Ο διακεκριμένος σκηνοθέτης του θεάτρου, Θέμης Μουμουλίδης, με αφορμή την «Αντιγόνη» που παρουσιάζει -για τρίτη φορά στην καριέρα του, στο κοινό αυτό το καλοκαίρι μιλά στο enikos.gr για την πράξη αντίστασης της διαχρονικής ηρωίδας του Σοφοκλή- που θα έπρεπε να υιοθετήσουμε ως ανθρωπότητα, τους σύγχρονους Κρέοντες και τους ηθοποιούς που επιλέγει να συνδημιουργήσει.
Νάντια Ρηγάτου
Ο Θέμης Μουμουλίδης δεν χρειάζεται συστάσεις. Το έργο του μιλάει από μόνο του στη μέχρι σήμερα καλλιτεχνική του διαδρομή.
Με αφορμή την καλοκαιρινή του περιοδεία με την παράσταση «Αντιγόνη» που ξεκινά στις 28 Ιουνίου στο Θέατρο Αρχαίων Κλεωνών στη Νεμέα και στη συνέχεια θα παρουσιαστεί σε ανοιχτά θέατρα της Αττικής αλλά και της περιφέρειας, με ένα σύνολο εξαιρετικών ηθοποιών, την Λένα Παπαληγούρα στον ρόλο της Αντιγόνης και τον Μελέτη Ηλία στον ρόλο του Κρέοντα, κάναμε μια συζήτηση από αυτές που τροφοδοτούν το μυαλό και ενδυναμώνουν την ψυχή.
Γιατί πάλι «Αντιγόνη»; Γιατί αφού δεν σκηνοθετεί στην τηλεόραση είναι τόσο δοτικός με τους ηθοποιούς που παίζουν στην τηλεόραση; Απάντησε σε όλα τα ερωτήματά μου και δίκαια ανήκει στους πιο συναρπαστικούς συνομιλητές που μπορείς να συναντήσεις.

Τι είναι αυτό που κάνει την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή επίκαιρη;
Όσο υπάρχουν άνθρωποι, πάντα θα είναι επίκαιρη η Αντιγόνη. Η ανθρώπινη ανεπάρκεια και, κυρίως, η αλαζονεία της εξουσίας , ανήκουν σε κάθε εποχή. Σήμερα βιώνουμε μια πρωτοφανή αλαζονεία της εξουσίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο Τραμπ, ο Μασκ, ο Νετανιάχου κι άλλοι πολλοί είναι μέρος του προβλήματος. Έτσι ο αγώνας επιβίωσης των ανθρώπων μοιάζει με μάχη επιβίωσης σε Ρωμαϊκή αρένα. Η Αντιγόνη έρχεται να μας θυμίσει το αρχέγονο χρέος μας για αντίσταση. Η πράξη αντίστασης της Αντιγόνης απέναντι την αλαζονεία και τον αδιανόητο κυνισμό κάθε Κρέοντα, μοιάζει με πράξη επιβεβλημένη και αυτονόητη. Σήμερα ο κόσμος γέμισε ανεξέλεγκτους Κρέοντες που αυθαιρετούν και νομοθετούν απάνθρωπους νόμους, εξυπηρετώντας κατά κανόνα μεγάλα οικονομικά και σπανίως κοινωνικά συμφέροντα. Έτσι το ερώτημα που θέτει ο Σοφοκλής με την Αντιγόνη, παραμένει διαχρονικό. Αντίσταση ή υποταγή στο αδιανόητο;
Επιστρέφετε για τρίτη φορά στην «Αντιγόνη», τι διαφορετικό θα δούμε αυτή τη φορά;
Επιστρέφω στην Αντιγόνη από ανάγκη να μιλήσω για την εποχή μου. Η ταχύτατη εξέλιξη της τεχνολογίας και η χωρίς κανόνες εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης, προσδίδουν νέα χαρακτηριστικά στην εποχή μας. Τα πάντα αλλάζουν με γρήγορους ρυθμούς. Ζούμε σε μια εποχή εκκωφαντικής ταχύτητας. Οι άνθρωποι δεν έχουν χρόνο να σκεφτούν και να νοιώσουν. Δεν τους επιτρέπεται. Αυτό είναι το νέο υπόδειγμα. Το συναίσθημα ξοδεύεται σε μια μηχανοποιημένη επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά και σε υλικές υποχρεώσεις που εγκλωβίζουν την ελευθερία του ατόμου. Οι κοινωνίες είναι εθισμένες και συχνά εξαρτημένες από τα τεχνολογικά αγαθά. Ταυτόχρονα πόλεμοι εξελίσσονται γύρω μας κι εμείς παραμένουμε απαθείς θεατές