Μη κρατικά Πανεπιστήμια: Στην Επιτροπή της Βουλής το νομοσχέδιο με τα 205 άρθρα – Τι περιλαμβάνει

Αρχίζει σήμερα στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής η συζήτηση των ρυθμίσεων για τη λειτουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων.

Το νομοσχέδιο με τίτλο «Ενίσχυση του Δημοσίου Πανεπιστημίου – Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων» το οποίο περιλαμβάνει συνολικά 205 άρθρα θα εισαχθεί στην Ολομέλεια της Βουλής για συζήτηση και ψήφιση το διήμερο 7 και 8 Μαρτίου.

Η συνοδευτική αιτιολογική έκθεση σημειώνει μεταξύ άλλων ότι με τις διατάξεις «αντιμετωπίζονται για πρώτη φορά κατά τρόπο συνεκτικό επί τη βάσει των σχετικών συνταγματικών επιταγών, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με το ενωσιακό δίκαιο, τα ζητήματα που άπτονται της παροχής υπηρεσιών ανώτατης εκπαίδευσης στο σύγχρονο και διασυνοριακό πλαίσιο αυξημένης κινητικότητας. Ειδικότερα, θεσπίζεται το νομοθετικό πλαίσιο για την αδειοδότηση της εγκατάστασης και λειτουργίας στην Ελλάδα παραρτημάτων ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της αλλοδαπής υπό τη μορφή Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (Ν.Π.Π.Ε.), με σκοπό την παροχή υπηρεσιών ανώτατης εκπαίδευσης και την απονομή τίτλων σπουδών κατά τρόπο σύμφωνο με τον συνταγματικό προορισμό της ανώτατης εκπαίδευσης.

Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 16 Συντάγματος «5. H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Tα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Kράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους…».

Οι επίμαχες συνταγματικές διατάξεις εισήχθησαν για πρώτη φορά το 1975 στο Σύνταγμα από την Ε’ Αναθεωρητική Βουλή, η δε νομική φύση των πανεπιστημίων ως ν.π.δ.δ. θεσπίστηκε για πρώτη φορά το 1968 με το δικτατορικό Σύνταγμα. Από τα πρακτικά των συζητήσεων του δικτατορικού Υπουργικού Συμβουλίου προκύπτει ότι το στρατιωτικό καθεστώς, προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα πανεπιστημιακά ιδρύματα θα τελούν υπό τον έλεγχό του, ανήγαγε σε συνταγματικό κανόνα τη νομική φύση των πανεπιστημίων ως ν.π.δ.δ., παρότι ορισμένα από αυτά προήλθαν από μη κρατικές/ιδιωτικές πρωτοβουλίες (όπως η Πάντειος Ανωτάτη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, οι Ανώτατες Βιομηχανικές Σχολές Θεσσαλονίκης και Πειραιώς).

Οι διατάξεις του Συντάγματος παρουσιάζουν εξελικτική πορεία, δεν είναι σε καμία περίπτωση στατικές, και επιβάλλεται να ερμηνεύονται δυναμικά, ώστε το Σύνταγμα να προσαρμόζεται στις σύγχρονες μεταβαλλόμενες οικονομικές, κοινωνικές, τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις, δηλαδή να προσαρμόζεται το νόημα των συνταγματικών διατάξεων στις μεταβαλλόμενες σύγχρονες πραγματικές και νομικές συνθήκες. Η δυναμική, άλλωστε, ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων πραγματοποιείται μέσω της ιστορικό-εξελικτικής και τελολογικής ερμηνείας τους, λαμβάνοντας υπόψη τις μεταβαλλόμενες συνθήκες στην εθνική, αλλά και στην ενωσιακή έννομη τάξη. Η δυναμική, μάλιστα, ερμηνεία επιφέρει μία «άτυπη» αλλαγή του Συντάγματος, η οποία αντιδιαστέλλεται από την «τυπική» αλλαγή του, η οποία επέρχεται μέσω της διαδικασίας της συνταγματικής αναθεώρησης, με τους όρους που το ίδιο προβλέπει.

