Ένα σκληρό πόκερ στο ουκρανικό εξελίσσεται τα τελευταία 24ωρα ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ρωσία. Η απόφαση της Μόσχας να χτυπήσει το Ντνιπρό με υπερηχητικό βαλλιστικό πύραυλο μέσου βεληνεκούς προκάλεσε πολλές ανησυχίες στην Δύση.
Επιμέλεια: Εύη Απολλωνάτου
Αυτό σε συνάρτηση με την δήλωση του Βλαντίμιρ Πούτιν ότι η σύρραξη στην Ουκρανία κλιμακώνεται σε παγκόσμια σύγκρουση άνοιξε την συζήτηση για το πόσο πιθανός είναι ένας Γ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Πράγματι και μόνο η χρήση υπερηχητικού βαλλιστικού πυραύλου έστειλε «μηνύματα» στη Δύση. Ο συγκεκριμένος πύραυλος, σύμφωνα με τον Ρώσο πρόεδρο, δεν μπορεί να αναχαιτιστεί από τα υπάρχοντα στρατιωτικά συστήματα. Δεύτερον μπορεί να φέρει οποιαδήποτε εκρηκτική συσκευή, βόμβα ή πυρηνική κεφαλή. Άρα είναι ξεκάθαρη η απειλή που ήθελε να στείλει η Μόσχα.
Επιπλέον η Ρωσία επικαιροποίησε το πυρηνικό δόγμα της για να συμπεριλάβει νέα κριτήρια. Έτσι θεωρεί ότι η ρωσική ηγεσία θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο ενός πυρηνικού πλήγματος εάν δεχθεί επίθεση με πυραύλους, μη επανδρωμένα αεροσκάφη ή άλλα αεροσκάφη. Παράλληλα οποιαδήποτε επίθεση κατά της Ρωσίας από ένα κράτος που είναι μέλος ενός συνασπισμού θα θεωρηθεί από τη Μόσχα ως επίθεση εναντίον της από ολόκληρο τον συνασπισμό.
Αυτό το σημείο αναφέρεται έμμεσα στο ΝΑΤΟ και τονίστηκε και από τον Πούτιν στο διάγγελμα του αφού υποστήριξε ότι η Ρωσία μπορεί να χτυπήσει τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις των χωρών που επέτρεψαν να χρησιμοποιηθούν τα όπλα τους για πλήγματα εντός της ρωσικής επικράτειας.
Μπλόφα της Μόσχας «βλέπει» η Δύση
Στο παρασκήνιο η Δύση δεν δείχνει να ανησυχεί έντονα για τις τελευταίες ενέργειες της Ρωσίας. Δυτικοί διπλωμάτες είπαν στο Sky News ότι η γενική αντίληψη που υπάρχει είναι πως η Μόσχα δεν θέλει ένα πυρηνικό πόλεμο όπως και η Δύση και όλη αυτή η συζήτηση για την αλλαγή του πυρηνικού δόγματος της Ρωσίας είναι απλά μπλόφα και προσποίηση. Μάλιστα η Μόσχα εσκεμμένα φέρεται να μην δίνει λεπτομέρειες για τις λεπτομέρειες μίας ρωσικής απάντησης στην Δύση προκειμένου να φαίνεται πιο απειλητική.
Οι δυτικοί αξιωματούχοι ποντάρουν ότι η Ρωσία μπλοφάρει επειδή και στο παρελθόν η Μόσχα έχει θέσει κόκκινες γραμμές στο ουκρανικό και έχει απειλήσει με αντίποινα. Ωστόσο όταν παραβιάστηκαν αυτές οι γραμμές δεν απάντησε στρατιωτικά με βάση τις απειλές της.
Για παράδειγμα η Ρωσία είχε προειδοποιήσει τις χώρες του ΝΑΤΟ ότι αν στείλουν όπλα, στρατιωτικό υλικό και μαχητικά αεροσκάφη στον ουκρανικό στρατό θα θεωρήσει ότι εμπλέκονται άμεσα στον πόλεμο και θα απαντήσει ανάλογα. Ωστόσο στην πορεία δεν υπήρξαν ρωσικά αντίποινα.
Αυτό που ανησυχεί πραγματικά την Δύση οι έμμεσες επιθετικές ενέργειες της Ρωσίας, όπως σαμποτάζ σε υποθαλάσσια καλώδια και κυβερνοεπιθέσεις αλλά και η αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού σε χώρες αντίπαλες της Δύσης, όπως το Ιράν. «Αυτή η δημόσια οργή που ακούσαμε σήμερα (σ.σ. Πέμπτη) από το Κρεμλίνο δεν θα ανησυχήσει τόσο πολύ τη Δύση, αλλά περισσότερο τι μπορεί να κάνουν κρυφά πίσω από τα παρασκήνια», ανέφερε ο ανταποκριτής του Sky News στην Μόσχα Ιβόρ Μπένετ.
