Διάλογοι «φωτιά» από τη σπείρα των Ρομά που εξαπατούσε πολίτες με λεία 3 εκατ. ευρώ – «Μην φοβάσαι, αυτόν τον κωδικό τον δίνεις μόνο σε μένα»

Έτσι δρούσε η σπείρα των Ρομά

Διαλόγους «φωτιά» μεταξύ των μελών της σπείρας, που είχε πάρει… master στις απάτες, ξαφρίζοντας ανυποψίαστους πολίτες, φέρνει στο φως το enikos.gr. Από την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Αθηνών της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής σχηματίστηκε δικογραφία σε βάρος 37 ατόμων, κυρίως Ρομά, ενώ εξιχνιάστηκαν 656 υποθέσεις με το παράνομο οικονομικό όφελος να ανέρχεται στο χρηματικό ποσό των 2.955.804 ευρώ, από τον Οκτώβριο του 2022.

Συγκεκριμένα, οι μεθοδολογίες που χρησιμοποιούσαν τα μέλη της οργάνωσης ήταν τρεις και αφορούσαν την αγοραπωλησία ανύπαρκτων οχημάτων για την αρπαγή των προκαταβολών, την καταβολή δήθεν κρατικών επιδομάτων ή τις επιστροφές φόρων, ενώ δεν παρέλειπαν να παριστάνουν τους λογιστές και να αποσπούν τα τραπεζικά στοιχεία των θυμάτων τους. Η οργάνωση είχε ως «Κέντρα» της την περιοχή των συνοικισμών Ρομά του Ζευγολατιού και των Εξαμιλίων Κορινθίας αλλά και το Άργος Αργολίδος.

Αγόραζαν πανάκριβα σπίτια και αυτοκίνητα

Τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης με τα λεφτά που κέρδιζαν από τις απάτες, ζούσαν χλιδάτη ζωή. Συγκεκριμένα, η σπείρα δρούσε σαν μια καλά οργανωμένη επιχείρηση με τεράστια κέρδη, μέρος των οποίων νομιμοποιούνταν με παντός τύπου αγορές, όπως οχήματα μεγάλης ιπποδύναμης, ανέγερση κατοικιών, πολλαπλές αγορές κ.α. και με σταθερή επιδίωξη την απόκτηση παράνομου περιουσιακού οφέλους.

Το enikos.gr παρουσιάζει το modus operandi της οργάνωσης και την ιεραρχία της σπείρας.

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., με βάση το γεγονός ότι η δήλη εγκληματικότητα, αποτελεί το 20% της πραγματικής εγκληματικότητας, υπολογίζεται ότι η οργάνωση στο ίδιο χρονικό διάστημα, ήτοι των δύο  ετών, έχει διαπράξει πάνω από 3.000 περιπτώσεις απατών, αποσπώντας χρηματικό ποσό άνω των 14.000.000 ευρώ.

Όπως αναφέρεται στο διαβιβαστικό της ΕΛ.ΑΣ., η οργάνωση δρούσε πανελλαδικά, με «Κέντρα» της, την περιοχή των συνοικισμών Ρομά του Ζευγολατιού και των Εξαμιλίων Κορινθίας αλλά και το Άργος Αργολίδος, όπου είχαν στήσει το αρχηγείο – τηλεφωνικό κέντρο τους, εκμεταλλευόμενοι τις ιδιαιτερότητες των περιοχών.

Η Σαλαμίνα αποτέλεσε επιχειρησιακό κέντρο του Ζευγολατιού και των Εξαμιλίων Κορινθίας, λόγω της γεωγραφικής της ιδιαιτερότητας αλλά και μεγάλης στρατολόγησης μελών που πέτυχε η οργάνωση. Η Αμαλιάδα και η Γαστούνη Ηλείας αποτέλεσε επιχειρησιακό κέντρο του Άργους, λόγω της γεωγραφικής της ιδιαιτερότητας αλλά και μεγάλης στρατολόγησης μελών που πέτυχε η οργάνωση.

Γενικά, η πλειοψηφία των μελών της σπείρας είχαν καθημερινή επαφή μεταξύ τους, ενώ φέρεται να γνωρίζονται πολλά χρόνια και παράλληλα ανήκουν κατά κύριο λόγο σε άτομα φυλής «Ρομά», ή τους συνδέουν μεταξύ τους συγγενικοί – οικογενειακοί – φιλικοί δεσμοί, γεγονός που μαρτυρά την εμπιστοσύνη και εχεμύθεια μεταξύ τους σχετικά με τις παράνομες αυτές πράξεις, όπως εκτιμούν οι αστυνομικοί.

