στο Καραμανδάνειο καταθέτοντας ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου όπου συνεχίζεται η δίκη για τον θάνατο του κοριτσιού με κατηγορούμενη τη μητέρα του.
Ξεκαθάρισε ωστόσο ότι «όταν σώθηκε το παιδί φάνηκε ανακουφισμένη».
Όπως είπε η μάρτυρας είδε για πρώτη φορά τη Τζωρτζίνα την Παρασκευή, δηλαδή τη δεύτερη ημέρα που βρέθηκε στο Καραμανδάνειο. «Το παιδί καθόταν στο κρεβάτι, τα ζωτικά της σημεία ήταν καλά, είχε κάποια σάλια. Μου είπε η κατηγορούμενη ότι είχε κοιλιακό άλγος και με ρώτησε «θα δίνατε εξιτήριο σε αυτό το παιδί;». Εγώ ρώτησα την επιμελήτρια μου και στη συνέχεια είπα στη μητέρα του παιδιού ότι δεν θα πάρει εξιτήριο, να μη φάει κάτι το παιδί και ότι θα μπει ορός… Την Κυριακή το πρωί το παιδί ήταν στο οξυγόνο. Γύρω στις έξι και τέταρτο το απόγευμα είδα ότι κοιμόταν ήρεμη στο κρεβάτι χωρίς να παρουσιάζει σημεία δυσχέρειας. Ρώτησα τη μητέρα αν είναι καλά και μου είπε πως ναι και πως είχε παραγγείλει κάτι να φάει το παιδί».
Λίγη ώρα αργότερα κι ενώ η μάρτυρας ήταν στο γραφείο με δυο γιατρούς, η Ρούλα Πισπιρίγκου τους ενημέρωσε ότι κάτι συμβαίνει. «Χτύπησε η πόρτα με ένα απλό χτύπημα. Άνοιξε η κ. Καρκανιά η συνειδικευόμενη μου. Ήταν η μητέρα και μας είπε «ελάτε γιατί χτυπάει το οξύμετρο» αλλά δεν φάνηκε κάτι επείγον, όποτε εγώ δεν πήγα στο δωμάτιο. Όταν πήγα είδα ένα παιδί νεκρό και γινόταν προσπάθεια ανάνηψης. Μου είπαν να καλέσω αναισθησιολόγο, όπως και έκανα. Το παιδί επανήλθε μετά από 50 λεπτά» είπε η μάρτυρας.