Τι αλλαγές φέρνει το νέο ασφαλιστικό που κατατέθηκε στη Βουλή

Κώστας Τσουκαλάς
Δικηγόρος

Έπειτα από συνεχείς προαναγγελίες και καθυστερήσεις, κατατέθηκε τελικά το πολυαναμενόμενο νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο. Περιλαμβάνει κυρίως θετικές διατάξεις για κατηγορίες ασφαλισμένων και συνταξιούχων, χωρίς να κάνει δομικές αλλαγές στον πυρήνα του ασφαλιστικού συστήματος.

Γράφει ο δικηγόρος, Κώστας Τσουκαλάς

Η πιο εμβληματική αλλαγή που περιλαμβάνει το νομοσχέδιο είναι η πλήρης κατάργηση της περικοπής στις συντάξεις των απασχολούμενων συνταξιούχων. Μέχρι τώρα η περικοπή ήταν 30% της κύριας και της επικουρικής σύνταξης ανεξάρτητα εισοδήματος που αποκέρδαινε ο απασχολούμενος από την εργασία, μειώνοντας κατά ένα σημαντικό ποσοστό το διαθέσιμο εισόδημα των συνταξιούχων, ενώ η ακρίβεια οδηγεί ολοένα και περισσότερους συνταξιούχους να επιλέγουν την εργασία ακόμα και μετά τη λήψη της σύνταξης . Έως το 2020, πριν από την εφαρμογή του ν.4670/2020 το ποσοστό περικοπής έφτανε στο 60% της σύνταξης. Η μείωση της περικοπής, δεν οδήγησε σε ανάσχεση του ρυθμού μείωσης της ανεργίας, η οποία κινείται λίγο πάνω από το 11%.  Συνεπώς ορθά επιλέγεται η κατάργηση της περικοπής , ώστε και το εισόδημα των συνταξιούχων να αυξηθεί και υπάρξει ένα κίνητρο για την δήλωση της εργασίας. Η αύξηση της δηλωμένης απασχόλησης θα αυξήσει τα έσοδα του ΕΦΚΑ μέσω των ασφαλιστικών εισφορών .

Με την εισαγόμενη ρύθμιση , η ποινή μηδενίζεται και από 1-1-2024, οι απασχολούμενοι συνταξιούχοι θα λαμβάνουν το 100%  της σύνταξής τους . Θα προβλέπεται όμως μια επιπλέον εισφορά στο εισόδημα που θα προκύπτει από την εργασία. Για τους  μισθωτούς, θα παρακρατείται το 10% του μισθού από την εργασία, η δε μηνιαία παρακράτηση δεν θα μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της εθνικής σύνταξης που σήμερα κυμαίνεται στα 413 ευρώ . Συνεπώς ένας μισθωτός με μισθό πάνω 4.130 ευρώ μεικτά , δεν θα έχει εισφορά στο σύνολο του μισθού αλλά αυτή θα περιορίζεται κατά ανώτατο όριο στα 413 ευρώ.  Σε έναν μισθωτό με σύνταξη 1000 ευρώ και μισθό επίσης 1.000 ευρώ , υπήρχε έως τώρα περικοπή στην σύνταξη 30%, δηλαδή 300 ευρώ. Πλέον δεν θα υπάρχει περικοπή στη σύνταξη αλλά μόνο εισφορά επί του μισθού  των 1.000 ευρώ , άρα η επιβάρυνση θα είναι «100 ευρώ το μήνα επί 14 μισθούς /12  μήνες=116,6 ευρώ το μήνα .   Ο συνταξιούχος του παραδείγματος μας θα κερδίζει 183,4 ευρώ το μηνά ως διαθέσιμο εισόδημα. Αντίστοιχο κέρδος θα έχει η αναλογικά η πλειοψηφία των απασχολούμενων συνταξιούχων. Σε αντίστοιχο παράδειγμα συνταξιούχου με 700 ευρώ το μήνα σύνταξη και 1.000 ευρώ μισθό, η εισφορά θα φτάνει τα 116,6 ευρώ το μήνα ενώ η περικοπή στη σύνταξη ήταν 210 ευρώ το μήνα. Οι υψηλόμισθοι που ενδέχεται να έχουν πιο μεγάλες μηνιαίες επιβαρύνσεις  στην πλειοψηφία τους λαμβάνουν υψηλές συντάξεις  και λόγω του πλαφόν των 413 ως μέγιστη δυνατή εισφορά  ,  θα είναι επίσης  κερδισμένοι σε σχέση με τον παρόν καθεστώς η στη χειρότερη περίπτωση θα παραμείνουν στα ίδια.