Πώς δρούσε η σπείρα με τις απάτες

Τα μέλη της οργάνωσης επιδεικνύοντας μεγάλη εξοικείωση με τη λειτουργία των τραπεζικών συστημάτων και τα αυτόματα μηχανήματα συναλλαγών (ΑΤΜ), κατάφερναν να κατευθύνουν λανθασμένα και να ξεπερνούν τα επίπεδα ασφαλείας, πραγματοποιώντας καθημερινά απάτες σε βάρος ανυποψίαστων πολιτών με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και εν συνεχεία ενημέρωναν τα μέλη, τα οποία είχαν επιφορτιστεί με την ανάληψη των χρημάτων από ΑΤΜ, τα οποία πραγματοποιούσαν άμεσα τις αναλήψεις, λαμβάνοντας μέτρα προστασίας (μάσκες, κουκούλες κλπ).

Μέρος των χρημάτων αυτών χρησιμοποιούνταν για την αμοιβή των στρατολογημένων προσώπων και λοιπών εξόδων, ενώ η μερίδα του λέοντος κατέληγε είτε με αυτοπρόσωπη παράδοση είτε μέσω εταιριών μεταφοράς χρημάτων, στους διευθύνοντες της οργάνωσης.

Η οργάνωση, η υποδομή, η προεργασία, ο συντονισμός, ο σχεδιασμός, η μεθοδικότητα των ενεργειών τους, η εν γένει συμπεριφορά των μελών και οι αυστηρά καθορισμένοι και διακριτοί ρόλοι τους, είναι αντιπροσωπευτικά της σοβαρότητας και του επαγγελματισμού της εν λόγω εγκληματικής οργάνωσης, αφού χρησιμοποιούσαν τεχνικές και μεθόδους που εφαρμόζονται από πολύ καλά οργανωμένες εγκληματικές ομάδες.

Τέλος, όπως προέκυψε από την έρευνα της ΕΛ.ΑΣ., τα μέλη των εγκληματικής οργάνωσης, σε καθημερινή βάση πραγματοποιούσαν πλήθος τηλεφωνικών κλήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας σε πλήθος υποψήφιων θυμάτων, γεγονός που καταδεικνύει την απουσία οποιασδήποτε άλλης εργασίας για βιοπορισμό, έχοντας ως μοναδική ασχολία την εγκληματική τους δράση, η οποία ήταν αδιάκοπη και πλήρως μεθοδευμένη με τελικό σκοπό την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους.

Σημειώνεται ότι η οργάνωση εξαπατούσε πέραν από επιχειρήσεις και εύπορους, άτομα με ιδιαίτερα σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπως άνεργοι, χαμηλόμισθοι ή συνταξιούχοι, οι οποίοι επί το πλείστο δικαιούνταν τα κρατικά επιδόματα, σε μια εποχή, όπου η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει κυρίως τα χαμηλότερα στρώματα.

Τα «GHOST PHONES»

Τα μέλη της σπείρας χρησιμοποιούσαν «GHOST PHONES», τηλεφωνικές συνδέσεις που είχαν ενεργοποιηθεί στο όνομα ανύπαρκτων αλλοδαπών ή τρίτων προσώπων και που ενάλλασσαν και ανανέωναν ανά τακτά χρονικά διαστήματα, προκειμένου να εξαφανίζουν τα ίχνη τους. Ουσιαστικά, οι εν λόγω τηλεφωνικές συνδέσεις εκδίδονται σε άτομα – αχυρανθρώπους, συνήθως αλλοδαπούς, τις οποίες δεν χρησιμοποιούν οι ίδιοι, αλλά οι δράστες της οργάνωσης για την διάπραξη αδικημάτων αποκρύπτοντας με αυτό τον τρόπο τα στοιχεία ταυτότητας τους, δυσχεραίνοντας το έργο των διωκτικών αρχών ως προς την ταυτοποίησή τους.