Σε αυτό το εξελισσόμενο πλαίσιο, το Συμβούλιο της Επικρατείας, ως ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο, και πυλώνας της ερμηνείας των συνταγματικών διατάξεων υπό το πρίσμα των ενωσιακών αρχών και ελευθεριών, ήδη με σειρά αποφάσεών του, παρά τη γραμματική διατύπωση του συνταγματικού κειμένου, ερμήνευε τελολογικά ενόψει των σύγχρονων δεδομένων την παρ. 4 του άρθρου 16 του Συντάγματος, όταν ετέθη ζήτημα συνταγματικότητας της επιβολής διδάκτρων στα μεταπτυχιακά προγράμματα των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων (ΣτΕ Ολ. 2411/2012). Ειδικότερα, κρίθηκε ότι όταν ο συντακτικός νομοθέτης θέσπισε με το Σύνταγμα του 1975 το εν λόγω κοινωνικό δικαίωμα και για την ανώτατη εκπαίδευση είχε υπόψη το θεσμικό πλαίσιο και το κόστος λειτουργίας των προπτυχιακών σπουδών ενώ απουσίαζαν από τα ελληνικά πανεπιστήμια οι μεταπτυχιακές σπουδές και το αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο. Ενόψει αυτού, ως προς τις μεταπτυχιακές σπουδές εναπόκειται στην εκτίμηση του κοινού νομοθέτη, να επιβάλλει στους μεταπτυχιακούς φοιτητές δίδακτρα, για την κάλυψη του κόστους λειτουργίας των προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών. Περαιτέρω, τα τελευταία, ιδίως, είκοσι πέντε χρόνια το ΣτΕ καλλιεργεί την εξωστρέφειά του, έχοντας αναπτύξει διάλογο με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) μέσω διατύπωσης προδικαστικών ερωτημάτων και της απάντησης σε αυτά ή μετά από προσφυγές κατά της Ελλάδας.

Ειδικά ως προς την αναγνώριση τίτλων σπουδών της αλλοδαπής, το ΣτΕ, με πιο πρόσφατες τις υπ’ αρ. 178-179/2023 αποφάσεις του, έχει αναγνωρίσει την επαγγελματική ισοδυναμία τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, οι οποίοι χορηγούνται από αρχές κρατών-μελών, ορισθείσες ως αρμόδιες από τη νομοθεσία του οικείου κράτους-μέλους, που πιστοποιούν πτυχίο πρώτου κύκλου σπουδών. Η δυνατότητα δε αυτή αναγνώρισης της «επαγγελματικής ισοδυναμίας» των τίτλων παρέχεται ακόμη και όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Με τα δεδομένα αυτά το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει δεχθεί ότι, υπό το πρίσμα του ενωσιακού δικαίου, η ως άνω αναγνώριση δεν αντίκειται στο άρθρο 16 παρ. 5 και 8 του Συντάγματος, μεταβάλλοντας με τον τρόπο αυτό την παλαιότερη απόλυτη ερμηνεία των άνω συνταγματικών διατάξεων. Ως εκ τούτου, το Σύνταγμα, αναντίρρητα, αποτελεί ένα ζωντανό εργαλείο («living instrument»), το οποίο εξελίσσεται διαρκώς και πρέπει να ερμηνεύεται δυναμικά, ιδίως εντός του πλαισίου του δικαίου της Ε.Ε., με αποτέλεσμα κανόνες του δικαίου της Ε.Ε. να επανακαθορίζουν το νόημα και το περιεχόμενο ορισμένων διατάξεων του Συντάγματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί επίσης η παρ. 4 του άρθρου 4 του Συντάγματος που ορίζει ότι μόνο Έλληνες πολίτες είναι δεκτοί σε όλες τις δημόσιες λειτουργίες, εκτός από τις εξαιρέσεις που εισάγονται με ειδικό νόμο, το οποίο ερμηνεύεται σε συνδυασμό με το άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΟΚ, με συνέπεια να επιτρέπεται σε πολίτες των άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως να διορίζονται σε θέσεις δημοσίων υπηρεσιών, ν.π.δ.δ. ή οργανισμών και επιχειρήσεων υπό τις ίδιες προϋποθέσεις και διαδικασίες που προβλέπονται για τους Έλληνες πολίτες, με εξαίρεση την προϋπόθεση της ελληνικής ιθαγένειας (ΣτΕ ΠΕ 522/2001 κ.ά.).

