Απαντούν στη Ρεπούση

Απαντούν στη Ρεπούση

Απάντηση στη βουλευτή της ΔΗΜΑΡ, Μαρία Ρεπούση για το θέμα των Αρχαίων Ελληνικών, δίνουν τα μέλη του Τομέα Κλασικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ τονίζοντας ότι «τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά παραμένουν ζωντανά».

Όπως αναφέρουν τα μέλη του Τομέα Κλασικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, «στην πρόσφατη συζήτηση για το νέο Λύκειο στη Βουλή η βουλευτής της ΔΗΜ.ΑΡ. κυρία Μαρία Ρεπούση υποστήριξε ότι τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά «χρειάζονται υποχρεωτικά μόνο για τα παιδιά που θα ακολουθήσουν κλασικές σπουδές, ενώ για τα υπόλοιπα παιδιά θα έπρεπε να είναι προαιρετικά». Το βασικό επιχείρημα της κυρίας Ρεπούση είναι ότι τόσο τα Αρχαία Ελληνικά όσο και τα Λατινικά είναι νεκρές γλώσσες. Στην απάντησή του ο Υπουργός Παιδείας υποστήριξε τη χρησιμότητα της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών με το επιχείρημα ότι «δεν είναι νεκρή γλώσσα», ενώ άφησε μετέωρο το ζήτημα των Λατινικών με το σκεπτικό ότι η γλώσσα των Ρωμαίων είναι «πράγματι» νεκρή».

«Φοβούμαστε ότι αυτή η ανταλλαγή απόψεων τέθηκε μάλλον σε λανθασμένη βάση» τονίζουν και εξηγούν:

«Τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά παραμένουν ζωντανά με την έννοια ότι αποτελούν τη βάση της Νέας Ελληνικής και των Νεολατινικών γλωσσών (π.χ. Γαλλικής, Ιταλικής, Ισπανικής), που ομιλούνται ευρύτατα ανά την υφήλιο. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι πρόκειται για δύο γλώσσες παγκόσμιας εμβέλειας που παρέμειναν ενεργές επί χιλιετίες».

«Θα θέλαμε, ωστόσο, να τονίσουμε ότι ο λόγος που διδάσκονται επί τόσους αιώνες αυτές οι γλώσσες δεν είναι για να τις μιλήσουμε, αλλά για να αποκτήσουμε πρόσβαση σε αριστουργήματα της παγκόσμιας πνευματικής κληρονομιάς, για να ακονίσουμε τη σκέψη μας και για να συνδεθούμε με την πολιτισμική μας παράδοση, ελληνική και γενικότερα ευρωπαϊκή, μέρος της οποίας είναι και η γλώσσα. Και εμείς οι φιλόλογοι στα μαθητικά μας χρόνια διδαχτήκαμε τριώνυμα, χημικές εξισώσεις και τον νόμο του Ohm. Τις γνώσεις αυτές δεν τις χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας ζωή, αισθανόμαστε, ωστόσο, ιδιαίτερα ευτυχείς που αποτελούν μέρος της ευρύτερης συγκρότησής μας: μπορεί να δυσκολευόμαστε να ανασύρουμε τις σχετικές λεπτομέρειες, αλλά έχουμε εξασκήσει τη σκέψη και την κρίση μας», σημειώνουν οι πανεπιστημιακοί και προσθέτουν:

«Το ίδιο ισχύει και για τις κλασικές γλώσσες. Δεν θα τις χρησιμοποιήσουμε για να κάνουμε τα καθημερινά μας ψώνια (αν και ο χώρος της διαφήμισης κατακλύζεται από αυτούσιες αρχαιοελληνικές και λατινικές λέξεις). Νομίζουμε όμως ότι οι περισσότεροι συμπολίτες μας αισθάνονται μέσα τους ότι κέρδισαν πολλά από τις «νεκρές γλώσσες» που διδάχτηκαν στο σχολείο. Και όχι μόνο εμείς: πολλοί ξένοι φίλοι μας που μας συμπαραστάθηκαν στις δύσκολες μέρες που ζούμε, δήλωσαν ότι δεν μπορούν να διανοηθούν μια Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα από τη στιγμή που στα σχολικά τους χρόνια διδάχτηκαν Όμηρο και Τραγικούς. Η κλασική μας παράδοση είναι ένα από τα πιο σημαντικά μας κεφάλαια. Θα την απεμπολήσουμε εμείς οι ίδιοι;»

«Για μας το ζήτημα δεν είναι αν οι κλασικές γλώσσες πρέπει να διατηρηθούν στο Σχολείο ή όχι, αλλά ο τρόπος διδασκαλίας τους. Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι ο μέσος απόφοιτος του Λυκείου, έχοντας αναλώσει ώρες και ώρες στην εκμάθηση γραμματικών και συντακτικών κανόνων, δυσκολεύεται συχνά να αξιοποιήσει δημιουργικά τις γνώσεις του, ώστε να κατανοήσει με τις δικές του δυνάμεις ένα βατό απόσπασμα από αρχαίο συγγραφέα. Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι η καλλιέργεια της κρίσης όχι η επιβράβευση της στείρας αποστήθισης», απαντούν οι πανεπιστημιακοί και καταλήγουν:

«Ο κ. Υπουργός επεσήμανε ότι τέτοια θέματα πρέπει να αντιμετωπίζονται με νηφαλιότητα. Η άποψή του μας βρίσκει απολύτως σύμφωνους. Θα προσθέταμε ότι ένα τόσο σοβαρό θέμα, όπως είναι η φυσιογνωμία του Νέου Λυκείου, δεν εξαντλείται στο πλαίσιο μιας αντιπαράθεσης στο Κοινοβούλιο».

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