της φρίκης. Η βία κάθε μορφής κερδίζει έδαφος και γίνεται κανονικότητα. Ο θάνατος γίνεται συνήθεια, ωστόσο τίποτε δεν μας μετακινεί και ελάχιστα μας συγκινούν. Την ενσυναίσθηση διαδέχεται ο κυνισμός και ο ατομικισμός. Αυτό ακριβώς το στοιχείο, της μηχανικής συμπεριφοράς των ανθρώπων είναι ένα στοιχείο της παράστασής μας. Όπως και ο πόλεμος που βιώνει η εποχή μας. Πόλεμος στα πεδία των μαχών με εκατόμβες νεκρών παιδιών και αμάχων. Πόλεμος και στο πεδίο σύγκρουσης των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Θύμα πάντα ο άνθρωπος. Μέσα σ’ αυτή τη δυστοπία θέλουμε ο θεατής να μπορεί διακρίνει μια ελπιδοφόρα μετατόπιση του κοινωνικού συνόλου, που η παράσταση δεν αντιμετωπίζει ως ένα ομοιόμορφο σύνολο[χορός] , αλλά ως ένα σύνολο διαφορετικών προσωπικοτήτων- σκεπτόμενων πολιτών. Στην παράσταση η κοινωνία τοποθετείται. Οι συμπεριφορές υφίστανται ρωγμές. Τα πρόσωπα μετατοπίζονται. Μια λειτουργία βαθιά πολιτική. Η δράση τοποθετείται σε ένα σκηνικό χώρο , που άλλοτε παραπέμπει σε αίθουσα νεκροτομείου και άλλοτε σε γραφείο πολυεθνικής. Ο θάνατος παραμονεύει και στα δυο.
Ποιο μήνυμα θα θέλατε να έχει πάρει ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση;
Στο θέατρο ο κάθε θεατής ερμηνεύει την παράσταση με την δική του ξεχωριστή ματιά. Θα άξιζε όμως να συμφωνήσουμε πως μόνη ελπίδα είναι η συμμετοχή και η αντίσταση σ΄αυτό που βίαια επελαύνει, όπως το διάταγμα του Κρέοντα, και έχει στόχο να υποτάξει κάθε έννοια ελευθερίας. ΄Ότι μπορούμε ακόμη να σωθούμε ως ανθρωπότητα, πριν είναι αργά. Ξέρω πως αυτό συχνά φαντάζει ουτοπικό και αδιέξοδο, όμως η αντίσταση στην υποταγή που επέρχεται είναι η μόνη ελπίδα. Είθε ο πολίτης να γίνει ενεργός και να αγωνιστεί υπερασπιζόμενος τα συνταγματικά δικαιώματά του και να μην καταλήξει υπερχρεωμένος πελάτης πολυεθνικών.
Είστε και παραγωγός των παραστάσεών σας. Είναι πόλος έλξης τελικά για το θεατρικό κοινό οι πρωταγωνιστές να είναι προβεβλημένα ονόματα;
Μ’ ενδιαφέρουν οι άνθρωποι που επιλέγουν να κάνουν θέατρο ως μια διαδικασία βαθιά δημιουργική και επομένως είναι διατεθειμένοι να μετατοπιστούν, κι όχι να «πουλήσουν» το όνομά τους. Με ενδιαφέρει να συνδέομαι και να εξελίσσομαι τη στιγμή της δημιουργίας με τους ανθρώπους που συνυπάρχουμε στην συναρπαστική διαδικασία προετοιμασίας μιας παράστασης. Είναι σημαντικό να συναντιέσαι με ανθρώπους που μπορείς να αναπτύξεις κοινούς σκηνικούς κώδικες, που στο ελληνικό θέατρο είναι περίπου ανύπαρκτοι. Επομένως τα «ονόματα» δεν είναι αυτοσκοπός. Υπάρχουν παραστάσεις που κάνουν μεγάλη επιτυχία με νέα παιδιά και δεν έχουν επώνυμους. Κι αυτό είναι μια μικρή αντίσταση και νίκη του κοινού και των νέων κυρίως δημιουργών στην εποχή της εικόνας και των social media. Το κοινό έχει το ταλέντο να ανακαλύπτει και να στηρίζει το καλό θέατρο. Τα τηλεοπτικά ονόματα, όσο αυτά μπορούν να υπάρξουν σε μια μικρή αγορά, είναι ευπρόσδεκτα, αρκεί να μπορούν -και να έχουν την ικανότητα και την διάθεση- να υπηρετήσουν ένα κοινό δρόμο προς το δημιούργημα. Όμως αυτό δεν είναι πάντα αυτονόητο.
