Η είδηση του θανάτου του 83χρονου Φετουλάχ Γκιουλέν σίγουρα σκόρπισε χαμόγελα στους διαδρόμους της εξουσίας στην Τουρκία. Άλλωστε ο πρώην ιμάμης ήταν χαρακτηρισμένος ως «τρομοκράτης» από τον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Λίγα πράγματα, όμως, είναι γνωστά για τον ιμάμη που διέφυγε στις ΗΠΑ κυνηγημένος από τους Κεμαλιστές της Τουρκίας. Δεν παντρεύτηκε ποτέ και ζούσε σχεδόν απομονωμένος σε μία έκταση 100 στρεμμάτων στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ από το 1999. Εκείνη την χρονιά μετέβη για θεραπεία στις ΗΠΑ και δεν επέστρεψε ποτέ.
Διέμενε σε ένα λιτό δωμάτιο με στρώμα στο πάτωμα, ράφια με βιβλία και ένα χαλί για προσευχή. Έβγαινε ελάχιστα έξω από το σπίτι και σπάνια μιλούσε δημόσια. Ο Γκιουλέν γεννήθηκε σε ένα χωριό κοντά στο Ερζερούμ τον Απρίλιο του 1941. Ο πατέρας του ήταν ιμάμης και η μητέρα του δίδασκε το Κοράνι στο χωριό της παρά το γεγονός ότι οι Κεμαλιστές είχαν απαγορεύσει τις θρησκευτικές διδασκαλίες.
Έλαβε ισλαμική εκπαίδευση και έδωσε το πρώτο του κήρυγμα το 1958 όταν ήταν ακόμη στην εφηβεία. Τον Αύγουστο του 1959 έγινε ιμάμης σε τζαμί στην Ανδριανούπολη. Αποσύρθηκε επίσημα από τα καθήκοντα του κηρύγματος το 1981. Το 1971 ξεκίνησαν τα προβλήματα του με την δικαιοσύνη. Μετά το πραξικόπημα του τουρκικού στρατού ο Γκιουλέν συνελήφθη και φυλακίστηκε για 7 μήνες επειδή είχε δημιουργήσει θρησκευτικές ομάδες και κήρυττε το Κοράνι.
Το 1999 πήγε για θεραπεία στις ΗΠΑ και διέμεινε μόνιμα μέχρι τον θάνατο του. Λίγο μετά την άφιξη του στις ΗΠΑ κυκλοφόρησε μία κασέτα με ομιλία του, η οποία έμελλε να τον ακολουθεί σε όλη την ζωή του και να χρησιμοποιείται από τους εχθρούς του για να αποδείξουν ότι λειτουργούσε ένα «παράλληλο κράτος» εντός της Τουρκίας. Τόσο οι Κεμαλιστές όσο και αργότερα ο Ταγίπ Ερντογάν τον κατηγόρησαν ότι είχε έναν «στρατό» μέσα στο κράτος και απειλούσε την κυβέρνηση.
«Το υπάρχον σύστημα εξακολουθεί να είναι στην εξουσία. Οι φίλοι μας που κατέχουν θέσεις σε νομοθετικά και διοικητικά όργανα θα πρέπει να μάθουν τις λεπτομέρειές του και να επαγρυπνούν διαρκώς, ώστε να μπορούν να το μετασχηματίσουν και να είναι πιο γόνιμοι για λογαριασμό του Ισλάμ, προκειμένου να πραγματοποιήσουν μια πανεθνική αποκατάσταση. Ωστόσο, θα πρέπει να περιμένουν μέχρι οι συνθήκες να γίνουν πιο ευνοϊκές. Με άλλα λόγια, δεν θα πρέπει να αποκαλυφθούν πολύ νωρίς», έλεγε σε αυτή την κασέτα ο Γκιουλέν.
Τελικά το 2000 δικάστηκε και καταδικάστηκε ερήμην για συνωμοσία με στόχο να βάλει τους οπαδούς του σε κρίσιμα πόστα στις κρατικές υπηρεσίες και να ανατρέψει την κυβέρνηση στην Τουρκία. Ο ίδιος υποστήριζε πάντα ότι τα λεγόμενα του είχαν διαστρεβλωθεί.

Το κίνημα Χιζμέτ και τα σχολεία
Το κίνημα του Γκιουλέν, που έγινε γνωστό ως Χιζμέτ (υπηρεσία) απέκτησε εκατομμύρια οπαδούς ενός και εκτός Τουρκίας. Τα σχολεία που λειτουργούσαν οι γκιουλενιστές ήταν η «καρδιά» του κινήματος. Από αυτά τα θρησκευτικά σχολεία αποφοίτησαν άνθρωποι που υπηρέτησαν σε κρατικές θέσεις, στον στρατό, την αστυνομία και τα δικαστήρια στην Τουρκία. Επιπλέον το κίνημα είχε αναφερθεί ότι είχε τον έλεγχο της ισλαμικής συντηρητικής εφημερίδας Ζαμάν, της ιδιωτικής τράπεζας Asya και του τηλεοπτικού σταθμού Samanyolu TV.
Η ανάπτυξη του κινήματος του Γκιουλέν έφερε αντιδράσεις από τους Κεμαλιστές που θεωρούσαν ότι οι οπαδοί του ιμάμη θα προσπαθήσουν να υπονομεύσουν την κοσμικότητα του κράτους αλλά και από τους ακραίους ισλαμιστές που πίστευαν ότι το κίνημα αρκετά ήπιο και φιλοαμερικανικό.