Η στάση του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ

Τη στάση του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα μας, εξήγησε ο Νίκος Ανδρουλάκης τη Δευτέρα, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπος με κριτική και εντός του κόμματος. Χαρακτηριστική είναι η διαφωνία της Νάντιας Γιαννακόπουλου, η οποία δήλωσε ότι “δεν υπάρχει περίπτωση να καταψηφίσει το νομοσχέδιο”.

Σήμερα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αναφέρθηκε σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ, στο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας, αναφέροντας μεταξύ άλλων.

«Η θέση είναι ίδια και δεν έχει αλλάξει. Συμφωνούμε – και το λέω και σήμερα από εδώ – να γίνουν μη κρατικά μη κερδοσκοπικά, -υπογραμμίζω μη κερδοσκοπικά-, με αναθεώρηση του άρθρου 16, όπως είναι η θέση του προγράμματός μας. Αυτό έλεγε ο Γιώργος Παπανδρέου. Αυτό λέει το πρόγραμμά μας τα τελευταία χρόνια, αυτό λέω κι εγώ. Αυτή είναι η θέση μας. Τα μεγαλύτερα μη κρατικά παγκοσμίως πανεπιστήμια ποια είναι; Είναι ιδιωτικά; Όχι. Το Χάρβαρντ, το Γέιλ, η Οξφόρδη; Τα μεγαλύτερα παγκοσμίως πανεπιστήμια είναι μη κρατικά μη κερδοσκοπικά γιατί επανεπενδύουν τους τεράστιους πόρους τους. Τι κάνει σήμερα η Νέα Δημοκρατία; Ένα fund κι ένα κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο του εξωτερικού θα συνεργαστούν, -λένε-, για να κάνουν δήθεν ένα μη κερδοσκοπικό στην Ελλάδα. Μα, ποιον κοροϊδεύουν;» σημείωσε ο κ. Ανδρουλάκης υποσημειώνοντας την πρόβλεψη του νομοσχεδίου της κυβέρνησης για κερδοσκοπικό μητρικό εταιρικό σχήμα.

«Εμείς κάναμε ειδική εκδήλωση και διάλογο με πρυτάνεις, φοιτητές, με την κοινωνία των πολιτών. Έτσι φτάσαμε σε αυτήν τη θέση. Η Νέα Δημοκρατία κάνει διευθέτηση συμφερόντων. Εκμεταλλεύονται, επιπλέον, ότι πρέπει επιτέλους να γίνει. Συμφωνούμε. Να γίνει σύννομα με το Σύνταγμα. Δηλαδή, να αναθεωρήσουμε το άρθρο 16 και να επιτρέπονται – όχι να απαγορεύονται, εμείς είμαστε σοσιαλδημοκράτες, συνδιαμορφωτές-. Δηλαδή να συνδιαμορφώσουμε την αλλαγή του Συντάγματος, ώστε να επιτρέπονται τα μη κρατικά μη κερδοσκοπικά» συμπλήρωσε.