Η σκηνοθεσία στην τηλεόραση σας ενδιαφέρει;
Η σκηνοθεσία στην τηλεόραση είναι μια διαφορετική διαδικασία από αυτή του θεάτρου. Πρέπει να της αφιερωθείς. Σήμερα με τους όρους που παράγεται το τηλεοπτικό προϊόν, μια ενδεχόμενη εμπλοκή θα μου ήταν αδιάφορη. Άλλωστε ελάχιστα πράγματα ζηλεύω στην τηλεόραση, γιατί υπάρχουν κάποια δημιουργήματα που είναι σημαντικά. Και είναι ωραίο να ζηλεύεις το δημιούργημα κάποιου άλλου. Χαίρομαι που τα τελευταία χρόνια η τηλεόραση συνεργάζεται με σημαντικούς ηθοποιούς του θεάτρου, εννοώ με ανθρώπους που έχουν κάνει ήδη μια πορεία στο θέατρο. Αυτοί οι ηθοποιοί , που δεν «πουλάνε» την εικόνα τους, κάνουν την διαφορά. Είναι , το νέο ενδιαφέρον στοιχείο στην αδιέξοδη και συχνά ανούσια σύγχρονη τηλεοπτική πραγματικότητα.
Τα τελευταία χρόνια μοιάζει να σας απασχολεί το κοινό της ελληνικής περιφέρειας, επιλέγετε τις περιοδείες. Τι σας ωθεί σε αυτή την επιλογή;
Η ελληνική περιφέρεια με απασχολεί εδώ κι δεκαετίες. Γεννήθηκα στην περιφέρεια, μεγάλωσα εκεί, κι αργότερα εργάστηκα ως καλλιτεχνικός διευθυντής, σε θέατρα της ελληνικής περιφέρειας. Επομένως ποτέ δεν έπαψε να με ενδιαφέρει ο κόσμος που επιλέγει να ζει στην περιφέρεια. Οι περιοδείες είναι συνειδητή επιλογή μου. Είναι ηθική υποχρέωση των δημιουργών να στρέφονται και να παρουσιάζουν το έργο τους με σεβασμό την περιφέρεια. Οι συνθήκες δεν είναι πάντα ιδανικές αλλά η αγάπη που παίρνεις είναι αίσθηση αναντικατάστατη. Αν ζούσαμε σε ένα δίκαιο κράτος που σχεδιάζει σέβεται και ονειρεύεται, σήμερα η αποκέντρωση θα ήταν ύψιστη πολιτική επιλογή. Θεωρώ πως υπάρχει μια περιφρόνηση της εξουσίας προς τις κοινωνίες της περιφέρειας.
Ως άνθρωπος της Τέχνης τι σας θυμώνει περισσότερο σε αυτή τη χώρα;
Δυστυχώς ζούμε σε μια χώρα που πολλά μας θυμώνουν. Θυμώνω με τη αδικία. Θυμώνω με την νομοθέτηση άδικων και φωτογραφικών υπέρ των λίγων, νόμων. Θυμώνω που υπάρχουν ανυπεράσπιστοι άνθρωποι. Που η φτώχεια έγινε κανονικότητα. Με θυμώνει που δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε ένα κράτος που δεν σέβεται και δεν υπηρετεί τα αυτονόητα. Με θυμώνει η τεράστια διαπλοκή σε όλους τους τομείς τους δημόσιου βίου. Με θυμώνει η σιωπή απέναντι στη βία και στο έγκλημα. Και λυπάμαι που ένας εμφύλιος πάντα παραμονεύει στην κοινωνία και στις σχέσεις μας.
