“Χρυσά” τα εφάπαξ του Κοινοβουλίου

“Χρυσά” τα εφάπαξ του Κοινοβουλίου 

 

Όποιος προλάβει το –έντονο- χρώμα του… χρήματος θα δει στη βουλή, αφού φαίνεται πως τα τελευταία «χρυσά» εφάπαξ θα καταβληθούν στους περίπου 165-170 αποχωρήσαντες υπαλλήλους, οι οποίοι έσπευσαν να καταθέσουν τα χαρτιά τους για σύνταξη προκειμένου να εξασφαλίζουν ένα χοντρό… κομπόδεμα για τα επόμενα χρόνια. 

Κι όλο αυτόν υπό τον φόβο τα χρήματα αυτά να «ψαλιδιστούν» σημαντικά, όπως έγινε με τις συντάξεις των κοινοβουλευτικών υπαλλήλων που είχαν κατοχυρώσει δικαίωμα από το 2010. Η άρον άρον φυγή –κυρίως υψηλόβαθμων- κοινοβουλευτικών υπαλλήλων εξηγείται εύκολα, αφού με τα τωρινά δεδομένα οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι, σύμφωνα με το «Εθνος της Κυριακής», δικαιούνται και θα λάβουν το διπλό εφάπαξ, το ένα από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, όπως το λαμβάνουν όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι και το άλλο από το ταμείο Αρωγής Υπαλλήλων της Βουλής (ΤΑΥΒ).

Υπολογίζεται πως από το πρώτο ένας μέσος όρος του εφάπαξ που θα βγει για τους αποχωρήσαντες υπαλλήλους της βουλής είναι περίπου 60 χιλιάδες ευρώ, ενώ πολύ μεγαλύτερο είναι το εφάπαξ από το ΤΑΥΒ αφού φτάνει κοντά στις 100 χιλιάδες ευρώ. Το κόστος λοιπόν, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, που θα κληθεί να καταβάλει το ΤΑΥΒ το επόμενο διάστημα θα ξεπερνά τα 17 εκατ. ευρώ, ενώ συνολικά το διπλό εφάπαξ που θα πάρουν οι υπάλληλοι που αποχωρούν θα φτάνει κατά μέσο όρο στα 160.000 ευρώ για τον καθένα, ανάλογα πάντα με τον βαθμό και τα χρόνια που έχει στην υπηρεσία. Το πρόβλημα, ωστόσο με βάση το ρεπορτάζ, είναι ότι από το πρόσφατο «κούρεμα» τα αποθεματικά του ΤΑΥΒ έχουν περιοριστεί σημαντικά, ενώ κάποιοι λένε πως δεν αρκούν καν να καλύψουν τα συγκεκριμένα εφάπαξ και οι δικαιούχοι θα τα λάβουν σε πολλές δόσεις.

Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας, ο μέσος όρος των μεικτών αποδοχών των υπαλλήλων της Βουλής υπολογίζεται σε 2.200 έως 2.400 ευρώ το μήνα, με το ποσό αυτό προ περικοπών να άγγιζε τα 3.300 έως 3.5000 ευρώ. Μέσα σε αυτά τα ποσά υπολογίζονται και οι υπερωρίες των υπαλλήλων, οι οποίες είναι πολλαπλάσιες σε σχέση με τον υπόλοιπο δημόσιο τομέα. 

 

Πηγή: Έθνος της Κυριακής

 

 

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