Προς εξυπηρέτηση και επίτευξη των εγκληματικών επιδιώξεων τους είχαν εφοδιασθεί με πλήθος, τηλεφωνικών συνδέσεων και τηλεφωνικών συσκευών, οι οποίες αντιστοιχούσαν πολλές φορές σε τηλεφωνικές συνδέσεις με αριθμούς κλήσης διαδοχικής σειράς και ήταν ονομαστικοποιημένες ως επί το πλείστον σε τρίτα πρόσωπα και συγκεκριμένα αλλοδαπούς.

Τα ανώτερα στην ιεραρχία μέλη της οργάνωσης καθοδηγούσαν τα κατώτερα στην λειτουργία και δράση τους και επόπτευαν την ορθή εκτέλεση των οδηγιών τους. Προς τούτο, κατά τις μεταφορές των χρηματικών ποσών δεν χρησιμοποιούσαν τραπεζικούς λογαριασμούς δικούς τους ή οικείων τους, αλλά λογαριασμούς τρίτων προσώπων «money mules», τους οποίους στρατολογούσαν και εξαγόραζαν έναντι χρηματικής αμοιβής, ανάλογα με την τράπεζα κάθε φορά.

Η στρατολόγηση των δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., η ανεύρεση και εν συνεχεία η στρατολόγηση των δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών γινόταν τόσο από ανώτερα όσο και από κατώτερα σε ιεραρχία μέλη της οργάνωσης, τα οποία αναζητούσαν άτομα που είχαν οικονομική ανάγκη (τοξικομανείς, τζογαδόρους, επαίτες κ.α.), εκμεταλλευόμενοι τυχόν προβλήματα εθισμού σε τζόγο, ναρκωτικά κλπ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί εκείνο ενός ανώτερου μέλους της οργάνωσης, ο οποίος εκμεταλλευόμενος την οικονομική ισχύ του, στρατολογούσε τραπεζικά στοιχεία από άτομα στα οποία πωλούσε ναρκωτικές ουσίες.

Η εγκληματική οργάνωση δεν θα μπορούσε να πετύχει τους σκοπούς της, χωρίς την συμμετοχή και την παραχώρηση των τραπεζικών στοιχείων των ως άνω ατόμων (money mules), αφού στηρίζονται στις χρηματικές τραπεζικές μεταφορές μέσω των λογαριασμών αυτών, οι οποίες καταγράφονται και είναι ανιχνεύσιμες κατόπιν άρσης του τραπεζικού απορρήτου. Τα πρόσωπα αυτά – «money mules»- παρέδιδαν στα ειδικώς στρατολογημένα για τον σκοπό αυτό μέλη της οργάνωσης τις τραπεζικές τους κάρτες, τα στοιχεία της ηλεκτρονικής τραπεζικής (όνομα χρήστη – username και κωδικό πρόσβασης – password) καθώς και την ταυτοποιημένη στην τράπεζά τους τηλεφωνική σύνδεση – συσκευή κινητής τηλεφωνίας στην οποία ελάμβαναν τους κωδικούς μιας χρήσης (OTPs). Με τον τρόπο αυτό τα μέλη της οργάνωσης, αποκτούσαν πλέον πλήρη έλεγχό του αντίστοιχου τραπεζικού λογαριασμού ως διαχειριστές, με αποτέλεσμα την πραγματοποίηση ηλεκτρονικών συναλλαγών, είτε μέσω «ebanking» ή «mobile banking», αλλά και την άμεση ανάληψη των χρημάτων από διάφορα ΑΤΜ τραπεζών.

Προκειμένου ακόμη να αποκρύψουν τα ίχνη τους, δηλαδή να φέρουν στην κατοχή τους τα κέρδη από τις παράνομες δραστηριότητες, ενεργοποιούσαν τα μέγιστα όρια αναλήψεων τραπεζικών λογαριασμών των στρατολογημένων δικαιούχων – «money mules», από 3.000 μέχρι 5.000 ευρώ, (μέσω της ηλεκτρονικής εφαρμογής της τράπεζας ή κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας με το τμήμα εξυπηρέτησης πελατών της τράπεζας προσποιούμενοι τον πραγματικό κάτοχο αυτής, καθόσον είχαν παραδοθεί τα πλήρη στοιχεία ταυτότητας αυτών).

Σημειώνεται είναι ότι πολλοί εκ των τραπεζικών λογαριασμών και των καρτών αυτών, έχουν δηλωθεί ψευδώς από τους δικαιούχους τους ότι εκλάπησαν.

