Ο πλανήτης σε κίνδυνο: Επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το 60% του πλανήτη δεν είναι «ασφαλής ζώνη»

Ο πλανήτης σε κίνδυνο: Επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το 60% του πλανήτη δεν είναι “ασφαλής ζώνη”. Φωτογραφία: Pexels

Ο πλανήτης σε κίνδυνο: Επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το 60% του πλανήτη δεν είναι “ασφαλής ζώνη”. Φωτογραφία: Pexels

Το 60% της παγκόσμιας επιφάνειας της γης, είναι εκτός των ορίων της ασφαλούς βιόσφαιρας, με την ανθρώπινη εκμετάλλευση της βιομάζας να προκαλεί εκτεταμένη οικολογική πίεση.

Μία νέα μελέτη, προσφέρει την πρώτη λεπτομερή χαρτογράφηση του πλανητικού ορίου που είναι γνωστό ως «λειτουργική ακεραιότητα της βιόσφαιρας», παρακολουθώντας την κατάστασή του ανά τους αιώνες και σε συγκεκριμένες περιοχές. Ακόμη, η ανάλυση έδειξε πως, το 60% της παγκόσμιας επιφάνειας της γης, έχει ήδη μετακινηθεί εκτός του ασφαλούς εύρους λειτουργίας, με το 38% να κατατάσσεται στην κατηγορία υψηλού κινδύνου.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο ινστιτούτο Πότσνταμ (Climate Impact Research – PIK), σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο BOKU στη Βιέννη και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό One Earth.

Η λειτουργική ακεραιότητα της βιόσφαιρας περιγράφει την ικανότητα του φυτικού κόσμου να συμβάλλει στη σταθερότητα του συστήματος της Γης. Για να το επιτύχει αυτό, η βλάστηση πρέπει να παράγει επαρκή ενέργεια μέσω της φωτοσύνθεσης ώστε να υποστηρίζει την κυκλοφορία του άνθρακα, του νερού και του αζώτου, που αποτελούν τη βάση των οικοσυστημάτων και των διασυνδεδεμένων διαδικασιών τους, ακόμη και υπό συνθήκες έντονης ανθρώπινης παρέμβασης.

Μαζί με την απώλεια βιοποικιλότητας και την κλιματική αλλαγή, αυτό το μέτρο ακεραιότητας αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία του πλαισίου Πλανητικών Ορίων, το οποίο καθορίζει τις συνθήκες που απαιτούνται για ασφαλές, λειτουργικό περιβάλλον για την ανθρωπότητα.

«Υπάρχει τεράστια ανάγκη η ανθρώπινη κοινωνία να αξιοποιεί τη βιόσφαιρα – για τροφή, πρώτες ύλες και, στο μέλλον, και για την προστασία του κλίματος», δηλώνει ο Fabian Stenzel, κύριος συγγραφέας της μελέτης και μέλος της ερευνητικής ομάδας του PIK Terrestrial Safe Operating Space. «Άλλωστε, η ανθρώπινη ανάγκη των ανθρώπων για βιομάζα, συνεχίζει να αυξάνεται – και επιπλέον, η καλλιέργεια γρασιδιού ή δέντρων που αναπτύσσονται γρήγορα για την παραγωγή βιοενέργειας με δέσμευση και αποθήκευση του άνθρακα, θεωρείται από πολλούς, μια σημαντική, υποστηρικτική στρατηγική σταθεροποίησης του κλίματος. Άρα, γίνεται ακόμη πιο σημαντική η ποσοτικοποίηση της πίεσης που ήδη ασκούμε στη βιόσφαιρα – με διαφοροποίηση ανά περιοχή και χρονικά – για ν’ αναγνωριστεί η υπερφόρτωση. Η έρευνά μας ανοίγει τον δρόμο για αυτό.

Φωτογραφία: Stenzel, Fabian et al.
One Earth, Volume 8, Issue 8, 101393

 

Δύο δείκτες για την μέτρηση της καταπόνησης και του κινδύνου

Η έρευνα βασίζεται στην πιο πρόσφατη αναθεώρηση του πλαισίου Πλανητικών Ορίων, που δημοσιεύθηκε το 2023.  «Το πλαίσιο πλέον τοποθετεί ξεκάθαρα τις ροές ενέργειας από τη φωτοσύνθεση στη βλάστηση της παγκόσμιας βλάστησης στο επίκεντρο των διαδικασιών που συν-ρυθμίζουν τη σταθερότητα του πλανήτη», εξήγησε ο Wolfgang Lucht, επικεφαλής του τμήματος Earth System Analysis του PIK και συντονιστής της μελέτης. «Αυτή η ροή ενέργειας, τροφοδοτεί κάθε μορφή ζωής – οι άνθρωποι ωστόσο, εκτρέπουν ένα σημαντικό κομμάτι της για τους δικούς τους σκοπούς, διαταράσσοντας τις δυναμικές διεργασίες της φύσης».

