Αυτή είναι η απολογία της 22χρονης παιδοκτόνου – Ο φόβος της, ο χωρισμός των γονιών της και η αδιαφορία του συντρόφου της για την εγκυμοσύνη

Της Άννας Κανδύλη

Ο φόβος της, ο χωρισμός των γονιών της, η αδιαφορία του συντρόφου της για την εγκυμοσύνη της και η αίσθησή της ότι δεν θα έχει καμία στήριξη από τους δικούς της, ώθησαν την 22χρονη παιδοκτόνο στην αποτρόπαια πράξη της, όπως υποστήριξε κατά την απολογία της.

Προσπαθώντας να δικαιολογήσει ό,τι έκανε είπε πως «πρόκειται για την συμπεριφορά και τις πράξεις ενός παιδιού ανίκανου να αντιδράσει με λογική και σύνεση. Ενός παιδιού που τρόμαξε μπροστά στον αναλογισμό των συνεπειών της γέννησης ενός τέκνου….», επιμένοντας ότι από μέρους της «δεν τέθηκε σε εφαρμογή κάποιο παιδοκτόνο σχέδιο, αντιθέτως, τέθηκε σε εφαρμογή η προσπάθεια διάσωσης του παιδιού μου.»

Μάλιστα λέει ότι είχε σκοπό να δώσει το βρέφος για υιοθεσία.

Όμως, ισχυρίζεται, ότι όλη αυτή η τραγική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει δεν της επέτρεψε να πράξει λογικά.

Η απολογία

«Οι τελευταίοι μήνες της ζωής μου υπήρξαν για την ιδιοσυγκρασία μου και την υπόστασή μου ιδιαίτερα επίπονοι. Βρέθηκα εντός μίας καταστάσεως, στην οποία ουδείς άνθρωπος θα επιθυμούσε να βρεθεί. Το χαρμόσυνο γεγονός μιας εγκυμοσύνης, δυστυχώς, για την δική μου οικογένεια δεν θα αποτελούσε τέτοιο, αλλά μία πηγή φόβου και τρόμου απέναντι πρώτον, στις συνέπειες που θα προέκυπταν από την ανακοίνωσή του και, κατά δεύτερον, στην ζωή του κυοφορούμενου μωρού, καθώς, η επιτακτική επιθυμία της μητέρας μου θα ήταν,σίγουρα, να το «ρίξω». Φοβόμουν, συνεπώς, ακόμα και να μιλήσω στην ίδια μου τη μητέρα, διότι ήμουν βεβαία πως θα νευριάσει μαζί μου. Ενώ σε άλλες περιπτώσεις η μητέρα της κάθε εγκυμονούσας είναι στήριγμα, στη δική μου περίπτωση πίστευα ότι ήταν πηγή φόβου, όπως προείπα, για τις προκληθησόμενες συνέπειες. Ο φόβος μου αυτός καθοδήγησε, για όλο το χρονικό διάστημα της μοναχικής μου εγκυμοσύνης, την ερμητική σιωπή μου.

Είμαι μία γυναίκα σε ιδιαίτερα νεαρή ηλικία (δεν έχω συμπληρώσει τα 22 έτη ζωής). Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Νέα Σμύρνη, στο σπίτι της οδού Πριγκηποννήσων, όπου συνεχίζω να διαμένω με τη μητέρα μου. Οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν ακόμη σε πολύ μικρή ηλικία. Δυστυχώς, με τον πατέρα μου, ο οποίος διαμένει στο Παλαιό Φάληρο, δεν έχω καμία απολύτως επαφή. Ο άνθρωπος αυτός θα μπορούσε να είναι ένα στήριγμα, αφ’ ης στιγμής είχα μεγάλα και σημαντικά προβλήματα στη σχέση μου με τη μητέρα μου. Βάσει της επιλογής τους να διαταραχθούν οι σχέσεις τους μεταξύ τους, αυτό είχε ως συνέπεια και τη διαταραχή των σχέσεών του μαζί μου. Ίσως, στην περίπτωσή μου βρίσκει πρακτική εφαρμογή η σοφή λαϊκή ρήση περί αμαρτιών των γονέων που παιδεύουν τα τέκνα τους. Συνεπώς, άλλο ένα κοντινό μου πρόσωπο και μάλιστα σε πρώτου βαθμού συγγένεια, δεν θα μπορούσε να με βοηθήσει ούτε να είναι ο άνθρωπος στον οποίο θα μπορούσα να αποταθώ.

