Συναγερμός για τη βία στην Ελλάδα
Τα εξαιρετικά ανησυχητικά αποτελέσματα που προέκυψαν από την καταγραφή πράξεων βίας, κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2012, παρουσίασε σήμερα το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, σε συνέντευξη Τύπου σε μια κατάμεστη αίθουσα.
Το Δίκτυο, που εκτός από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.) και την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Ε.Δ.Α.) περιλαμβάνει σήμερα 23 μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλους φορείς, κατέγραψε με βάση τις μαρτυρίες των ίδιων των θυμάτων συνολικά 87 περιστατικά ρατσιστικής βίας εναντίον προσφύγων και μεταναστών από τον Ιανουάριο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2012. Περισσότερα από τα μισά από αυτά τα περιστατικά συνδέονται με εξτρεμιστικές ομάδες που δρουν οργανωμένα και βάσει σχεδίου, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τα θύματα ή οι μάρτυρες ανέφεραν ότι ανάμεσα στους δράστες αναγνώρισαν άτομα που συνδέονται με τη Χρυσή Αυγή.
Ιδιαίτερα αυξημένη παρουσιάζεται η βιαιότητα των επιθέσεων που καταγράφηκαν, με χρήση όπλων όπως ρόπαλα, σιδηρολοστοί, γκλομπ, αλυσίδες, σιδηρογροθιές, μαχαίρια και σπασμένα μπουκάλια, ενώ έχει καταγραφεί η πανομοιότυπη χρήση μεγαλόσωμων σκύλων. Ειδική κατηγορία αποτελούν τα 15 περιστατικά, όπου συνδέεται η αστυνομική με τη ρατσιστική βία.
Σύμφωνα με το Δίκτυο, το κυριότερο πρόβλημα που προέκυψε από την καταγραφή των περιστατικών είναι η αδυναμία ή απροθυμία των διωκτικών αρχών να καταγράψουν τα περιστατικά ρατσιστικής βίας και να προβούν σε επαρκή έρευνα και συλλήψεις, ή ακόμα και η αποθάρρυνση των θυμάτων ρατσιστικής βίας που στερούνται νομιμοποιητικών εγγράφων παραμονής να καταγγείλουν περιστατικά βίας στις αστυνομικές αρχές.
Βάσει των συμπερασμάτων που προέκυψαν, τα μέλη του Δικτύου προχωρούν σε συγκεκριμένες προτάσεις προς την ελληνική πολιτεία (το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και το Υπουργείο Δικαιοσύνης) για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας.
Στην παρέμβασή του, ο Επικεφαλής του Γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, Γιώργος Τσαρμπόπουλος, επισήμανε: «Αυτό που βιώνουμε σήμερα είναι η επιστροφή στη βαρβαρότητα, η απαξία της ανθρώπινης υπόστασης, η αμφισβήτηση της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας και των μη διακρίσεων, η πρόκληση προς το Κράτος Δικαίου και τη δημοκρατία από οργανωμένες ομάδες κρούσης που δρουν πλέον ως παρακράτος. Γι’ αυτό και υπερασπιζόμενοι τα αυτονόητα για τους πρόσφυγες και μετανάστες (το δικαίωμα στη ζωή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια), υπερασπιζόμαστε τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα όλης της Ελληνικής κοινωνίας».
Από τη μεριά του ο πρ. Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Κωστής Παπαϊωάννου, έκρουσε των κώδωνα του κινδύνου: «Σήμερα σημαίνουμε συναγερμό γιατί η ρατσιστική βία και η νέα ναζιστική απειλή έχουν γενικευτεί και απειλούν την ίδια τη λειτουργία της δημοκρατίας. Η ρατσιστική βία δεν στρέφεται μόνο κατά των μεταναστών αλλά κατά πολλών ομάδων του πληθυσμού και κατά της συνοχής της κοινωνίας. Απευθυνόμαστε στην ελληνική κυβέρνηση και ζητάμε να αναλάβει τις ευθύνες της με πρώτη προτεραιότητα την εξάρθρωση των νεοναζιστικών κυκλωμάτων στο εσωτερικό της ΕΛ.ΑΣ.».
Ο Πρόεδρος του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών, Μοαβία Αχμέτ, κατήγγειλε ότι δέχονται επιθέσεις τα αναγνωρισμένα σωματεία των μεταναστών, «το πιο νόμιμο κομμάτι τους, το βασικό κανάλι επικοινωνίας τους με το κράτος και την κοινωνία». Είπε επίσης πως οι μετανάστες φοβούνται πολύ, αναφέροντας ως παράδειγμα ότι η κοινότητα των Μαροκινών αναβάλλει τα μαθήματα αραβικών που γίνονταν στην Αθήνα, φοβούμενη τις επιθέσεις.
