Είναι η γυναίκα που έφερε στον κόσμο έναν από τους πιο διαβόητους τρομοκράτες στην παγκόσμια ιστορία. Η μητέρα του επί δύο δεκαετίες ηγέτη της αλ Κάιντα, του Οσάμα μπιν Λάντεν, έλυσε τη σιωπή της και για πρώτη φορά μίλησε δημοσίως.Επτά χρόνια μετά τον θάνατό του στο Πακιστάν έπειτα από αμερικανική επιχείρηση, η Άλια Γκάνεμ έδωσε συνέντευξη σε δημοσιογράφο της βρετανικής Guardian από το σπίτι της οικογενείας στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας.
Όπως είπε στον δημοσιογράφο, ο Οσάμα ήταν ένα “ντροπαλό και καλό παιδί”, το οποίο υπέστη πλύση εγκεφάλου στη διάρκεια των σπουδών του.Η οικογένεια μπιν Λάντεν είδε για τελευταία φορά τον Οσάμα το 1999, δύο χρόνια πριν από τις πολύνεκρες επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, όταν εκείνος βρισκόταν στο Αφγανιστάν.Εκείνη την χρονιά η οικογένειά του τον επισκέφθηκε δύο φορές στη βάση του λίγο έξω από την Κανταχάρ. “Ήταν ένα μέρος κοντά στο αεροδρόμιο που είχαν καταλάβει από τους Ρώσους. Ήταν πολύ, πολύ χαρούμενος που μας φιλοξένησε. Κάθε μέρα μας ξεναγούσε. Μια ημέρα σκότωσε ένα ζώο και κάναμε γιορτή, προσκάλεσε τους πάντες”, λέει η Γκάνεμ.Τότε ήδη θεωρούνταν ύποπτος τρομοκρατίας έχοντας εγκατασταθεί στη χώρα αρχικά για να πολεμήσει τις σοβιετικές δυνάμεις που είχαν εισβάλλει τη δεκαετία του 80.”Ταραχτήκαμε υπερβολικά. Δεν ήθελα να συμβεί τίποτα από όλα αυτά. Γιατί να τα πετάξει όλα με αυτόν τον τρόπο;”, είπε στον δημοσιογράφο η Γκάνεμ όταν ρωτήθηκε πώς αισθάνθηκε στο άκουσμα της είδησης ότι ο γιος της έχει γίνει ένας ένοπλος τζιχαντιστής.
Η Γκάνεμ υποστηρίζει ότι η Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οργάνωση με την οποία ενεπλάκη ο Οσάμα όταν ήταν φοιτητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο King Abdulaziz της Τζέντα, ήταν κάτι σαν αίρεση. “Γνώρισε κάποιους που ουσιαστικά του έκαναν πλύση εγκεφάλου όταν ήταν εικοσάχρονος. Μπορείς να το χαρακτηρίσεις και αίρεση”, εξηγεί.”Οι άνθρωποι στο πανεπιστήμιο τον άλλαξαν. Έγινε άλλος άνθρωπος”. Ένας από αυτούς που γνώρισε ήταν ο Αμπντουλάχ Αζάμ, ένα μέλος της Αδελφότητας, ο οποίος αργότερα εξορίστηκε από τη Σαουδική Αραβία και έγινε ο πνευματικός σύμβουλος του Οσάμα.”Είχαν χρήματα για τους σκοπούς τους. Τού έλεγα διαρκώς να μείνει μακριά τους και εκείνος ποτέ δεν παραδεχόταν τί έκανε γιατί με αγαπούσε τόσο πολύ”. Στα περίπου 75 χρόνια της η Γκάνεμ, φορώντας το κόκκινο χιτζάμπ της, μιλάει για τον πρωτότοκο γιο της, για τον οποίο αρνούνταν επί πολλά χρόνια να μιλήσει. Κάθεται ανάμεσα στους δύο ετεροθαλείς αδελφούς του Οσάμα και τον δεύτερο σύζυγό της, τον Μοχάμεντ αλ-Άτας, τον άνθρωπο που μεγάλωσε και τα τρία αγόρια.Η οικογένεια ζει σε μια έπαυλη στην Τζέντα, την πόλη αυτή της Σαουδικής Αραβίας. Οι μπιν Λάντεν παραμένουν από τις πλουσιότερες οικογένειες της χώρας έχοντας χτίσει μια αυτοκρατορία στον χώρο των κατασκευών, που ασκεί μεγάλη επιρροή και έχει βαθιές διασυνδέσεις με το κατεστημένο της χώρας.Η Γκάνεμ γεννήθηκε στην παραθαλάσσια πόλη Λαττάκεια της Συρίας και μεγάλωσε σε μια οικογένεια αλαουιτών, ένα παρακλάδι του σιιτικού ισλάμ. Η συριακή κουζίνα, λέει, είναι ανώτερη από τη σαουδαραβική. Εγκαταστάθηκε στη Σαουδική Αραβία στα μέσα της δεκαετίας του 50 και ο Οσάμα γεννήθηκε στο Ριάντ το 1957.Ο πατέρας του μπιν Λάντεν, ο Μοχάμεντ μπιν Αουάντ μπιν Λάντεν, την χώρισε τρία χρόνια μετά την γέννηση του Οσάμα και απέκτησε συνολικά 54 παιδιά με τουλάχιστον 11 συζύγους.Εκείνη στη συνέχεια παντρεύτηκε τον αλ-Ατας, ο οποίος τότε ήταν διαχειριστής της αυτοκρατορίας του μπιν Λάντεν.Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, η οικογένεια λέει ότι ανακρίθηκε από την σαουδαραβική κυβέρνηση, η οποία περιόρισε τις μετακινήσεις και τα ταξίδια τους. Ο δημοσιογράφος της βρετανικής εφημερίδας εκτιμά ότι το βασίλειο του Κόλπου τού έδωσε την άδεια να πάρει συνέντευξη από την Γκάνεμ επειδή ανώτατοι αξιωματούχοι ήλπιζαν πώς έτσι θα φανεί ότι ο πρώην ηγέτης της αλ Κάιντα ήταν ένας περιθωριακός τύπος και όχι πράκτοράς τους, όπως πολλοί ισχυρίζονται.Ο δημοσιογράφος Μάρτιν Τσάλοφ την ρωτάει αν φανταζόταν ποτέ ότι ο γιος της θα γινόταν τζιχαντιστής. “Ούτε που μου είχε περάσει από το μυαλό”, απαντάει εκείνη. Και όπως σχολιάζει ο γιος της Άχμεντ, η μητέρα μου είναι “σε άρνηση” σε ό,τι αφορά τον Οσάμα, 17 χρόνια μετά τις επιθέσεις στις ΗΠΑ, και επιμένει να κατηγορεί το περιβάλλον του. ΠΗΓΕΣ: The Guardian, BBC