Το έτος 2015 πέτυχα την είσοδό μου στη Σχολή Διοίκησης Μονάδων Υγείας και Πρόνοιας, που εδρεύει στην πόλη της Καλαμάτας. Προκειμένου να δύναμαι να παρακολουθώ τα μαθήματα της ως άνω σχολής, μίσθωσα ένα διαμέρισμα στην Καλαμάτα, όπου και διέμενα το μεγαλύτερο διάστημα του έτους. Επειδή στην συγκεκριμένη σχολή πλέον έδινα μόνο μαθήματα αποφάσισα την οριστική επιστροφή μου στην Αθήνα, στο σπίτι μου, τον Σεπτέμβριο του 2017, και παράλληλα την εγγραφή μου σε ιδιωτικό ΙΕΚ (ΑΚΜΗ).

Λίγο καιρό πριν την αποχώρησή μου από την Καλαμάτα, περίπου τρεις μήνες, μέσω κοινής παρέας, γνωρίστηκα με τον Δ. Ρ με τον οποίο συνήψα ερωτικό δεσμό. Τελευταία φορά τον είδα δια ζώσης κατά την πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου του 2017, την περίοδο που ήμουν στην Καλαμάτα,προκειμένου να τακτοποιήσω τα ζητήματα της μετακόμισής μου. Συνέχισα να επικοινωνώ με τον Δ.ενώ είχα επιστρέψει στην Αθήνα, ο ρυθμός όμως της επικοινωνίας μας έβαινε μειούμενος.

Προϊόντος του χρόνου, περί τα τέλη Σεπτεμβρίου – αρχές Οκτωβρίου 2017, διαπίστωσα καθυστέρηση στον έμμηνο κύκλο μου, γεγονός που με θορύβησε και με οδήγησε στον έλεγχο πιθανότητας εγκυμοσύνης. Το τεστ εγκυμοσύνης βγήκε θετικό. Αρχικώς αισθάνθηκα υπέροχα και τόσο όμορφα. Αμέσως απευθύνθηκα στον Δ., φυσικό πατέρα του κυοφορούμενου, καθώς ήμουν σε θέση με πάσα βεβαιότητα να προσδιορίσω τον πατέρα αυτού…Τον κάλεσα τηλεφωνικώς λοιπόν και μόλις του ανακοίνωσα το γεγονός, μου έκλεισε το τηλέφωνο! Προσπάθησα πλείστες φορές να επικοινωνήσω μαζί του, όμως καμία δεν εστέφθη από επιτυχία. Ο Δ. δεν απάντησε σε καμία από τις κλήσεις μου.

Στην συνέχεια προσπάθησα να βρω στήριγμα στην κολλητή μου φίλη. Εκμυστηρεύτηκα αυτή την απόφαση αλλά δυστυχώς είχα περίπου την ίδια αντιμετώπιση. Ομολογουμένως η άρνηση τόσο του συντρόφου μου όσο και της κολλητής μου φίλης με στεναχώρησαν και με ανάγκασαν να προχωρήσω μόνη μου στην διαδικασία. Το παιδί που θα γεννούσα το ήθελα καθώς ήταν ο καρπός του έρωτά μου. Έλαβα λοιπόν την απόφαση να κρατήσω.

Πράγματι, κατάφερα όλο αυτό το διάστημα να αποκρύψω επιτυχώς από τη μητέρα μου και κάθε άλλον την κυοφορία. Ανέμενα δε τη γέννηση του παιδιού μου, βάσει δικών μου υπολογισμών, καθώς δεν είχα χρήματα να επισκεφθώ γυναικολόγο, περί τον Μάιο.

