Μία 22χρονη γυναίκα, τα τελευταία δύο χρόνια ζει με τους γονείς της. Επειδή η μητέρα της δεν φέρθηκε ποτέ σωστά, η γυναίκα δεν την φωνάζει “μαμά” αλλά “γυναίκα του πατέρα της”.
Η 22χρονη έχει δουλειά πλήρους απασχόλησης, άρα πληρώνει μόνη της τα απαραίτητα για να ζήσει και τους λογαριασμούς της. Δεν είναι βάρος στους γονείς της, αλλά ούτε αυτό είναι αρκετό για την μητέρα της.
“Κυριολεκτικά, όλη την ημέρα την περνάει στον υπολογιστή, παίζοντας τυχερά παιχνίδια, με τέτοια αφοσίωση, λες και είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Παρεμπιπτόντως, πάντα χάνει”.
“Δεν αναγνωρίζω τον πατέρα μου”
“Σπαταλάει τον μισθό του πατέρα μου και μετά ζητάει από εμένα να ‘τσοντάρω’ για τον μήνα. Όσο για τον πατέρα μου: Τα ξέρει όλα. Ξέρει πως, παίζει στα τυχερά παιχνίδια και το τελευταίο του ευρώ και μετά παραπονιέται που δεν έχει να πληρώσει τους λογαριασμούς. Κάνει όμως, πως δεν το βλέπει. Ή είναι σε άρνηση, ή έχει κουραστεί να τσακώνεται”.
“Ειλικρινά, υπάρχουν φορές που δεν τον αναγνωρίζω πλέον. Ήταν αυστηρός. Ήρεμος, αλλά αξιόπιστος. Τώρα πλέον συμφωνεί με ό,τι του πει, λες και φοβάται μην τον αφήσει. Δεν μπορώ να καταλάβω“.
Εν πάση περιπτώσει, η κοπέλα έβαζε κρυφά χρήματα στην άκρη. Σε κάθε πληρωμή, αποταμιεύει ένα ποσό χωρίς να το γνωρίζει η μητέρα της. Όνειρό της είναι να καταφέρει να αγοράσει το δικό της σπίτι, χωρίς να δημιουργήσει προβλήματα. Την περασμένη εβδομάδα όμως, η μητέρα της έψαξε μια από τις τσάντες της, όσο εκείνη ήταν στη δουλειά και ανακάλυψε έναν λογαριασμό από την τράπεζα, όπου φαινόταν το ποσό που έχει μαζέψει.
Η μητέρα της, έγινε έξαλλη όταν κατάλαβε πόσα έχει βάλει κρυφά στην άκρη. Την κατηγόρησε λέγοντας πως είναι εγωίστρια, τη στιγμή που ο πατέρας της ίσα – ίσα που τα βγάζει πέρα.
Της είπε πως, τρώει το φαγητό τους – πράγμα που δεν ισχύει, αφού η γυναίκα αγοράζει το φαγητό της μόνη της.
“Μου έδωσε τελεσίγραφο”
“Μου ξεκαθάρισε πως έχω δύο επιλογές: Ή να της δώσω ένα μερίδιο, ή να φύγω από το σπίτι. Την επόμενη κιόλας ημέρα, μάζεψα τα πράγματά μου”, είπε η γυναίκα.
“Αν νιώθω τύψεις, ανακούφιση ή θυμό; Μάλλον όλα αυτά, μαζί. Με έκανε να νιώθω πως τους έχω προδώσει. Λες και είμαι η κακιά της ιστορίας, επειδή δεν της δίνω χρήματα διαρκώς”.
“Με έκανε να νιώθω ότι δεν αγαπώ τον πατέρα μου, επειδή δεν χαραμίζω το μέλλον μου, προκειμένου να συνεχίσει εκείνη να κάνει τον τρόπο ζωής που θέλει. Προσφέρθηκα τους κάνω τα ψώνια του σούπερ μάρκετ. Μία φορά που κόντεψαν να τους κόψουν το ρεύμα, πλήρωσα εγώ τον λογαριασμό. Προσπάθησα ακόμη να μιλήσω στον πατέρα μου για τον τζόγο και εκείνος με παρότρυνε να μην το κάνω θέμα”.
Είναι επίσης θυμωμένη με τον πατέρα της, ο οποίος δεν μεσολάβησε καν. Το ξέρει πως, η μητέρα της θέλει τα χρήματά της επειδή είναι εξαρτημένη στον τζόγο, όμως αναρωτιέται ακόμη αν έπρεπε να της τα δώσει, προκειμένου να αποφύγει τις εντάσεις.