Η πραγματική κόκκινη γραμμή του Πούτιν στο ουκρανικό μέτωπο
Η πραγματική κόκκινη γραμμή του Κρεμλίνου σε αυτό τον πόλεμο, όμως, φαίνεται να είναι η αποστολή στρατιωτών από τις χώρες της Δύσης στο ουκρανικό μέτωπο. Αυτό είναι κάτι στο οποίο η Ρωσία δίνει μεγάλη βαρύτητα και θα απαντούσε αναλόγως.
Ο στρατιωτικός αναλυτής, Τιμ Ρίπλεϊ ανέφερε ότι αν για παράδειγμα βρετανικά στρατεύματα πήγαιναν στο ουκρανικό μέτωπο η Ρωσία θα προσπαθούσε να εντοπίσει και να επιτεθεί στους Βρετανούς στρατιώτες. Μάλιστα εξήγησε ότι οι Ρώσοι δεν θα ανησυχούσαν για τις επιθέσεις τους αφού θα θεωρούσαν ότι πρόκειται για «απροκάλυπτη κλιμάκωση» από το ΝΑΤΟ. «Αυτό σημαίνει ότι μπαίνεις στο δικό τους πολεμικό μέτωπο», είπε ο στρατιωτικός αναλυτής.
Ο αστάθμητος παράγοντας Τραμπ
Σε Μόσχα, Κίεβο και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες οι αξιωματούχοι προσπαθούν να «ζυγίσουν» τι θα σημαίνει για τον ουκρανικό πόλεμο η ανάληψη της ηγεσίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει δηλώσει ότι θα τελειώσει με τον πόλεμο μέσα σε 24 ώρες αλλά έχει αποφύγει να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για το πώς θα επιτύχει κάτι τέτοιο.
Γι’ αυτό διακινούνται διάφορα σενάρια για τις θέσεις που ενδέχεται να υποστηρίξει ο Τραμπ. Θεωρείται βέβαιο ότι και η ουκρανική και η ρωσική πλευρά θέλουν να έχουν πετύχει πολλές νίκες και να έχουν καταλάβει αρκετά εδάφη μέχρι να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να έχουν μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ και περιθώρια ελιγμών.
Ο χρονικός ορίζοντας που έχουν είναι μέχρι τον Ιανουάριο όταν και θα αναλάβει επίσημα τα καθήκοντα του ο Ντόναλντ Τραμπ. Γι’ αυτό αυτή την περίοδο υπάρχει μεγάλη πίεση και αστάθεια στο πολεμικό μέτωπο.
Τα νέα, όμως, δεν είναι καλά για τον ουκρανικό στρατό. Η στρατηγική που ακολούθησε το προηγούμενο διάστημα με επιθέσεις Ουκρανών στρατιωτών μέσα στην Ρωσία και κυρίως στην περιοχή του Κουρσκ δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα.
Ο ουκρανικός στρατός πιθανότατα ήθελε να διασπάσει τις δυνάμεις του ρωσικού στρατού και να αφαιρέσει κάποια από την πίεση στην πρώτη γραμμή του μετώπου στην Ζαπορίζια, το Ντνίπρο κλπ. Οι Ρώσοι, όμως, άντεξαν στην πίεση στο Κουρσκ με αποτέλεσμα ο ουκρανικός στρατός να έχει μοιράσει τις δυνάμεις του σε δύο σημεία και ο ρωσικός στρατός να προελαύνει σε ουκρανικές περιοχές. Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν αποφάσισε να στείλει νάρκες κατά προσωπικού με την ελπίδα να ανακόψει την ρωσική προέλαση.
«Η Ουκρανία αποφάσισε να πραγματοποιήσει αυτή την τολμηρή εισβολή στην ίδια τη Ρωσία στην περιοχή του Κουρσκ, η οποία μπορεί να μείωσε την ένταση, αλλά αυτό που έκανε ήταν να μοιράσει τους περιορισμένους πόρους της και η Ρωσία να έχει το προβάδισμα», ανέφερε ο στρατιωτικός αναλυτής, Σον Μπελ.
«Οι μυστικές υπηρεσίες υποδηλώνουν ότι δεν είναι μόνο ο εξοπλισμός που χρειάζεται η Ουκρανία, αλλά και ότι στερείται απελπιστικά ανθρώπινου δυναμικού», είπε ο Σον Μπελ.
Από την πλευρά της Ρωσία πιέζει με τη προέλαση παρά το γεγονός ότι έχει μεγάλες απώλειες στρατιωτών. Είναι ενδεικτικό ότι μόλις τον περασμένο μήνα υπολογίζεται ότι 50.000 στρατιώτες του ρωσικού στρατού σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν στην Ουκρανία. Σε αυτή την στρατηγική της Μόσχας εντάσσονται και οι 10.000 στρατιώτες που έστειλε στο μέτωπο η Βόρεια Κορέα.