Μόνη απέναντι στη σκληρή πραγματικότητα και χωρίς κανένα στήριγμα αποφάσισα να κυοφορήσω το έμβρυο και στη συνέχεια, αφού γεννηθεί να το δώσω προς υιοθεσία, σε κάποια οικογένεια που θα μπορούσε να εγγυηθεί την ομαλή ανατροφή του. Θα επιχειρούσα λοιπόν να αποκρύψω την εγκυμοσύνη για τους υπόλοιπους μήνες, πράγμα που θεώρησα εύκολο, δεδομένου ότι με την μητέρα μου, αν και διαμένουμε στην ίδια οικία δε βρισκόμαστε ιδιαιτέρως συχνά. Περαιτέρω, δεν θα ήταν δύσκολο να αποκρυβεί κάποια σωματική μου μετάλλαξη, καθώς τυγχάνω ευτραφής και με την κατάλληλη ενδυματολογική επιλογή (ήτοι φαρδιά ρούχα), θα μπορούσα να περάσω απαρατήρητη, όπως και τελικά επέτυχα.

Είχα δε λάβει την απόφαση να γεννήσω σε Δημόσιο νοσοκομείο, καθώς δεν ήμουν ικανή να αναλάβω το κόστος μιας ιδιωτικής κλινικής. Την ως άνω απόφαση δεν ετόλμησα ποτέ να ανακοινώσω στη μητέρα μου, ούσα σίγουρη πως θα με απέτρεπε από την κυοφορία και θα με προέτρεπε στην άμβλωση.

Η ενημέρωση μου σε θέματα εγκυμοσύνης γίνονταν από το διαδίκτυο. Δυστυχώς δεν μπορούσα να επισκέπτομαι ιατρό για τους παραπάνω λόγους, ενώ ουδέποτε έλαβα τα κατάλληλα φάρμακα για την περίοδο αυτή.

Την Παρασκευή, 20 Απριλίου 2018 ξύπνησα τη συνήθη ώρα, προκειμένου να πάω στη Σχολή μου. Η μητέρα μου έλειπε από το σπίτι, όπως και κάθε εργάσιμη ημέρα, καθώς εργάζεται σε τράπεζα και συνήθως αποχωρεί από την οικία μας κατά τις 6.30 και επιστρέφει κατά τις 15.30. Κατευθυνόμενη προς τη σχολή μου, αισθάνθηκα αδιαθεσία και σύντομα έντονο κοιλιακό άλγος. Επέστρεψα γρήγορα στο σπίτι μου, θεωρώντας πως χρειαζόμουν ξεκούραση. Ωστόσο, οι πόνοι γίνονταν διαρκώς εντονότεροι.

Συνειδητοποίησα ότι είχε φτάσει η ώρα της γέννας. Δεν είχα χρήματα όμως για να πάω σε κάποιο νοσοκομείο ενώ για πρώτη φορά αισθάνθηκα Φόβο. Επέστρεψα στην οικία μου. Οι έντονοι πόνοι είχαν επιφέρει εφίδρωση. Μπήκα στο μπάνιο για ένα ντους. Εκείνη την ώρα επέστρεψε η μητέρα μου η οποία αφού κατάλαβε ότι ήμουν στο μπάνιο, μου φώναξε για να μου πει ότι θα πάει στη γιαγιά μου (μητέρα της) και ότι θα επέστρεφε προσεχώς για να πάμε σε κάποιες δουλειές που είχαμε. Έζησα τον απόλυτο πανικό εκείνη τη στιγμή. Ο χρόνος μου τελείωνε.