«Το Anatolia δεν είναι ένα πάρα πολύ καλό ίδρυμα; Το Deree, μαζί με το Alba, δεν είναι πολύ καλά; Ο νόμος του κ. Πιερρακάκη τους λέει: “αν θέλετε να μπείτε στο παιχνίδι των πανεπιστημίων, βρείτε ένα ξένο σύστημα για να μπείτε μέσα”. Αυτή τη στιγμή γίνονται συνταγματικοί ακροβατισμοί για να γίνει διευθέτηση συμφερόντων. Συνένοχο το ΠΑΣΟΚ δεν θα είναι. Δεν περίμενα αυτήν τη ρύθμιση, που είναι εξόφθαλμα διευθέτηση συμφερόντων. Περίμενα κάτι πιο στέρεο και αντικειμενικό. Εγώ είμαι υπουργός για να το αλλάξω; Εγώ βρήκα αυτά τα συμφέροντα να έρθουν να επενδύσουν στην Ελλάδα; Εγώ τους είπα πριν από ένα χρόνο να πάνε να πάρουν οικόπεδα και ΙΕΚ για να είναι έτοιμοι; Είμαστε σε άλλη χώρα;».

«Το πολιτικό σύστημα του λαϊκισμού κούρασε. Δεν συμμετέχω σε αυτόν τον λαϊκισμό. Λέω ξεκάθαρα: όχι στην ακινησία, ναι στην αναθεώρηση αλλά να γίνει με τέτοιο τρόπο που το δημόσιο πανεπιστήμιο να είναι προτεραιότητα. Στην Κύπρο, το 46% των φοιτητών φεύγουν στο εξωτερικό για να σπουδάσουν. Άρα δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα όπως επιχειρηματολογεί ο Υπουργός. Και κάτι τελευταίο: στην Ευρώπη το 85% των φοιτητών σπουδάζουν σε δημόσια πανεπιστήμια. Το υπόλοιπο 10% σε μη κρατικά – μη κερδοσκοπικά. Τα ιδιωτικά είναι ελάχιστα και παντελώς άγνωστα. Να το λέμε λοιπόν αυτό για να ξέρουμε που πάει την παιδεία η Νέα Δημοκρατία, την πάει εκεί που έχει πάει και την υγεία, στην απαξίωση, στις ανισότητες κι εμείς επειδή έχουμε μια άλλη ιδεολογία δεν μπορούμε να περπατήσουμε σε αυτή την κατεύθυνση» κατέληξε ο κ. Ανδρουλάκης.

Η πρόταση για το «σκανδιναβικό μοντέλο»

Νωρίτερα πάντως, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, με του τομεάρχη Παιδείας Στέφανου Παραστατίδη, είχε δημοσιοποιήσει την πρόταση του κόμματος για τα μη κρατικά πανεπιστήμια με βάση το «σκανδιναβικό μοντέλο»:

Το ΠΑΣΟΚ, παραμένοντας πιστό στην καταστατική του θέση υπέρ της λειτουργίας μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων στη χώρα μας, τα οποία θα πρέπει να συνυπάρχουν και να συμπληρώνουν και όχι να ανταγωνίζονται το υπάρχον δημόσιο ακαδημαϊκό τοπίο, παρουσιάζει τις αναλυτικές θέσεις του επ’ αφορμής του νομοσχεδίου της κυβέρνησης για τη λειτουργία των ιδιωτικών παραρτημάτων ξένων ιδρυμάτων.

Θεμελιώδης αρχή της προσέγγισής μας και των θέσεων μας είναι η πρωτοκαθεδρία του ισχυρού δημόσιου πανεπιστημίου στο εκπαιδευτικό σύστημα. Όλες οι επιμέρους ρυθμίσεις, όσον αφορά τη δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, είναι προσαρμοσμένες σε αυτή την αρχή. Κύριος στόχος είναι η λειτουργία των μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων να εξυπηρετεί την αναβάθμιση της παιδείας, την πρόοδο της γνώσης και την κοινωνική κινητικότητα, όχι την επιχειρηματική ελευθερία των ιδιοκτητών τους. Για εμάς, η παιδεία δεν είναι απλά παροχή υπηρεσιών, όπως ο τουρισμός, αλλά ένα κοινωνικό αγαθό. Επιτρέπουμε τη λειτουργία μη κρατικών φορέων στον ακαδημαϊκό χάρτη μόνο εφόσον αυτή συμβάλλει στη βελτίωση και συμπλήρωση του δημόσιου συστήματος.

