Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν αρχαία πόλη χτισμένη σε στρατηγική τοποθεσία, στην οποία εντόπισαν εντυπωσιακό οίκο με υπόγειο κελάρι, αλλά και ίχνη από χαρακώματα και άλλα ευρήματα από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι ανασκαφές έγιναν στη σημερινή πόλη Μελάν, η οποία βρίσκεται σε απόσταση περίπου 40 χιλιομέτρων βορειοανατολικά του Παρισιού. Έφεραν στο φως την αρχαία ρωμαϊκή πόλη Metlosedum, σε στρατηγική τοποθεσία, σ’ έναν μαίανδρο του Σηκουάνα.
Η πολεοδομία της πόλης στη ρωμαϊκή εποχή
Στη ρωμαϊκή περίοδο, η πόλη υπαγόταν στην πολιτεία (civitas) των Σηνονών (Senones), με κέντρο τη σημερινή πόλη Σενς, μια περιοχή κομβικής σημασίας, μέσα στο πολεοδομικό και γεωγραφικό δίκτυο της Ρωμαϊκής Γαλατίας.
Στη ρωμαϊκή εποχή, η πόλη Metlosedum, αναπτύχθηκε και στις δύο όχθες του Σηκουάνα, σε μια εύφορη ζώνη μεταξύ των υψωμάτων της Μπρι και του Γκατινέ, ένα σταυροδρόμι χερσαίων και υδάτινων δρόμων.
Παρότι δεν ήταν διοικητική πρωτεύουσα, η πόλη αυτή, ήταν χτισμένη σε στρατηγική θέση στη βορειοδυτική άκρη της επικράτειας των Σηνονών, συνορεύοντας με άλλες πολιτείες της Ρώμης όπως οι Μέλδες γύρω από το Μώ , το σημερινό Παρίσι και οι Carnutes, των οποίων οι κύριες πόλεις ήταν η Σαρτρ και Ορλεάν.
Μεταξύ του 1ου αιώνα π.Χ. και του 3ου αιώνα μ.Χ., παρατηρήθηκε ιδιαίτερη αστική ανάπτυξη, κυρίως στο νησί του Αγίου Στεφάνου και στην αριστερή όχθη του ποταμού. Η ανασκαφή, πραγματοποιείται στη συμβολή δύο κύριων αξόνων της αρχαίας πόλης:

Το κελάρι, βάθους 2.20 μέτρων και διατηρημένο, φτάνεται με μια διπλή σκάλα με στροφή τεταρτημορίου, αποτελούμενη από τρία σκέλη βαθμίδων και δύο πλατύσκαλα. Στο πρώτο πλατύσκαλο εντοπίστηκε μικρός, λείος στυλοβάτης κίονα, με κάλυμμα τόσο στην κάτω επιφάνεια, όσο και στην επιφάνεια έδρασής του. Φωτογραφία: : Hamid Azmoun / InrapΕνός από την ανατολικά προς τα δυτικά, κάτω από τη σημερινή rue de Belle Ombre, και ενός με προσανατολισμό από Βορρά προς Νότο, που σε ένα σημείο, συμπίπτει με τη rue de Dammarie.
Επιπλέον, ένας δεύτερος άξονας, εκτεινόταν προς τα δυτικά, αν και αυτός δεν έχει διασωθεί στον σύγχρονο αστικό ιστό. Πολλά τμήματα αυτής της οδού αναγνωρίστηκαν τόσο στην τρέχουσα ανασκαφική αποστολή, όσο και σε προηγούμενες παρεμβάσεις, επιβεβαιώνοντας τη σημασία της τοποθεσίας στον αρχαίο πολεοδομικό σχεδιασμό.
Ευρήματα μιας ρωμαϊκής έπαυλης
Ανάμεσα στα ευρήματα, βρέθηκε ένα μεγάλο, ορθογώνιο κτίριο, ένας οίκος, προσανατολισμένος στον άξονα Βορρά – Νότου, με εκτιμώμενο μέγεθος επιφάνειας τουλάχιστον 700 τ.μ., δυτικά της υπό διερεύνηση περιοχής.
Αν και το μεγαλύτερο τμήμα της κατασκευής είχε αποδομηθεί ήδη στην αρχαιότητα, έχουν διασωθεί ορισμένοι τομείς από τα πέτρινα θεμέλια, δεμένα με ασβεστοκονίαμα, κάτι που επιτρέπει την μερική ανασύνθεση της διάταξής τους.