Νιώσατε ποτέ ανυπεράσπιστος ως επαγγελματίας της Τέχνης στη χώρα σας;
Παλιότερα ναι. Με τα χρόνια όμως κατάλαβα πως δεν ωφελεί να αισθάνεσαι αδύναμος και ανυπεράσπιστος. Πως οφείλω να είμαι ενεργός πολίτης, σε μια χώρα όπου τα αυτονόητα τείνουν να καταργηθούν. Είναι εξωφρενικό να μην υπάρχουν κανόνες και συλλογικές συμβάσεις στους εργασιακούς χώρους. Αδιανόητο να μην είναι η υγεία δημόσιο αδιαπραγμάτευτο αγαθό. Το ίδιο η στέγη, η παιδεία, ο πολιτισμός. Ζούμε σε μια εποχή όπου εφαρμόζονται μοντέλα υποταγής και δυστυχώς καθημερινά τα περιθώρια αντίστασης μειώνονται. Για το παγκόσμιο σύστημα οι άνθρωποι προορίζονται για την τελική υποταγή τους, σε μια κοινωνία, όπου η απόκτηση υλικών αγαθών υπερτερεί των αξιών. Στο χώρο της καλλιτεχνικής έκφρασης από τη στιγμή που δεν υπάρχει κανένας κανόνας και κανένα σχέδιο ανάπτυξης, μοιραία υπάρχουν αυθαίρετες συμπεριφορές και αδικίες. Πολύ συχνά ανυπεράσπιστοι σημαντικοί δημιουργοί. Τίποτε δεν ενθαρρύνει τους νέους δημιουργούς. Κανένας θεσμός κανένα πλαίσιο. Ζούμε στη χώρα όπου ο κάθε υπουργός μπορεί να χρηματοδοτεί την δική του φιέστα, τον δικό του θεσμό, ενώ με τα χρήματα της φιέστας θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας σημαντικός θεσμός προς όφελος του κοινωνικού . Όμως, είναι ελπιδοφόρο το γεγονός πως οι γενιές νέων ανθρώπων είναι πιο προικισμένες, πιο ταλαντούχες και κυρίως πιο ανεξάρτητες. Κι είναι ακόμη σημαντικότερο το γεγονός ότι αμφισβητούν και απαξιώνουν, ένα παρηκμασμένο πολιτικό σύστημα, που διαθέτει όλα τα στοιχεία της αλαζονείας ενός Κρέοντα.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Μια ελεγεία εξέγερσης
Ερμηνεύουν:
Λένα Παπαληγούρα, Μελέτης Ηλίας, Μιχάλης Οικονόμου, Θανάσης Δόβρης, Ιφιγένεια Καραμήτρου, Λίλα Μπακλέση, Λένα Μποζάκη, Γιώργος Νούσης, Βαγγέλης Σαλευρής, Ιώβη Φραγκάτου
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Παραγωγή: Εποχή Τέχνης, 5η Εποχή, Αrs Aeterna
Λίγα λόγια για το έργο
Ο πόλεμος τελείωσε. Οι νεκροί περισυλλέγονται κάτω από το σκληρό φως των προβολέων. Το πεδίο της μάχης μεταφέρεται στα γυαλισμένα γραφεία των κέντρων λήψης αποφάσεων. Ο σκληρός ήχος του σήμερα και η εύθραυστη ζωντανή φωνή, τα ατσαλάκωτα κοστούμια και τα ράκη, τα μηχανοποιημένα και τα βεβηλωμένα σώματα συνθέτουν έναν κόσμο όπου οι συγκρούσεις οξύνονται και οι αντιθέσεις βαθαίνουν.
Η δική μας Αντιγόνη… Να μην ενδώσει. Αυτός είναι ο δικός της νόμος. Η διεκδίκηση του τελετουργικού της κηδείας αποκαλύπτει τη σχέση της εξουσίας με τον θάνατο: την καταγγελία του ολοκληρωτισμού που σφετερίζεται την ανθρώπινη υπόσταση έως και μετά θάνατον.
Ο Κρέων εκφράζει το τυφλό ένστικτο μιας γυμνής ζωής με ωμούς βιολογικούς όρους. Επεκτείνει την εξουσία του σε κάθε πτυχή της ελεύθερης έκφρασης. Είναι ο προάγγελος της βιοπολιτικής του σήμερα: ενός αβίωτου βίου, όπου οι άνθρωποι πεθαίνουν ψυχικά, πολιτικά και κοινωνικά.
Με την Αντιγόνη, τα πεδία συγκρούσεων τίθενται σε αμφισβήτηση: σωστό-λάθος, ζωή-θάνατος, αυθεντικότητα-συμβιβασμός, νόμος-δίκαιο. Η Αντιγόνη γνωρίζει τη θνητότητά της, αλλά διεκδικεί το πότε και το πώς του θανάτου της. Αγκαλιάζοντας τον θάνατο, υπερασπίζεται μια ζωή άξια να βιωθεί. Έτσι, ακόμη κι αν πεθαίνει, ανοίγεται προς το μέλλον, ενώ ο Κρέων βιώνει τον δικό του ατέρμονο θάνατο.
Η Αντιγόνη είναι παρούσα στα σύγχρονα στρατόπεδα-τάφους, στα ηλεκτροφόρα σύνορα, στα παιχνίδια της βιοπολιτικής και στις ενέδρες του θανάτου. Το ΟΧΙ της ορθώνεται ως η απόλυτη κατάφαση.