Τα αμερικανικά ΜΜΕ για την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές

Τα αμερικανικά ΜΜΕ για την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές

Εκτενή προβολή για την «πετυχημένη επιστροφή» της Ελλάδας στις αγορές δίνεται και σήμερα από τα αμερικανικά ΜΜΕ, υπογραμμίζοντας τις χθεσινές αναφορές του Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, Ευρωπαίων αξιωματούχων και της Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία δήλωσε ότι «η πώληση ομολόγων δείχνει ότι η Ελλάδα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση».

Η εφημερίδα New York Times, σε κύριο άρθρο της, αναφέρει ότι «το γεγονός πως η πιο αδύναμη οικονομία στην ευρωζώνη μπορεί να δανειστεί εκ νέου σε ανεξάρτητο επίπεδο, μετά το πάγωμα που αντιμετώπισε από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, συνιστά ένδειξη εμπιστοσύνης».

Σύμφωνα με τη σύνταξη της εφημερίδας, «η ενίσχυση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον Έλληνα πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και την κυβέρνησή του ενόψει των εκλογών στα τέλη Μαΐου και η πολιτική σταθερότητα είναι κρίσιμη για την Ελλάδα και την Ευρώπη, καθώς εξέρχονται από την κρίση χρέους». Ωστόσο, επισημαίνεται στο κύριο άρθρο, «η κρίση δεν έχει τερματιστεί στην Ελλάδα και η πώληση του πενταετούς ομολόγου πήγε καλά εν μέρει, επειδή το επιτόκιο ήταν καλύτερο συγκριτικά με άλλα στην Ευρώπη και επειδή οι επενδυτές ήταν πεπεισμένοι ότι η τρόικα δεν θα αφήσει την Ελλάδα να χρεοκοπήσει. Μπροστά ανοίγεται ένας μακρύς και δύσκολος δρόμος. Μια βαθιά ύφεση συρρίκνωσε την ελληνική οικονομία άνω του 1/4, η ανεργία ανέρχεται ακόμη στο 26,7%, η χώρα επιβαρύνεται με δύο δάνεια ύψους άνω του 240 δισ. ευρώ και απαιτούνται επιπρόσθετες δομικές μεταρρυθμίσεις».

Καταλήγοντας, επισημαίνεται ότι «για να υπογραμμιστούν αυτές οι πραγματικότητες, τα εργατικά συνδικάτα πραγματοποίησαν απεργία κατά των μέτρων λιτότητας την περασμένη Τετάρτη και παγιδευμένο αυτοκίνητο εξερράγη έξω από την τράπεζα της Ελλάδας, πριν την ανακοίνωση για την πώληση των ομολόγων, ευτυχώς χωρίς να σημειωθούν τραυματισμοί. Μετά από τέσσερα χρόνια συνεχόμενου σκοταδιού, ακόμη και μια μετριοπαθής ένδειξη σταθερότητας είναι καλοδεχούμενη».

Σε δημοσίευμα της Wall Street Journal, με ανταποκρίσεις από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, επισημαίνεται ότι «παρά τη θετική είδηση για την πώληση ελληνικού ομολόγου, τα προβλήματα ελλοχεύουν για την Ελλάδα, διότι αν και η εξαετής ύφεση μοιάζει ότι τερματίζεται, η επιστροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη απέχει μακράν από την υλοποίησή της».

Όπως αναφέρεται, «η επιτυχής επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές ήταν ένας θρίαμβος πολιτικών, ωστόσο στις πολιτικές αυτές ελλοχεύει ο κίνδυνος όσον αφορά στην ανάκαμψη της χώρας».

Μεταξύ άλλων, τονίζεται ότι «ιδιαίτερα, ανησυχούν αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ ότι ένας αριθμός νόμων που ψήφισε το ελληνικό Κοινοβούλιο για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, της αγοράς εργασίας, καθώς και των αγορών υπηρεσιών και προϊόντων δεν θα εφαρμοστούν ορθώς. Η απουσία πολιτικής πίεσης από τους Ευρωπαίους ηγέτες για να προχωρήσει η Ελλάδα στις συγκεκριμένες πολιτικές δένει τα χέρια των τεχνοκρατών», όπως υποστηρίζεται, ενώ προβάλλεται και η άποψη αξιωματούχου της ευρωζώνης ότι «οι τεχνοκρατικές συζητήσεις για την πρόοδο της Ελλάδας έχουν γίνει σουρεαλιστικές, καθώς η Γερμανία, η χώρα που απεδείκνυε πάντα τη σκληρότερη στάση έναντι της Ελλάδα, πλέον έχει μετατραπεί σε ήπιο κριτή της χώρας».