Συγκεκριμένα σε ορισμένες περιπτώσεις, η οργάνωση εξαγόραζε τα τραπεζικά στοιχεία από τα money mules, στους οποίους εξηγούσε ότι θα χρησιμοποιηθούν ως σταθμοί μεταφοράς παράνομων χρημάτων από παράνομες πράξεις, ωστόσο για να αποφύγουν οι δικαιούχοι ποινικές ευθύνες, τους καθοδηγούσαν αμέσως μετά την ολοκλήρωση της απάτης και της ανάληψης των μετρητών από τα μέλη της οργάνωσης, να μεταβούν στην οικία Αστυνομική Αρχή και να δηλώσουν ότι τα τραπεζικά τους στοιχεία σε άγνωστο τόπο και χρόνο εκλάπησαν.

Η δομή της οργάνωσης

Η οργάνωση είχε μορφή πυραμίδας όπως απεικονίζεται παρακάτω:

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., οι διευθύνοντες της οργάνωσης, όριζαν την ταυτότητα της οργάνωσης, καθώς πέραν της υποτέλειας που έδειχναν τα κατώτερα μέλη σε αυτούς, αντιστρόφως εκείνοι όριζαν δεσμευτικά τον σκοπό της οργάνωσης, ο οποίος ήταν η επιδίωξη απόκτησης παράνομου περιουσιακού οφέλους μέσω της εξαπάτησης πολιτών και νομικών προσώπων, σύμφωνα με τις οδηγίες και τις εντολές που έδιδαν στα κατώτερα μέλη. Μάλιστα, καθόριζαν τη μεθοδολογία και δράση της οργάνωσης, καθώς είχαν τον πλήρη έλεγχο.

Στα ενδιάμεσα επίπεδα της πυραμίδας, υπάρχουν τα ανώτερα και απλά μέλη, που αφορούν κύριους και βοηθητικούς στρατολογητές, τηλεφωνητές, διαχειριστές και αναλήπτες-παραλήπτες χρημάτων. Αυτοί υπότασσαν την βούληση τους, στην βούληση της οργάνωσης ως ολότητα, προκειμένου να υπηρετήσουν τον κοινό σκοπό της οργάνωσης, αποτελώντας ενιαία και αδιαίρετη ομάδα, με διακριτούς ρόλους και εντασσόμενοι στο μεσαίο επίπεδο της ιεραρχίας. Τα ανωτέρω στηρίζονται και στο γεγονός ότι κάθε πράξη (ανάληψη μετρητών, εξαπάτηση μέσω τηλεφωνικών κλήσεων, συλλογή τραπεζικών στοιχείων κλπ) συνέβαλλε καθοριστικά στην επίτευξη του στόχου της οργάνωσης, σύμφωνα με τις οδηγίες και τις εντολές που έπαιρναν από την διεύθυνση της οργάνωσης.

Τέλος, στην βάση της πυραμίδας της οργάνωσης, υπάρχουν τα money mules, (εκτός των περιπτώσεων που τα τραπεζικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν αποτελούν προϊόν κλοπής), που έφεραν τουλάχιστον ενδεχόμενο δόλο, ως προς τους σκοπούς της οργάνωσης, συμβάλλοντας καθοριστικά στην λειτουργία, την διάρκεια δράσης της οργάνωσης αλλά και την ιεραρχικά δομημένη δράση της καθόσον τα τραπεζικά στοιχεία τους αρχικώς δίδονταν σε κατώτερα μέλη της οργάνωσης – στρατολογητές και εκείνοι με την σειρά τους στους διευθύνοντες την οργάνωση.

Επειδή οι τραπεζικοί λογαριασμοί όπως φαίνεται και παρακάτω χρησιμοποιούνταν κατά κύριο λόγο μια μόνο φορά, γίνεται εμφανές ότι έπρεπε διαρκώς να στρατολογούνται νέα μέλη, τα οποία έναντι αμοιβής παρέδιδαν τα τραπεζικά τους στοιχεία.