Εμπνεόμαστε από τον τρόπο με τον οποίο οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν εντάξει τους μη κρατικούς φορείς στην ανώτατη εκπαίδευσή τους, διατηρώντας ταυτόχρονα την παιδεία ως κοινωνικό αγαθό. Με αυτό το πνεύμα διαμορφώσαμε την δική μας πρόταση, η οποία αποτελεί την πυξίδα της στάσης μας τόσο στην τρέχουσα συζήτηση του νομοσχεδίου της κυβέρνησης για τα franchise παραρτήματα, όσο και για την συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος.

Οι τρεις πυλώνες της θέσης μας για τη λειτουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων στην χώρα μας παραμένουν αμετάβλητοι και είναι οι εξής (βλ. σχήμα):

  • Υποχρεωτικός και διασφαλισμένος ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας των μη κρατικών ιδρυμάτων για την εξασφάλιση της λειτουργίας τους προς όφελος της έρευνας, της διδασκαλίας και των φοιτητών.
  • Ομαλή ένταξη των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων στην ανώτατη εκπαίδευση, με κοινό σύστημα εισαγωγής, ενίσχυση της αποκέντρωσης και αποφυγή κορεσμού αντικειμένων σπουδών.
  • Διαμόρφωση κοινού πλαισίου διασφάλισης ποιότητας για τα δημόσια και τα μη κρατικά ιδρύματα, ώστε να προστατεύονται ο χρόνος, οι πόροι και η προσπάθεια των φοιτητών.

Τα παραπάνω στοιχεία αποτελούν την ουσία της πολιτικής μας στόχευσης και την κατεύθυνση των προτάσεων μας προς ένα ακόμα πιο δίκαιο και αποδοτικό εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο θα είναι σε θέση να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες για παιδεία και έρευνα στην Ελλάδα. Η ενδυνάμωση του δημόσιου χαρακτήρα της παιδείας και η ολοκληρωμένη ενσωμάτωση μη κερδοσκοπικών ιδιωτικών φορέων στο εκπαιδευτικό μας πλαίσιο, αντανακλά την προσήλωσή μας σε αξίες όπως η ισότητα, η κοινωνική δικαιοσύνη και η δημοκρατική πρόσβαση στη γνώση για όλους.

Αναλυτικά:

1. Ο πρώτος πυλώνας της πολιτικής μας εστιάζεται στον υποχρεωτικά μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα για όλα τα μη κρατικά ιδρύματα. Είναι σαφής η επιθυμία μας απομάκρυνσης την έννοιας του εμπορικού κέρδους από την παροχή εκπαίδευσης. Τονίζουμε ότι η έρευνα, η διδασκαλία και η ευημερία των φοιτητών πρέπει να παραμένουν στο επίκεντρο κάθε εκπαιδευτικής δραστηριότητας, αποκλείοντας την εμπορική προσέγγιση που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ακαδημαϊκή ακεραιότητα.

Τα μη κερδοσκοπικά ιδρύματα θα πρέπει να αποδείξουν τη μακρόχρονη δέσμευσή τους στον εκπαιδευτικό χάρτη της Ελλάδας εξασφαλίζοντας σταθερότητα και συνέχεια. Σε περίπτωση ελεύθερης δυνατότητας ίδρυσης και λύσης του ιδιωτικού πανεπιστημίου στην χώρα αφενός ευτελίζεται το ίδιο το αγαθό της παιδείας, αφετέρου μπορούν να προκληθούν ζητήματα με δύσκολη επίλυση (ιδίως εγγεγραμμένοι φοιτητές και δικαιώματα μεταγραφής τους, αποζημιώσεις, χορηγημένα πτυχία). Για να λειτουργήσουν στην Ελλάδα, τα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια θα πρέπει να υποχρεούνται να παρουσιάσουν ένα ολοκληρωμένο μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο, τονίζοντας την αφοσίωσή τους στη συνεπή και ποιοτική εκπαίδευση.

