“Και η Τζωρτζίνα, το τελευταίο παιδί, ήταν ένα παιδί που υπέφερε αρκετά. Φαίνεται ότι δεν ήταν μία διαδικασία που με τη μία φορά την οδήγησε στον θάνατο. Νομίζω ότι και οι μαρτυρίες των γιατρών εδώ θα παίξουν σημαντικό ρόλο και θα μας σκιαγραφήσουν όλη την περιπέτεια μέχρι τον θάνατο, μέχρι την κατάληξη αυτού του μικρού παιδιού”, τόνισε ο Γρηγόρης Λέων.
Ερωτηθείς εάν σε περίπτωση που είχε χορηγηθεί η ίδια ουσία και στα άλλα δύο παιδιά, έπειτα από τόσα χρόνια, θα μπορούσε να ανιχνευθεί, είπε: “Έχουμε δύο τοξικολογικές εξετάσεις που είναι αρνητικές και στο πρώτο και στο δεύτερο παιδί. Θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε τα επίπεδα αυτής της ουσίας στην Τζωρτζίνα και στη συνέχεια να επαναξιολογήσουμε οριστικά πλέον αυτές τις δύο εκθέσεις. Εφόσον υπάρχουν τοξικολογικοί έλεγχοι αρνητικοί προφανώς κάποιος άλλος εξωγενής παράγοντας έχει επενεργήσει”.
“Το σημαντικό είναι ότι η Τζωρτζίνα μας άνοιξε τον δρόμο για εγκληματική ενέργεια και αυτό ήταν το ζητούμενο”, υπογράμμισε ο ιατροδικαστής.
Σε παρέμβαση που έκανε νωρίτερα στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1, ο Γρηγόρης Λέων τόνισε ότι “στο τρίτο παιδί ήταν μια πλήρης ιατροδικαστική διερεύνηση, όλοι έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό και αποκλείονταν ουσιαστικά όλοι οι παθολογικοί και γονιδιακοί παράγοντες και όποιος άλλος παράγοντας μπορούσε να λειτουργήσει ως ένας ‘φυσικός’ θάνατος στο παιδί και αυτό που έμενε ήταν να διαγνώσουμε τον εξωγενή παράγοντα”.
Σχετικά με την κεταμίνη, ο κ. Λέων είπε πως “η ουσία μπορεί να επιφέρει και μόνη της τον θάνατο, αλλά αυτό είναι ανάλογο και με την ποσότητά της. Σίγουρα επέδρασε μαζί με τα φάρμακα που έπαιρνε το παιδί”.