Διεύθυνση της οργάνωσης (Ζευγολατιό – Εξαμίλια Κορινθίας & Άργος Αργολίδος):

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., το αρχηγείο της κάθε υποομάδας αποτελείται από τον αρχηγό/ διευθυντή καθώς και από μικρό αριθμό ατόμων, διαχειριστών και συντονιστών της εγκληματικής πράξης, που στην πλειονότητά τους ανήκουν στο στενό οικογενειακό – φιλικό κύκλο. Αποτελεί τον τελικό προορισμό των παρανόμως αφαιρεθέντων χρηματικών ποσών. Η κύρια αρμοδιότητα του αρχηγείου είναι ο συντονισμός της εγκληματικής δράσης και η οικονομική διαχείριση των «εσόδων» από την εγκληματική τους δραστηριότητα. Βρίσκονται σε διαρκή συνεννόηση με τα μέλη του εκάστοτε «επιχειρησιακού κέντρου» της Κορινθίας / Άργους, καθοδηγούν τα κάτω από αυτούς μέλη της Οργάνωσης για την συλλογή των τραπεζικών στοιχείων και καρτών, συγκεντρώνουν τα χρήματα από τους εισπράκτορες και τα προωθούν, αφού παρακρατήσουν τα χρήματα που αντιστοιχούν στην αμοιβή τους, στην αμοιβή των κατώτερων μελών της οργάνωσης, των στρατολογημένων δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών και σε άλλα έξοδα (καύσιμα, τηλεφωνικές κάρτες κτλ).

Τηλεφωνικό κέντρο

Το τηλεφωνικό κέντρο αποτελείται από έναν τουλάχιστον συντονιστή – διευθύνοντα και ένα μικρό αριθμό έμπιστων μελών, συνήθως του στενού συγγενικού κύκλου, οι οποίοι μιλούν άπταιστα ελληνικά, διαθέτουν τεχνική κατάρτιση στη χρήση ηλεκτρονικών συσκευών και έχουν άριστη γνώση λειτουργίας της ηλεκτρονικής τραπεζικής των τραπεζών. Αποτελεί το βασικό κομμάτι της εγκληματικής δράσης και συντονίζεται από το αρχηγείο της οργάνωσης. Κύρια αρμοδιότητά του είναι η ανεύρεση υποψήφιων θυμάτων, η τηλεφωνική επικοινωνία μαζί τους και η εξαπάτησή τους με διάφορες τεχνικές και γνώσεις.

Επιχειρησιακό Κέντρο (συλλογή τραπεζικών στοιχείων και προϊόντων εγκλήματος – διαχείριση τραπεζικών λογαριασμών e-banking.

Tο κέντρο συλλογής τραπεζικών στοιχείων και προϊόντων εγκλήματος απαρτίζεται από τρία τμήματα τα οποία έχουν ως ρόλο:

Το κάθε τμήμα διευθύνεται από έναν τουλάχιστον συντονιστή, ενώ τα μέλη αυτών εναλλάσσονται ανά τμήμα, ανάλογα με τις ανάγκες της εγκληματικής οργάνωσης. Το τμήμα συλλογής τραπεζικών καρτών είναι αρμόδιο για τη συλλογή και έλεγχο λειτουργικότητας των τραπεζικών καρτών των «μουλαριών», καθώς και για την παράδοση των εν λόγω στοιχείων στον συντονιστή.

Ακόμη, κατόπιν εντολής αγοράζουν τραπεζικά στοιχεία και κινητά τηλέφωνα τα οποία έχουν αποτελέσει προϊόν κλοπής και αποκτούν έτσι πλήρη πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς. Το τμήμα ανάληψης χρηματικών ποσών είναι αρμόδιο για την μετάβαση και παραμονή πλησίον ΑΤΜ ώστε μετά το πέρας της εγκληματικής πράξης να προβεί στην ανάληψη των αφαιρεθέντων χρηματικών ποσών. Το τμήμα παραλαβής και μεταπώλησης προϊόντων εγκλήματος είναι αρμόδιο για τον έλεγχο πορείας και την παραλαβή των προϊόντων τεχνολογίας, τα οποία έχουν αγορασθεί με τη χρήση των τραπεζικών στοιχείων των θυμάτων, καθώς και την μετέπειτα μεταπώλησή τους σε τρίτους.