Τα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια μπορούν να αποτελέσουν μέρος της διαδικασίας αναβάθμισης της έρευνας και της καινοτομίας στην χώρα μας. Σε αυτό το πλαίσιο, αναγνωρίζουμε και τη σημαντική συμβολή που μπορούν να προσφέρουν τα μη κρατικά ιδρύματα στην προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας. Προτείνουμε την υιοθέτηση κανονισμών που θα επιβάλλουν στα ιδρύματα να αφιερώνουν ένα ποσοστό των εσόδων τους για την ενίσχυση της έρευνας, την προώθηση της καινοτομίας και τη στήριξη της ακαδημαϊκής κοινότητας.

Ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας τέλος, μπορεί να εξασφαλίσει την ακαδημαϊκή ελευθερία και της ποιότητας της εκπαίδευσης στα μη κρατικά πανεπιστήμια. Αυτό περιλαμβάνει την προστασία των δικαιωμάτων των πανεπιστημιακών και τη διασφάλιση ότι οι συνθήκες εργασίας τους θα είναι σύμφωνες με τις εγγυήσεις ανεξαρτησίας που ισχύουν για το δημόσιο πανεπιστήμιο. Αναγνωρίζουμε την ανάγκη για έναν αυστηρό και δίκαιο μηχανισμό ελέγχου που θα εγγυάται ότι τα ιδρύματα αυτά θα επικεντρώνονται στην ενίσχυση της εκπαίδευσης, την προώθηση της επιστήμης και την ενίσχυση της κοινωνίας και όχι στην επαύξηση των κερδών των ιδιοκτητών τους.

2.  Ο δεύτερος πυλώνας της προσέγγισης του ΠΑΣΟΚ εστιάζει στην ομαλή ένταξη των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων στο εκπαιδευτικό σύστημα. Η βασική ιδέα είναι η δημιουργία ενός αρμονικού πλαισίου, όπου τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα συμπληρώνουν και δε θα ανταγωνίζονται το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτό προϋποθέτει ένα κοινό σύστημα εισαγωγής και κοινό τρόπο ίδρυσης, καθώς και μια διαδικασία που εξασφαλίζει την αποφυγή κορεσμού στο λεκανοπέδιο και σε επιστημονικά πεδία σπουδών υψηλής ζήτησης.

Το σύστημα εισαγωγής στα ανώτατα ιδρύματα, ανεξαρτήτως χαρακτήρα, δημοσίου ή μη κρατικού, οφείλει να είναι κοινό και ενιαίο. Ακόμα περισσότερο, για την είσοδο των φοιτητών σε συγκεκριμένες σχολές και τμήματα θα πρέπει να διασφαλίζεται η ισότητα κριτηρίων και απαιτήσεων τόσο στο ύψος της βαθμολογίας όσο και στα τυχόν επιπλέον απαιτούμενα προσόντα ή δεξιότητες. Το ζήτημα αυτό δεν αφορά μόνο την αυτονόητη ανάγκη εφαρμογής κανόνων ισότητας και αξιοκρατίας αλλά και το επίπεδο και την ποιότητα των σπουδών.