Της απευθύνθηκα λέγοντάς της απλώς «εντάξει», κι εκείνη αποχώρησε. Κατά τη διάρκεια που στεκόμουν όρθια μέσα στο μπάνιο ένιωσα ότι το μωρό «κατεβαίνει». Είδα το κεφάλι του παιδιού και, ενστικτωδώς, «έσπρωχνα» προκειμένου να βγει. Λόγω εντονότατων πόνων, φώναζα, όμως δεν με άκουσε κανείς, πιθανότατα γιατί οι υπόλοιποι ένοικοι, τις συγκεκριμένες ώρες, βρίσκονται στην εργασία τους, ενώ στο διπλανό διαμέρισμα διαμένει μια ηλικιωμένη κυρία, μειωμένης ακοής. Δηλαδή ενώ γεννούσα, ενώ είχα αφόρητους πόνους, ενώ δεν γνώριζα τι πρέπει να κάνω, ενώ έβλεπα το κεφαλάκι του μωρού, ΕΙΧΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΤΟ ΦΟΒΟ ΜΗΝ ΤΥΧΟΝ ΚΑΙ ΜΕ ΑΚΟΥΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ

Πράγματι, μετά από έντονες προσπάθειες και φρικτούς πόνους, το παιδί βγήκε…Διαπίστωσα ότι αναπνέει αχνά, με δυσκολία. Ωστόσο, δεν έκλαψε καθόλου. Είχα μάθει από την ενημέρωση μου στο διαδίκτυο ότι το μωρό μόλις γεννηθεί πρέπει να κλάψει.

Το μπάνιο είχε πλημμυρίσει με αίματα. Από στιγμή σε στιγμή θα επέστρεφε η μητέρα μου….Όσο γρηγορότερα μπορούσα έπλυνα το μωρό και ξεπλύθηκα και η ίδια από τα αίματα. Βγήκα από το μπάνιο και πήγα στο δωμάτιό μου με το μωρό.

Δεν θα αργούσε η επιστροφή της μητέρας μου. Δεν ήξερα τι θα έπρεπε πλέον να κάνω. Άνοιξα το παράθυρο και την μπαλκονόπορτα του δωματίου μου και άφησα το μωρό να πέσει επάνω σε ένα δίχτυ, που γνώριζα ότι υπάρχει ακριβώς από κάτω στον ακάλυπτο χώρο της πολυκατοικίας μου, ενώ ήμουνα απόλυτα σίγουρη ότι δεν πρόκειται να πάθει τίποτα το μωρό μου.

Μάζεψα όσο ταχύτερα μπορούσα τις πετσέτες που είχαν αίμα, καθώς και τον πλακούντα, τα έβαλα σε μια σακούλα και κατέβηκα να τα πετάξω στον κάδο απορριμμάτων που βρίσκεται απέναντι από την πολυκατοικία. Επέστρεψα στο σπίτι και πριν προλάβω να ξεπλύνω το αίμα που είχε απομείνει στο μπάνιο, είχε γυρίσει η μητέρα μου…Ανέμενα καρτερικά την στιγμή που θα αποχωρούσε η μητέρα μου, είτε για κάποια δουλειά, είτε για ψώνια ώστε να πάρω το παιδί μου και να πάμε σε ένα νοσοκομείο.

Το Σάββατο, 21 Απριλίου, η από τον ισόγειο όροφο γειτόνισσα, ήρθε στο σπίτι μου και είπε στη μητέρα μου πως στο δίχτυ που βρίσκεται στον ακάλυπτο χώρο, φαίνεται να κείται κάτι σαν μωρό. Βγήκαν από το δωμάτιό μου να το δουν, όμως επειδή δεν ήταν ευδιάκριτο κατέβηκαν στο ισόγειο όπου και διαπίστωσαν πράγματι περί τίνος επρόκειτο. Αμέσως κάλεσαν την αστυνομία. Δεν ανέφερα τίποτα ούτε στους αστυνομικούς ούτε στη μητέρα μου, η οποία με ρώτησε επί τούτω εκ νέου, προφανώς ενθυμούμενη το περιστατικό της προηγούμενης ημέρας. Ο φόβος ο οποίος είχε πλέον αναμιχθεί με ντροπή, με απέτρεψε από το να της αναφέρω τι είχε συμβεί.