 «Μουλάρια» (money mules)

Αναφορικά με τους συνεργούς – «μουλάρια» αποτελούν το τελευταίο ιεραρχικά τμήμα, το οποίο δεν ανήκει στη βασική δομή της οργάνωσης και δύναται να χαρακτηριστεί ως εξωτερικό τμήμα, πλην όμως χωρίς τη συνδρομή του η εγκληματική δραστηριότητα θα καθίστατο δυσχερής, σύμφωνα με το διαβιβαστικό της ΕΛ.ΑΣ. Τα συγκεκριμένα μέλη παρέχουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, όπως τις τραπεζικές τους κάρτες και τα διαπιστευτήρια εισόδου της ηλεκτρονικής τραπεζικής του συνδεδεμένου με αυτές λογαριασμού, έναντι χρηματικής αμοιβής, η οποία κυμαίνεται μεταξύ των 300 και οκτακοσίων 800 ευρώ, με σκοπό την διευκόλυνση της δράσης της Εγκληματικής Οργάνωσης.

Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται τόσο η άμεση μεταφορά των «εσόδων» της οργάνωσης όσο και η προστασία των στοιχείων ταυτότητας – προστασία των μελών της καθώς τα «μουλάρια» χρησιμοποιούνται ως «μπροστινοί». Σημαντικό είναι ότι, η συγκεκριμένη εγκληματική οργάνωση παράλλασε αρκετά συχνά τη μεθοδολογία της, εφαρμόζοντας κάθε φορά και μία καινούρια και καινοτόμο μέθοδο, γεγονός που οφείλεται στη χρόνια εμπειρία των αρχηγικών μελών της, την οποία είχαν αποκτήσει ως μέλη προγενέστερων εγκληματικών οργανώσεων.

Χαρακτηριστικό είναι ότι, με την παρέλευση του χρόνου τα κατώτερα μέλη, αν δεν γίνει αντιληπτή η δράση τους από τις αρχές, προάγονται σε ανώτερα και πολλές φορές φτάνουν ακόμη και στην διεύθυνση οργάνωσης, ένεκα της εμπειρίας και της γνώσης που έχουν αποκτήσει, από το πέρασμα τους σε όλα τα στάδια της πυραμίδας.

Οι «καυτοί» διάλογοι των μελών της σπείρας

Συνομιλία του αρχηγού της οργάνωσης (με το προσωνύμιο «Κώστας») με μέλος της σπείρας, η οποία από 18/12/2023 έως 14/03/2024, ήταν έγκλειστη στις φυλακές Κορυδαλλού, την ημέρα των γενεθλίων του πρώτου

Συνομιλία του αρχηγού της οργάνωσης στο κέντρο του Άργους, με μέλος της οργάνωσης, με το προσωνύμιο «Κατερίνα», η οποία σύμφωνα με τη δικογραφία, είχε έτοιμες προς παράδοση στην οργάνωση τις τραπεζικές κάρτες, πλην της κάρτας SIM, ώστε να μεταφερθούν σε αυτές παράνομα έσοδα από την τέλεση απατών.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η οργάνωση ανέβαζε τα όρια των τραπεζικών συναλλαγών στην εκάστοτε τραπεζική κάρτα, για την διευκόλυνση ανάληψης μετρητών.

Ο διευθύνων της οργάνωσης στο κέντρο του Άργους, με το προσωνύμιο «Κώστας», εξαγοράζει τραπεζικά στοιχεία (κάρτες και λογαριασμούς), με τις δηλωθείσες σε αυτούς τηλεφωνικές συνδέσεις, προκειμένου να μεταφερθούν σε αυτούς παράνομα έσοδα από την τέλεση απατών.

Συνομιλία του αρχηγού της οργάνωσης ξανά με την «Κατερίνα».

Ο διευθύνων της οργάνωσης στο κέντρο του Άργους, συνομιλεί αρχικά με γυναίκα-μέλος της οργάνωσης και στη συνέχεια με άγνωστο άνδρα. Ο διευθύνων της οργάνωσης με το προσωνύμιο «Κώστας», παραδέχεται ότι διαπράττει απάτες, ενώ έχουν στρατολογηθεί για τους σκοπούς της οργάνωσης τουλάχιστον -100-τραπεζικοί λογαριασμοί, από Βούλγαρους Υπηκόους, οι οποίοι εξαγοράσθηκαν, προκειμένου να μεταφερθούν σε αυτούς παράνομα έσοδα από την τέλεση απατών.

Ακολουθεί η συνομιλία με άγνωστο άνδρα

Διαβάστε και έναν από τους διαλόγους με θύμα μία γυναίκα, που φέρνει στο φως της δημοσιότητας το enikos.gr

Exit mobile version