Μητσοτάκης: Η Ελλάδα δεν απαιτεί τίποτε, αλλά και δεν εκχωρεί τίποτα – Τι είπε για τον Ερντογάν

“Δεν πρόκειται να ερμηνεύσω δημοσίως την στάση του Τούρκου προέδρου, ούτε να χρησιμοποιήσω κάποιο επίθετο για να τη χαρακτηρίσω. Όταν συνάντησα τον κ.Ερντογάν, επιδίωξα σχέσεις καλής γειτονίας, φιλίας και διαλόγου με την Τουρκία. Και επιμένω σε αυτή την προσέγγιση. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεση της, ενεργοποιώντας ένα πολύ πυκνό πλέγμα διπλωματικών πρωτοβουλιών ώστε να αποκρούσει τις τελευταίες παράνομες και εκτός διεθνούς νομιμότητας και κοινής λογικής κινήσεις της τουρκικής πλευράς. Η Τουρκία είναι εξαιρετικά απομονωμένη στις πρόσφατες επιλογές της. Αντίθετα, οι θέσεις της Ελλάδας, οι οποίες στηρίζονται πάντα στην τήρηση του διεθνούς δικαίου, έχουν βρει καθολική αποδοχή και στήριξη από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Ρωσία, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, τις περισσότερες χώρες του Κόλπου και από ένα μεγάλο κομμάτι της ίδιας της Λιβύης. Όπου, θυμίζω, διεξάγεται ένας σκληρός εμφύλιος πόλεμος και η άλλη πλευρά δεν αναγνωρίζει τη συμφωνία με την Τουρκία ως νόμιμη. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα ενισχύει την αποτρεπτική της ισχύ. Ολοκληρώσαμε πρόσφατα την συμφωνία για τα F-16 και για τα Μιράζ, οι Ένοπλες Δυνάμεις μας είναι πανέτοιμες και αποτρεπτικά ισχυρές. Ενώ η πόρτα του διαλόγου με τους γείτονες θα είναι από εμένα πάντα ανοιχτή” ανέφερε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής.

“Η Ελλάδα δεν απαιτεί τίποτε, αλλά και δεν εκχωρεί τίποτα. Και δεν προκαλεί, αλλά συνομιλεί. Ο δρόμος του διαλόγου είναι ανοιχτός και για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και για τις διερευνητικές επαφές, και για πολιτικό διάλογο. Πρόθεσή μου, λοιπόν, είναι να συζητούμε με την Τουρκία και στα τρία επίπεδα. Και πιστεύω πως, ναι, θα πρέπει να πούμε καθαρά ότι αν δεν μπορούμε να τα βρούμε, τότε θα πρέπει να συμφωνήσουμε η μία διαφορά που αναγνωρίζει η Ελλάδα να εκδικαστεί από ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, όπως είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Και για να είμαι απολύτως σαφής, αναφέρομαι στον ορισμό της υφαλοκρηπίδας και των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν πιστεύουμε -και το πιστεύουμε- ότι έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα ως χώρα από αυτή την εξέλιξη” πρόσθεσε.

“Όταν προσφύγουμε στη Χάγη για να λύσει τη διαφορά μας με την Τουρκία, θα πρέπει να είμαστε αφενός απολύτως σίγουροι ότι έχουμε το δίκιο με το μέρος μας. Και αφετέρου απολύτως έτοιμοι να δεχθούμε την τελική απόφαση ενός τέτοιου διεθνούς οργάνου. Θεωρώ δεδομένο ότι μια τέτοια πρωτοβουλία θα τύγχανε της στήριξης όλων των πολιτικών δυνάμεων. Είναι απαραίτητο να γίνει. Αν κρίνω από τις δημόσιες τοποθετήσεις των υπόλοιπων κομμάτων, δεν βλέπω να υπάρχει κάποια ουσιαστική αντίρρηση. Διαμορφώνεται, με άλλα λόγια, μια πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία που αναγνωρίζει ότι πρέπει, με κάποιο τρόπο, να λύσουμε τις διαφορές μας με την Τουρκία. Όχι, όμως, υπό καθεστώς πίεσης και εκβιασμών. Αυτή η συζήτηση έχει ήδη ανοίξει στην ελληνική κοινωνία που πιστεύω ότι αντιλαμβάνεται πως αυτή είναι και η σωστή επιλογή. Γιατί ποια άλλη επιλογή έχουμε; Να μην κάνουμε τίποτα και να παραμένουμε σε μια ισορροπία τρόμου με την Τουρκία που ανά πάσα στιγμή μπορεί να καταλήξει σε ένα σενάριο όπου θα είμαστε και οι δύο χαμένοι; Διότι κερδισμένος δεν υπάρχει σε ένα σενάριο θερμού επεισοδίου”.

“Τα Ελληνοτουρκικά είναι ζήτημα διμερές, συμφωνιών που ισχύουν και Διεθνούς Δικαίου, ενώ το Μεταναστευτικό είναι θέμα ευρωπαϊκό και ευρύτερο. Σε ό,τι αφορά το πρώτο, δεν κάνουμε καμία έκπτωση στα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Και επιδιώκουμε πρόοδο με βάση όλα όσα προανέφερα. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο, διατηρούμε την καλή ελπίδα ότι η Τουρκία θα φερθεί πιο λογικά με βάση και τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει. Αν, ωστόσο, το κόστος που πρέπει να πληρώσει η χώρα για μια στιβαρή εξωτερική πολιτική είναι οι αυξημένες ροές, τότε θα το αναλάβει. Δεν πρόκειται να νερώσω καθόλου το κρασί μου στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων μας. Έχουμε πει πολλές φορές τι θα κάνουμε για την αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού και ελπίζω σε μεγαλύτερη ευρωπαϊκή εμπλοκή” τόνισε.

Σχετικά με την κυπριακή ΑΟΖ και την Λιβύη υπογράμμισε ότι Δεν θέλουμε να είμαστε κομμάτι κανενός προβλήματος. Θέλουμε να είμαστε μέρος της λύσης στη Λιβύη γιατί μας αφορά και εμάς. Είμαστε γειτονική χώρα, άλλωστε είμαστε πιο κοντά σε αυτήν από όσο η Τουρκία. Αν υπήρχε μια άλλη κυβέρνηση στη Λιβύη θα μπορούσαμε να συζητήσουμε θέμα οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών, αφού είναι ο δικός μας φυσικός θαλάσσιος γείτονας και όχι της Τουρκίας. Δεν θέλουμε μια εστία αστάθειας στη γειτονιά μας. Κατά συνέπεια, θέλουμε να έχουμε λόγο στις εξελίξεις στην Λιβύη. Ζήτησα, και θα το ζητήσω ακόμη πιο επιτακτικά, να συμμετάσχουμε και εμείς στη διαδικασία του Βερολίνου. Γιατί συμμετέχει η Τουρκία και όχι η Ελλάδα; Θα χρειαστεί οπωσδήποτε πολιτική επίλυση του προβλήματος της Λιβύης. Και εμείς θέτουμε έναν όρο για να υπάρξει λύση με σφραγίδα της ΕΕ, καθώς η Ευρώπη θα έχει άποψη για το αύριο της Λιβύης: η επόμενη κυβέρνηση να θεωρήσει αμέσως άκυρη την “συμφωνία” με την Τουρκία. Ο όρος αυτός είναι αδιαπραγμάτευτος”.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