Υπάρχει όμως μια μη αναμενόμενη αλλαγή , καθώς στην παράγραφο 10 του άρθρου 114 του νομοσχεδίου , προβλέπεται η υποχρέωση του απασχολούμενου συνταξιούχου να ενημερώνει πλέον και τον εργοδότη για την ιδιότητα του ως συνταξιούχου. Αυτή η εξέλιξη ενέχει τον κίνδυνο απολύσεων καθώς , εφόσον ο εργαζόμενος έχει ασκήσει δικαίωμα λήψης πλήρους σύνταξης , η αποζημίωση μπορεί να καταβληθεί στο 40% της αποζημίωσης λόγω απόλυσης .

Οι πιο μεγάλοι κερδισμένοι από την κατάργηση της ποινής  στην σύνταξη, θα είναι οι αυτοαπασχολούμενοι συνταξιούχοι. Σε αυτές τις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει μισθός ,   το νομοσχέδιο θεσπίζει την επιβολή αυξημένη εισφορά κλάδου σύνταξης κατά 50% στον κλάδο σύνταξης. Στις περιπτώσεις ταμείων που έχουν επικουρική ασφάλιση και κλάδο εφάπαξ, η προσαύξηση θα είναι 40% στον κλάδο κύριας σύνταξης, 40% στον κλάδο επικουρικής και 40% στον κλάδο εφάπαξ.

Η παραπάνω δυνατότητα για παράλληλη εργασία χωρίς περικοπή σύνταξης , χορηγείται με το νομοσχέδιο και στους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας , οι οποίοι έως τώρα  , με εξαίρεση όσους είχαν αναπηρία λόγω ψυχικής νόσου, δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να ασκούν το επάγγελμα. Είναι μια αναμφίβολα θετική εξέλιξη . Δεν ισχύει το ίδιο για τις συντάξεις λόγω θανάτου που συνεχίζει να ισχύει, πως μετά το πέρας της τριετίας από τον θάνατο, εφόσον εργάζονται , λαμβάνουν το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου, δηλαδή το 50% του 70% της σύνταξης του θανόντος.

Σημαντική αλλαγή είναι επίσης η πρόβλεψη του άρθρου 121, που προβλέπει πως όσοι εργαζόμενοι δεν είχαν λόγω περιόδου covid τα 100 ένσημα το 2020, σε περίπτωση αναζήτησης των 100 ενσήμων ανά έτος για θεμελίωση μειωμένης σύνταξης , θα επεκτείνεται η πενταετία κατά ένα έτος. Για παράδειγμα , ασφαλισμένος που συμπληρώνει τα 62 έτη το 2023 και είχε 100 ένσημα το 2018 , το 2019 , το 2021 , το 2022 και το 2023 αλλά δεν πρόλαβε να τα συμπληρώσει το 2020 , θα μπορεί να λάβει μειωμένη σύνταξη χωρίς να δημιουργείται πρόβλημα με το 2020.

Άλλη σημαντική αλλαγή έρχεται σε σχέση με τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος επικουρικής σύνταξης στο Δημόσιο . Μέχρι τώρα ίσχυε πως η θεμελίωση της επικουρικής σύνταξης πρέπει να γίνεται με τους ίδιους όρους που αφορούν την κύρια σύνταξη, πρακτική που αφενός οδηγούσε σε μεγάλες καθυστερήσεις στην απονομή σύνταξης , αφετέρου σε υποχρέωση εξαγοράς πλασματικών ετών στην επικουρική που συχνά αποτελούσαν δυσβάσταχτο και μη ιδιαίτερα ανταποδοτικό οικονομικό κόστος. Με την προωθούμενη αλλαγή του άρθρου 116 του νομοσχεδίου , ο υποψήφιος συνταξιούχος, εφόσον έχει συμπληρώσει 15ετία (4.500 ημέρες ασφάλισης ) στην επικουρική ασφάλισης του Δημοσίου , θα μπορεί να λάβει επικουρική σύνταξη. Η εξέλιξη αυτή αναμένεται να ξεμπλοκάρει δεκάδες χιλιάδες εκκρεμείς επικουρικές συντάξεις που έχουν βαλτώσει. Βέβαια θα οδηγήσει σε καταβολή ενός μέρους της επικουρικής σύνταξης καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος , η καταβολή των ποσών  που αντιστοιχούν στην διαδοχική ασφάλιση να παραπεμφθούν στις καλένδες .  Επίσης οι ασφαλισμένοι θα γλιτώσουν από το επαχθές κόστος εξαγοράς  που αποτελούσε σημαντική επιβάρυνση.  Επίσης με το άρθρο 117 εντάσσονται στην fast truck διαδικασία έκδοσης σύνταξης και οι επικουρικές συντάξεις.