Η ίδρυση, η δομή και περισσότερες βασικές λειτουργίες όλων των δημοσίων ανωτάτων ιδρυμάτων της χώρας θεσμοθετήθηκαν μέσα από ειδικούς νόμους που αφορούσαν το κάθε ίδρυμα ξεχωριστά. Το ίδιο ισχύει και σήμερα με τις λεπτομερείς προβλέψεις του σχεδίου νόμου για το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Είναι απολύτως θεμελιώδες, η ίδια διαδικασία να ισχύσει και για τα μη κρατικά ιδρύματα. Για την αδειοδότηση, ίδρυση και λειτουργία του καθενός θα πρέπει να ψηφίζεται ειδικός νόμος που θα καθορίζει το βασικό πλαίσιο και τους κανόνες λειτουργίας του. Αντίθετα, ένα μαζικό πλαίσιο που θα προκρίνει αυτόματακάθε αιτούμενο μη κρατικό ίδρυμα, εκτός από σοβαρό στοιχείο ανισότητας έναντι των δημοσίων ιδρυμάτων είναι πολύ πιθανό να καταστρατηγείται και να παρεκκλίνει από τον εθνικό ακαδημαϊκό σχεδιασμό.

Ένταξη των μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων στον ευρύτερο ακαδημαϊκό χάρτη με κριτήρια γεωγραφικά, οικονομικά και κατανομής επιστημονικών αντικειμένων. Τα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια θα συμπληρώνουν το ακαδημαϊκό περιβάλλον. Αποφυγή δημιουργίας μόνο σχολών αντικειμένων υψηλής επαγγελματικής ζήτησης που θα οδηγήσει στον υπερκορεσμό των αντικειμένων, καθώς και μέριμνα για την εξασφάλιση της αποκέντρωσης, με γεωγραφική διασπορά των ιδρυμάτων.

Ο στόχος παραμένει η επωφελής συνύπαρξη των δύο κατηγοριών ιδρυμάτων διατηρώντας πάντα την οπτική του δημόσιου πανεπιστημίου. Η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων, ιδίως σε προγράμματα υψηλής ζήτησης, θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη από τις δυνατότητες των δημόσιων πανεπιστημίων.Οποιαδήποτε επέκταση ή εισαγωγή προγραμμάτων ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν θα πρέπει να επηρεάζει την κατανομή των θέσεων στα δημόσια πανεπιστήμια.

Εφαρμογή μηχανισμών συνεργασίας όπου τα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια θα μπορούν να συνεργάζονται με τα δημόσια ιδρύματα για έρευνα, ανταλλαγή διδασκόντων και προγράμματα σπουδών. Αυτό διασφαλίζει την αμοιβαία ανάπτυξη και αποτρέπει τη μονόπλευρη απορρόφηση πόρων.

Τα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια θα παρέχουν κι αυτά το κοινωνικό αγαθό της ανώτατης εκπαίδευσης – δεν θα μπορούν να αφήνουν εκτός τους άτομα με μόνο κριτήριο την αδυναμία τους να ανταποκριθούν οικονομικά στα δίδακτρα – και σε αυτό μπορεί να παρέχει υποστήριξη και το κράτος, μέσω εξασφάλισης ειδικής αντιμετώπισης – φορολογικής ή και μέσω ενίσχυσης από το κράτος στα μη κερδοσκοπικά ιδρύματα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι θα μπορούν να ενταχθούν σε αυτά φοιτητές όλων των εισοδηματικών επιπέδων. Δεν υπάρχει καμία επιχειρηματική ελευθερία που να μπορέσει να δικαιολογήσει τον αποκλεισμό των φοιτητών από την ανώτατη εκπαίδευση λόγω της οικονομικής κατάστασης των γονέων τους.