Η προκύπτουσα πίεση στο σύστημα της Γης μπορεί να εκτιμηθεί εξετάζοντας πόση από τη φυσική παραγωγικότητα της βιομάζας ανακατευθύνεται για ανθρώπινη χρήση—όπως οι συγκομιδές καλλιεργειών, το ξύλο και τα φυτικά υπολείμματα—καθώς και από την μείωσης της φωτοσυνθετικής δραστηριότητας που προκαλείται από τη μετατροπή της γης και τη σφράγιση του εδάφους.

Για να συμπληρωθεί αυτό, η μελέτη εισήγαγε επίσης ένα δεύτερο βασικό μέτρο της ακεραιότητας της βιόσφαιρας: έναν δείκτη κινδύνου αποσταθεροποίησης των οικοσυστημάτων, που παρακολουθεί μεγάλες αλλαγές στη δομή της βλάστησης, μαζί με ανισορροπίες στους κύκλους του νερού, του άνθρακα και του αζώτου.

Ευρώπη Ασία και Βόρεια Αμερική επηρεάζονται εντονότερα

Βάσει του παγκόσμιου μοντέλου βιόσφαιρας LPJmL, το οποίο εξομοιώνει τη ροή του νερού, του άνθρακα και του αζώτου σε καθημερινή βάση με ανάλυση μισού βαθμού σε γεωγραφικό μήκος/πλάτος, η μελέτη παρέχει ένα λεπτομερές αποθετήριο δεδομένων για κάθε ξεχωριστό έτος από το 1600, βασισμένο σε αλλαγές στο κλίμα και την ανθρώπινη χρήση της γης.

Η ερευνητική ομάδα όχι μόνο υπολόγισε, χαρτογράφησε και σύγκρινε τους δύο δείκτες για τη λειτουργική ακεραιότητα της βιόσφαιρας, αλλά τους αξιολόγησε και με μαθηματική σύγκριση με άλλα μέτρα από τη βιβλιογραφία, για τα οποία είναι γνωστά τα «κρίσιμα όρια». Αυτό οδήγησε στο να αποδοθεί σε κάθε περιοχή μια κατάσταση βασισμένη στα τοπικά όρια ανοχής για αλλαγές στο οικοσύστημα: Safe Operating Space (Ασφαλής Ζώνη Λειτουργίας), Zone of Increasing Risk (Ζώνη Αυξανόμενου Κινδύνου) ή High Risk Zone (Ζώνη Υψηλού Κινδύνου).

Οι υπολογισμοί του μοντέλου δείχνουν ότι ανησυχητικές εξελίξεις είχαν αρχίσει ήδη από το 1600 στα μεσαία γεωγραφικά πλάτη. Μέχρι το 1900, το ποσοστό της παγκόσμιας χερσαίας έκτασης όπου οι αλλαγές στα οικοσυστήματα ξεπερνούσαν την τοπικά καθορισμένη ασφαλή ζώνη ή βρίσκονταν στη ζώνη υψηλού κινδύνου ήταν 37% και 14% αντίστοιχα, σε σύγκριση με το 60% και 38% που παρατηρούμε σήμερα. Η βιομηχανική ανάπτυξη άρχισε να επιδρά ήδη σε αυτό το στάδιο. Η εκμετάλλευση της γης επηρέαζε την κατάσταση του πλανήτη πολύ πριν την παγκόσμια άνοδο της θερμοκρασίας. Σήμερα, αυτό το όριο της βιόσφαιρας έχει υπερβεί σχεδόν σε όλη τη χερσαία επιφάνεια – ειδικά στην Ευρώπη, την Ασία και τη Βόρεια Αμερική – που υπέστη έντονη μετατροπή της κάλυψης εδάφους, κυρίως λόγω της γεωργίας.

Κίνητρο για διεθνή πολιτική για το κλίμα

«Αυτός είναι ο πρώτος παγκόσμιος χάρτης που δείχνει την υπέρβαση των ορίων για την λειτουργική ακεραιότητα της βιόσφαιρας, απεικονίζοντας τόσο την ανθρώπινη κατάληψη της βιομάζας όσο και την οικολογική διαταραχή, είναι μια καινοτομία από επιστημονική άποψη, προσφέροντας μια καλύτερη συνολική κατανόηση των πλανητικών ορίων», εξηγεί ο Johan Rockström, διευθυντής του PIK και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης.

«Παράλληλα, προσφέρει σημαντικά κίνητρα για την περαιτέρω ανάπτυξη της διεθνούς κλιματικής πολιτικής. Αυτό καθώς, δείχνει τη σχέση ανάμεσα στη βιομάζα και των φυσικών δεξαμενών άνθρακα, και το πώς μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι κυβερνήσεις πρέπει να το αντιμετωπίσουν ως ενιαίο, συνολικό πρόβλημα: ολοκληρωμένη προστασία της βιόσφαιρας μαζί με την αποφασιστική δράση για την προστασία του κλίματος».

 

Φωτογραφία: Stenzel, Fabian et al.
One Earth, Volume 8, Issue 8, 101393
Exit mobile version