Επίσης , προωθείται αλλαγή στο όριο οφειλής βάσει του οποίου καταβάλλεται η σύνταξη σε ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και επιστήμονες. Το όριο οφειλής που σήμερα ανέρχεται στο ποσό των 20.000 ευρώ για ασφαλισμένους σε ΤΣΑΥ, ΤΑΝ, ΤΣΜΕΔΕ , ΟΑΕΕ και ΤΑΝΠΥ , θα ανέλθει στο ποσό των 30.000 ευρώ , ενώ για τους αγρότες (ΟΓΑ) από 6.000 ευρώ στο ποσό των 10.000 ευρώ . Προϋπόθεση θα είναι οι ασφαλισμένοι να έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους, να έχουν 20 έτη πληρωμένες εισφορές , να μην διαθέτουν καταθέσεις άνω των 12.000 ευρώ οι αυτοαπασχολούμενοι και 6.000 ευρώ οι αγρότες. Η σύνταξη θα καταβάλλεται στο 40% της συνολικής παροχής μέχρι το ποσό οφειλής να φτάσει η οφειλή  τα προηγούμενα όρια των 20.000 ευρώ και 6.000 ευρώ αντίστοιχα, ενώ μόλις φτάσουν στο σημείο αυτό, η υπόλοιπη οφειλή θα διακανονίζεται σε 60 δόσεις που θα παρακρατούνται από τη σύνταξη. Η διάταξη είναι στη σωστή κατεύθυνση αλλά αφορά μια περιορισμένη περίμετρο οφειλετών που οφείλουν ποσά πέριξ των 30.000 ευρώ . Σημαντικό μέρος ασφαλισμένων , οφείλει μεγαλύτερα ποσά λόγω των υπερβολικών τόκων καθυστερήσεων που επιβάλλονται στην βασική οφειλή . Μια επαναφορά ρύθμισης με κούρεμα τόκων ή ακόμα και βασικής οφειλής θα μπορούσε, αν λειτουργούσε παράλληλα να λύσει οριστικά το ζήτημα δεκάδων χιλιάδων πολιτών που καταστράφηκαν στα χρόνια της οικονομικής κρίσης .

Επεκτείνεται με το άρθρο 148 του νομοσχεδίου η ειδική παροχή προστασίας μητρότητας από την ΔΥΠΑ και στις αυτοαπασχολούμενες μητέρες που θα λαμβάνουν για 9 μήνες επίδομα ίσο με τον κατώτατο μισθό. Είναι σημαντικό μέτρο στην κατεύθυνση της υποστήριξης των νέων γυναικών και της οικογένειας. Το ίδιο δικαίωμα θα λαμβάνει και η γυναίκα που αποκτά τέκνο με την διαδικασία της παρένθετης μητρότητας. Η μητέρα θα έχει το δικαίωμα να παραχωρήσει έως και 7 μήνες ειδικής παροχής στον πατέρα.

Επίσης με το νομοσχέδιο θεσπίζεται και η χορήγηση της εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης του Δεκεμβρίου. Προβλέπεται καταβολή 200 ευρώ σε συνταξιούχους με σύνταξη έως και 700 ευρώ καθαρά προ φόρου  το μήνα εφόσον έχουν προσωπική διαφορά μεγαλύτερη των δέκα ευρώ , 150 ευρώ σε συνταξιούχους με σύνταξη από 701 ευρώ  έως και 1.100 ευρώ καθαρά προ φόρου  το μήνα εφόσον έχουν προσωπική διαφορά μεγαλύτερη των δέκα ευρώ και 100 ευρώ σε συνταξιούχους με σύνταξη από 1.101 ευρώ  έως και 1.600 ευρώ καθαρά προ φόρου  το μήνα εφόσον έχουν προσωπική διαφορά μεγαλύτερη των δέκα ευρώ. Η παραπάνω ενίσχυση θα είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη.

Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και άλλες αλλαγές σε σχέση με την υγειονομική κάλυψη των ευάλωτων ομάδων , αλλαγές στην λειτουργία του ΤΕΚΑ και των επαγγελματικών ταμείων ασφάλισης αλλά και για τις περιπτώσεις ασφαλιστικής αντιμετώπισης των εταιρειών που είναι σε εκκαθάριση.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