Το μήκος του, φτάνει τα 28 μέτρα και φαίνεται πως ο χώρος ήταν οργανωμένος γύρω από μια μεγάλη κεντρική αυλή, που άνοιγε προς τον κεντρικό, κάθετο δρόμο της ρωμαϊκής πόλης, υποδεικνύοντας ότι επρόκειτο για έναν οίκο (domus), δηλαδή μία επιβλητική αστική κατοικία, παρόμοια με εκείνη που αποκαλύφθηκε στο Μελέν το 2008, στην πλατεία Λυσιέν-Οβέρ.
Η ανακάλυψη του κελαριού
Στο βορειοδυτικό άκρο, οι αρχαιολόγοι ταυτοποίησαν ένα εντυπωσιακό, υπόγειο κελάρι, διατηρημένο σε βάθος περίπου 2 μέτρων με καλά χτισμένους τοίχους και χαρακτηριστικά όπως αεραγωγό, κόγχες στους τοίχους και μία σκάλα αποτελούμενη από τρία διαδοχικά τμήματα με δύο ενδιάμεσα πλατύσκαλα που συνέδεαν τα διαφορετικά επίπεδα της οικίας.
Ανάμεσα στα ευρήματα, βρέθηκε ένα απλό κομμάτι κίονα, το οποίο είχε επαναχρησιμοποιηθεί, στοιχείο που υποδηλώνει πλούτο και αρχιτεκτονική ευελιξία.
Τα στοιχεία που «δείχνουν» οικίες
Σχεδόν σαράντα μέτρα προς τα ανατολικά, ανακαλύφθηκε ένα δεύτερο σύμπλεγμα κτιρίων περίπου 600 τ.μ. . Παρά τις βλάβες που είχε υποστεί λόγω σύγχρονων υποδομών, όπως αγωγοί και υπόγεια δίκτυα, ταυτοποιήθηκαν σημαντικά στοιχεία, ανάμεσα στα οποία, ένας ανεσκαμμένος χώρος, ο οποίος ακόμη εξετάζεται, και πιθανόν ένας μηχανισμός καύσης, κατασκευασμένος με τεγούλες (επίπεδα ρωμαϊκά κεραμίδια) όπως και ένας κεραμικός αγωγός νερού.
Η παρουσία των παραπάνω στοιχείων, μπορεί να υποδηλώνει την ύπαρξη κουζίνας ή οικιακού χώρου στην περιοχή. Οι δύο κατασκευασμένοι χώροι, χωρίζονται με ανοιχτές ζώνες που περιέχουν διάφορες ανεσκαμμένες δομές, όπως τάφρους αποθήκευσης, μικρά κελάρια χωρίς επένδυση και, μέχρι οκτώ αρχαία πηγάδια, επενδυμένα με ακατέργαστο ασβεστόλιθο.

Ολόκληρο το σύμπλεγμα, διαμορφώνει ένα πυκνό, αστικό πλέγμα, αρθρωμένο με χώρους οικιστικούς και βοηθητικούς, αν και δεν έχει καταγραφεί μέχρι στιγμής, κάποια συγκεκριμένη χειροτεχνική δραστηριότητα.
Η αποσπασματική κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα ευρήματα, καθιστά αδύνατη, προς το παρόν, την κατανόηση του αν οι δύο τομείς ανήκαν σε διαφορετικά κτίρια ή αν, αντίθετα, ήταν τμήματα ενός ενιαίου, μεγάλου οικιστικού συμπλέγματος, η έκταση του οποίου θα ξεπερνούσε τα 2.000 τ.μ.
Τα χαρακώματα και το στρατιωτικό κράνος
Μαζί με τα ευρήματα της Ρωμαϊκής εποχής, η ανασκαφή έφερε στο φως ένα σύνολο από οχυρωματικές τάφρους σε σχηματισμό ζιγκ – ζαγκ, οι οποίες δημιουργήθηκαν στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου.
Οι κατασκευές αυτές, είχαν δημιουργηθεί σε αυλή σχολείου για να προστατεύονται οι πολίτες από τις από αέρος επιδρομές, οι οποίες έχουν καταγραφεί εν μέρει, ενώ βρέθηκε ακόμη και ένα στρατιωτικό κράνος, τύπου Adrian, μοντέλο του 1926.