3. Στον τρίτο πυλώνα της πολιτικής μας, επικεντρωνόμαστε στη διαμόρφωση ενός κοινού πλαισίου διασφάλισης ποιότητας, το οποίο αποσκοπεί στην εγγύηση ότι όλα τα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, είτε δημόσια είτε μη κερδοσκοπικά, θα πληρούν τα υψηλότερα πρότυπα ακαδημαϊκής αριστείας και εκπαιδευτικής αξίας. Αναγνωρίζουμε τη σπουδαιότητα της ακαδημαϊκής ποιότητας ως βασικού διακριτικού σημείου στην ανώτερη εκπαίδευση και επιδιώκουμε να εξασφαλίσουμε ότι κάθε προσφερόμενο πρόγραμμα σπουδών θα παρέχει στους φοιτητές τις δεξιότητες και τις γνώσεις που απαιτούνται για να επιτύχουν στον σύγχρονο, παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Η διαμόρφωση αυτού του πλαισίου διασφάλισης ποιότητας είναι απαραίτητη για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην ανώτατη εκπαίδευση και την αναγνώριση των ελληνικών πτυχίων διεθνώς, καθώς και για την ενθάρρυνση της ανταλλαγής γνώσης και της καινοτομίας.

Η αδειοδότηση των μη κρατικών ιδρυμάτων και των σχολών/τμημάτων τους θα πρέπει να συνδέεται με την αντίστοιχη στάθμη αξιολόγησης και διεθνούς κατάταξης των σχολών/τμημάτων των δημοσίων ιδρυμάτων. Κάθε επιστημονικός τομέας των δημοσίων ιδρυμάτων έχει έναν «εθνικό μέσο όρο» από τις ετήσιες αξιολογήσεις, οι οποίες προτείνουμε να εντατικοποιηθούν και να ενισχυθούν και ποιοτικά και ποσοτικά. Τα μη κρατικά ιδρύματα που θα αιτούνται αδειοδότησης ή ίδρυσης νέων σχολών/τμημάτων, θα πρέπει αντίστοιχα να αξιολογούνται και να καταγράφουν επιδόσεις πάνω από τον μέσο όρο των δημοσίων. Σε αντίθετη περίπτωση η αδειοδότησή τους δεν θα συνεισφέρει στην αναβάθμιση των σπουδών στα αντίστοιχα επιστημονικά παιδία αλλά στην υποβάθμιση και τον υποβιβασμό.

Παράδειγμα: Η αδειοδότηση μιας νέας Ιατρικής Σχολής μη κρατικού ιδρύματος, προκειμένου να εγκριθεί, θα πρέπει να περνά το μ.ο. αξιολόγησης και διεθνούς κατάταξης των Ιατρικών Σχολών των δημοσίων πανεπιστημίων της χώρας.  Διαφορετικά θα υποβαθμίζει τον εθνικό μ.ο. και θα συνεισφέρει αρνητικά στο επίπεδο σπουδών.

Όπως συνέβη ως τώρα σε κάθε τομέα που επιτράπηκε η λειτουργία οργανισμών μη κρατικού χαρακτήρα εκεί που υπήρχαν μόνο δημόσιοι απαιτείται η λειτουργία μιας Ανεξάρτητης Ρυθμιστικής Αρχής. Η ΕΘΑΑΕ έχει τις λειτουργικές βάσεις όμως θα πρέπει να αναβαθμιστεί, να ενισχυθεί και να μετατραπεί σε πλήρως ανεξάρτητη αρχή, για να μπορέσει να διεκπεραιώσει τις νέες πολύ απαιτητικές αρμοδιότητες της.

Εφαρμογή αυστηρού συστήματος διαπίστευσης τριών επιπέδων (βλ. σχήμα)

Με την αναβάθμιση της Αρχής Αξιολόγησης πρέπει να επαναξεταστούν τα επαγγελματικά δικαιώματα που με τόση επιπολαιότητα χορηγήθηκαν μαζικά σε αποφοίτους κολλεγίων, χωρίς καμμιά αξιολόγηση σπουδών, υποδομών και πρακτικής εμπειρίας. Μετά την αξιολόγηση, το πλαίσιο επαγγελματικών δικαιωμάτων θα είναι σταθερό και ενιαίο για τους αποφοίτους δημοσίων και μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