Τέλος, αναφορά γίνεται στην «πολιτική ισχύ» της ελληνικής κυβέρνησης, με την οποία συνδέεται αναπόφευκτα η χαλαρότητα των νομοθετικών προσπαθειών στη χώρα, «δεδομένου ότι ο κ. Σαμαράς είναι επικεφαλής ενός ευμετάβλητου πολιτικού συστήματος, το οποίο μπορεί να προκαλέσει ανά πάσα στιγμή εκπλήξεις και προβλήματα σ’ ένα έθνος που είναι έντονα διαιρεμένο όσον αφορά στη μελλοντική πορεία της χώρας», σημειώνεται.

Σε άλλο δημοσίευμα στην ίδια εφημερίδα αναφέρεται ότι «η Ελλάδα πώλησε χθες ομόλογα άνω των 4 δισ. δολαρίων σε πρόθυμους επενδυτές, γεγονός που αποτελεί μια στιγμή ορόσημο για τη χώρα που πριν από τέσσερα περίπου χρόνια καταβαράθρωσε τις παγκόσμιες αγορές, έθεσε σε κίνδυνο το ευρώ και επιτάχυνε τη μεγαλύτερη χρεοκοπία στην ιστορία». Επίσης, επισημαίνεται ότι «η απενοχοποίηση της Ελλάδας από τους διεθνείς επενδυτές καταδεικνύει τη θεματική βελτίωση αυτών των αγορών μετά τις ζοφερές ημέρες της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους και αντανακλά την αυξανόμενη πεποίθηση ότι η Ελλάδα γύρισε σελίδα μετά από έξι χρόνια οδυνηρής ύφεσης. Ωστόσο, το συγκεντρωθέν ποσό είναι συμβολικό, καθώς αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 1% του συνολικού χρέους και από μόνο του δεν μπορεί να αναστείλει την ανάγκη για επιπρόσθετη βοήθεια ή άλλες παραχωρήσεις εκ μέρους των Ευρωπαίων πιστωτών».

Το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg υπογραμμίζει ότι «ενδείξεις από τη Γερμανία υποδηλώνουν ότι η προσήλωσή της στη λιτότητα θα μπορούσε να χαλαρώσει, την ώρα που η Ελλάδα επανέρχεται στις διεθνείς αγορές».

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, «η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, συναντάται σήμερα με τον Έλληνα πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, μία ημέρα μετά την επιτυχή έκδοση ομολόγων από την ελληνική κυβέρνηση, για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια».

Στη συνέχεια, σημειώνεται ότι «η επίσκεψη της Μέρκελ, που έχει κατηγορηθεί από την Ιρλανδία έως την Ελλάδα για διεύρυνση του χάσματος μεταξύ Βορρά-Νότου, με την επιμονή της στη λιτότητα, πραγματοποιείται μετά τη στήριξη της Μέρκελ προς τη Γαλλία για το σχέδιό της μείωσης των ελλειμμάτων και προς τον Ιταλό πρωθυπουργό, Ματέο Ρένζι. «Η Γερμανία είναι σήμερα περισσότερο πρόθυμη να εξετάσει μια περαιτέρω χαλάρωση, εάν είναι σοβαρές οι διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις» δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank στο Λονδίνο, Holger Schmieding, προσθέτοντας ότι «η Γερμανία δεν είναι υπέρ της αλλαγής των στόχων, αλλά είναι έτοιμη να το δεχθεί, εάν διαπιστώσει σοβαρές μεταρρυθμίσεις. Κατά συνέπεια υπάρχει μια προοδευτική μεταβολή στη στάση της Γερμανίας».

Επίσης, επισημαίνεται ότι «καθώς η κρίση χρέους που ξεκίνησε από την Ελλάδα υποχωρεί, η κα Μέρκελ δίνει έμφαση στις ενδείξεις ανάκαμψης στη χώρα που αποτέλεσε το επίκεντρό της, προωθώντας παράλληλα την ευρωπαϊκή ενότητα, ενώ η διαμάχη Ρωσίας- Ουκρανίας επισκιάζει την τετραετή διχόνοια εντός της ευρωζώνης».

Άλλο δημοσίευμα, στο ίδιο πρακτορείο (ανταπόκριση από το Λονδίνο), αναφέρει ότι «η Ελλάδα τερμάτισε τον τετραετή της αποκλεισμό από τις αγορές, πουλώντας ομόλογα αξίας 3 δισ. ευρώ και ξεπερνώντας τις προσδοκίες της κυβέρνησης», προσθέτοντας ότι «το 90% των επενδυτών που επέλεξαν τα ελληνικά ομόλογα βρίσκεται εκτός των ελληνικών συνόρων».