Η σχέση αγάπης – μίσους με τον Ερντογάν
Αν και ο Φετουλάχ Γκιουλέν είχε δηλώσει ότι το κίνημα του δεν είχε σχέση με την πολιτική και δεν ήθελε να αναμειχθεί στις κοσμικές υποθέσεις οι αποφάσεις και οι πράξεις του έδειξαν μάλλον το αντίθετο.
Το 2003 όταν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξελέγη για πρώτη φορά πρωθυπουργός της Τουρκίας βρήκε πολύτιμους συμμάχους στο κίνημα Γκιουλέν. Οι άνθρωποι που είχαν μορφωθεί στα σχολεία του κινήματος στελέχωσαν κρατικές υπηρεσίες, τον στρατό, την αστυνομία και τα δικαστήρια και προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον Ταγίπ Ερντογάν. Εκείνη την περίοδο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανησυχούσε ότι δεν μπορούσε να ελέγξει την κρατική μηχανή και τα σώματα ασφαλείας που είχαν πραγματοποιήσει αρκετά πραξικοπήματα σε βάρος εκλεγμένων κυβερνήσεων.
Το κίνημα του Γκιουλέν εκτός από πιστούς συνεργάτες προσέφερε και κάτι άλλο πολύ σημαντικό στον Τούρκο πρόεδρο. Μία ευρέως διαδεδομένη θεωρία στην Τουρκία θέλει τους γκιουλενιστές να βρίσκονται πίσω από την αποκάλυψη της υπόθεσης «Εργκενεκόν», για το βαθύ παρακράτος της Τουρκίας. Η υπόθεση που δημοσιοποιήθηκε με πολλές λεπτομέρειες και παρά πολλά δημοσιεύματα από την εφημερίδα Zaman προσέφερε στον Ερντογάν την ευκαιρία να τελειώνει μία για πάντα με το παρακράτος στην Τουρκία, που δεν έβλεπε με καλό μάτι έναν ισλαμιστή πρωθυπουργό.
Στις γενικές εκλογές του 2011 τα ΜΜΕ του Γκιουλέν στήριξαν ανοιχτά τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος επανεξελέγη στα ηνία της χώρας. Οι πρώτες ρωγμές στην σχέση Γκιουλέν – Ερντογάν άρχισαν να εμφανίζονται τον Μάιο 2013 με τις διαδηλώσεις του Γκεζί. Τότε ο Ερντογάν κατέστειλε βίαια τις διαδηλώσεις και κατηγόρησε τον ιμάμη ότι υποκινούσε και στήριζε τους διαδηλωτές εναντίον του.
Λίγους μήνες μετά, τον Δεκέμβριο του 2013, η τουρκική κυβέρνηση αποφάσισε να κλείσει πολλά από τα ιδιωτικά σχολεία του κινήματος Γκιουλέν στην Τουρκία. Αυτό ήταν αιτία πολέμου για τους Γκιουλενιστές, που λειτουργούσαν με βασικό άξονα αυτά τα σχολεία. Τον ίδιο μήνα η τουρκική κυβέρνηση συνταράχθηκε από σκάνδαλο διαφθοράς με ξέπλυμα χρημάτων και μίζες από το Ιράν, το οποίο φέρεται να πουλούσε μέσω Τουρκίας φυσικό αέριο με αντάλλαγμα χρυσό προκειμένου να παρακάμψει τις αμερικανικές κυρώσεις.
Οι δικαστές άσκησαν διώξεις και συνέλαβαν 47 ανθρώπους για την υπόθεση. Ανάμεσα στους κρατούμενους ήταν και οι γιοι τριών υπουργών, ενώ ενεπλάκη στο σκάνδαλο και το όνομα του διοικητή της κρατικής τράπεζας Halkbank. Οι τρεις υπουργοί του Ερντογάν παραιτήθηκαν αλλά το σκάνδαλο φάνηκε να αγγίζει και τον Τούρκο πρόεδρο, που τότε είχε την θέση του πρωθυπουργού. Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Αστικού Σχεδιασμού της Τουρκίας, Ερντογάν Μπαϊρακτάρ αμέσως μετά την παραίτηση του υποστήριξε ότι και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα πρέπει να παραιτηθεί αφού όλα για τα οποία κατηγορείται ο ίδιος έγιναν με την εντολή του Τούρκου πρωθυπουργού.

Το αποτυχημένο πραξικόπημα
Η οριστική ρήξη με το κίνημα του Γκιουλέν ήρθε μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα στις 15 Ιουλίου 2016. Τότε περίπου 10.000 στρατιώτες προσπάθησαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση καθώς υποστήριζαν ότι δεν υπάρχει ηγεσία στην κρίση την οποία περνάει η Τουρκία.
Το πραξικόπημα απέτυχε μέσα σε 12 ώρες αλλά ήταν αρκετό για να κατηγορήσει η τουρκική κυβέρνηση το κίνημα Γκιουλέν ότι ήταν ο «εγκέφαλος» της απόπειρας ανατροπής του Ερντογάν. Το κίνημα Γκιουλέν χαρακτηρίστηκε τρομοκρατική οργάνωση από τις τουρκικές αρχές και αμέσως μετά ξεκίνησε ένα μεγάλο κυνήγι με διώξεις, φυλακίσεις και ανακρίσεις κατά όσων ήταν ύποπτοι για συνεργασία με τον ιμάμη.
Τουλάχιστον από το 2017 είναι γνωστό ότι η τουρκική κυβέρνηση προσπαθούσε με κάθε μέσο να πετύχει την έκδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν από τις ΗΠΑ στην Τουρκία χωρίς επιτυχία.