Άπαντα τα ανωτέρω αποδεικνύουν ότι πρόκειται για την συμπεριφορά και τις πράξεις ενός παιδιού ανίκανου να αντιδράσει με λογική και σύνεση. Ενός παιδιού που τρόμαξε μπροστά στον αναλογισμό των συνεπειών της γέννησης ενός τέκνου. Και μόλις εμφιλοχώρησε ο φόβος, δεν τέθηκε σε εφαρμογή κάποιο παιδοκτόνο σχέδιο, αντιθέτως, τέθηκε σε εφαρμογή η προσπάθεια διάσωσης του παιδιού μου. Η όλη αυτή, όμως, τραγική κατάσταση στην οποία είχα περιέλθει δεν επέτρεψε την αντιμετώπιση διά της λογικής των επιγενομένων καταστάσεων…,Είναι προφανές ότι δεν θα πρέπει να αξιολογηθεί η συμπεριφορά μου υπό οιοδήποτε έτερο πρίσμα, πλην εκείνου του μειωμένου καταλογισμού…της επιλοχίου καταθλίψεως, η οποία στην περίπτωσή μου επιρρωνύεται από άπαντα τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα πραγματικά περιστατικά σχετικά με την σχέση μου με τη μητέρα μου, τον πατέρα μου, τον κοινωνικό μου περίγυρο, αλλά και, τελικά, τον φυσικό πατέρα του αδικοχαμένου παιδιού μου.

Αυτό το τραυματικό γεγονός που βίωσα, δεν μπορεί να εξηγηθεί με την καθημερινή λογική και κατανόηση. Είναι τελείως διαφορετικός ο τρόπος αντιμετώπισης της κατάστασης από ένα άτομο, ένα κορίτσι, ένα παιδί, όταν το έμβρυο είναι ακόμα μέσα στην κοιλιά, που έχει τον έλεγχο αυτής της κατάστασης και διαφορετικά όταν έρχεται κάποιος αντιμέτωπος με την πραγματικότητα.

Προσπάθησα να βρω στήριγμα σε όλη αυτήν την περίπλοκη διαδικασία τόσο από τον σύντροφό μου όσο και από τους φίλους μου. Δυστυχώς η απόρριψή τους με ανάγκασε να ανέβω μόνη μου τον Γολγοθά ενώ και η φοβία μου για να το εξωτερικεύσω πολλαπλασιάστηκε. Αφού δεν ενδιαφέρονταν κανένας, πως η μητέρα μου θα το αποδέχονταν; Πως θα έβρισκα το θάρρος να πω κάτι τέτοιο σε αυτήν; Πως θα αντιδρούσε όταν όλοι οι υπόλοιποι με αποθαρρύνουν;

Δεν ζητώ να δικαιολογήσετε την πράξη μου. Ζητώ μόνο ένα ίχνος κατανόησης…. Ο εγκλεισμός μου σε κατάστημα κρατήσεως ή μονάδας ψυχικής υγείας θα έχει ως αποτέλεσμα την απόλυτη καταστροφή μου. Βάσει της καταστάσεώς μου, είναι αδύνατον να υπομείνω κάτι τέτοιο. Είναι δεδομένο πως αυτό θα οδηγήσει στον μαρασμό μου και τη διάλυση του υπολοίπου της ζωής μου, για την οποία, παρά τις δυσκολίες, έχω ακόμη όνειρα και θέλω να παλέψω με τα προβλήματά μου. Εκείνα που με έφεραν ενώπιόν Σας, να απολογούμαι για τη ζωή του ίδιου του παιδιού μου που πήρα..

Ο νόμος Σας παρέχει τη δυνατότητα, αφ’ ης στιγμής θεωρήσετε πως θα πρέπει να μου επιβληθεί ο οιοσδήποτε όρος, αυτός να είναι της υποχρεωτικής θεραπείας και ψυχιατρικής παρακολούθησης κατά τακτά χρονικά διαστήματα σε κατάλληλη εξωνοσοκομειακή Μονάδα Ψυχικής Υγείας ή εξωτερικά ιατρεία δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου. Ο όρος αυτός θα επιτελέσει και τον κοινωνικό σκοπό που οφείλει να υπηρετεί το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης μας, καθώς δεν θα καταστρέψει, αλλά θα βοηθήσει έναν άνθρωπο που έχει συνειδητοποιήσει την τραγικότητα των πράξεών του και έχει μεταμεληθεί.»

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