Μεταξύ άλλων, προβάλλεται η αναφορά του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά ότι «η χώρα ζήτησε 2,5 δισ. ευρώ και της προσφέρθηκαν 20», προσθέτοντας ότι «η Ελλάδα σήμερα πραγματοποίησε ένα ακόμη αποφασιστικό βήμα εξόδου από την κρίση» ενώ «οι διεθνείς επενδυτές εκφράζουν τώρα με τον πλέον αδιαμφισβήτητο τρόπο την εμπιστοσύνη τους στην ελληνική οικονομία».

Επίσης, υπογραμμίζεται η χθεσινή δήλωση της Κριστίν Λαγκάρτν στην Ουάσιγκτον ότι «η πώληση ομολόγων δείχνει ότι η Ελλάδα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση» και ότι «διαγράφεται στον ορίζοντα η πλήρης πρόσβασή της στις αγορές».

Τέλος, με την Παρασκευή, μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών στις ΗΠΑ, όπου οι Αμερικανοί ξεχύνονται στα μαγαζιά για να επωφεληθούν από τις εκπτώσεις και να πραγματοποιήσουν τα ψώνια τους, παρομοιάζεται το «τεράστιο ενδιαφέρον των επενδυτών για τα ελληνικά ομόλογα», σε άρθρο γνώμης στο Bloomberg.

Καταγράφονται τα «εντυπωσιακά στοιχεία» της διαδικασίας, «καθώς 550 επενδυτές προσέφεραν πάνω από 20 δισ. ευρώ στην Ελλάδα, μια χώρα που ακόμη υποφέρει από ένα υπέρογκο χρέος». Πρόκειται, όπως επισημαίνεται, «για μια χώρα, η οποία μόλις πριν από δύο χρόνια πραγματοποίησε τη μεγαλύτερη στην ιστορία αναδιάρθρωση χρέους, επιβάλλοντας σημαντικές απώλειες στους επενδυτές».

Στην ιστοσελίδα του τηλεοπτικού δικτύου CNBC αναφέρονται πέντε λόγοι που εξηγούν την επιτυχή χθεσινή έκδοση των ελληνικών ομολόγων. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο πρώτος λόγος είναι ότι οι επενδυτές αναζητούν υψηλές αποδόσεις και το 5% είναι πολύ υψηλότερο από αυτό που προσφέρουν τα γερμανικά ομόλογα. Δεύτερο, οι επενδυτές ζητούν συνήθως περισσότερα από όσα πραγματικά επιθυμούν. Τρίτο και ίσως πιο σημαντικό, όπως τονίζεται, είναι ότι οι νέοι επενδυτές προστατεύονται από τα χρονοδιαγράμματα. Τέταρτον, οι Ευρωπαίοι δανειστές δεν επιθυμούν να τιμωρήσουν εκ νέου τους ιδιώτες επενδυτές, μετά το πλήγμα που δέχθηκαν από την αναδιάρθρωση. Και πέμπτο, η ΕΚΤ έχει δεσμευθεί να κάνει ό,τι είναι δυνατό για τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην ευρωζώνη.

Το Forbes αναφέρει ότι «οι παγκόσμιοι επενδυτές, “πεινασμένοι” για υψηλές αποδόσεις, έπαψαν να είναι προσεκτικοί και έσπευσαν να κάνουν τα ελληνικά ομόλογα ανάρπαστα, μη λαμβάνοντας υπόψη τους όσα προηγήθηκαν. Μετά από αναδιαρθρώσεις, καρδιοχτύπια και πόνο, η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές ομολόγων αντιμετωπίζεται ως ένα είδος νίκης, μετά τον αποκλεισμό της από το 2010 και μετά. Φαίνεται σαν χθες που η χώρα βρισκόταν στο επίκεντρο της κρίσης χρέους της ευρωζώνης και η ενθουσιώδης υποδοχή των αγορών δεν μπορεί παρά να σημαίνει ότι, η ευρωζώνη έχει σταθεροποιήσει τη θέση της όσον αφορά στους επενδυτές».

Καταλήγοντας, σημειώνεται ότι «η ευφορία αποδίδεται στο γεγονός ότι οι αποδοχές των ελληνικών ομολόγων είναι υψηλές. Η Ελλάδα δεν μοιάζει στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία. Εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την τρόικα για τη χρηματοδότηση της κλονιζόμενης οικονομίας της. Είναι εντυπωσιακό ότι κατάφεραν να επαναπροσεγγίσουν τις αγορές μετά από μια τετραετή απουσία».

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