Φωνή ΒΟΩΝΤΟΣ, δεν λογοκρίνεται

Aπό την πρώτη αρχή (για να χρησιμοποιήσω κι εγώ έναν αγγλισμό) όταν εμφανίστηκαν οι περιβόητες και μάλλον πλέον διαβόητες, Ανεξάρτητες Αρχές, η ταπεινότης μου έγραφε εναντίον τους, διότι ούτε Αρχές είναι ούτε Ανεξάρτητες.

 Δεν είναι Αρχές διότι πρόκειται για παρενδύσεις της Εκτελεστικής κυρίως εξουσίας και δεν είναι Ανεξάρτητες διότι συντίθενται και ελέγχονται από τα κόμματα. Ολα τα κόμματα (δυστυχώς και της Αριστεράς)

 Τα μέλη των Ανεξάρτητων Αρχών δεν εκλέγονται, διορίζονται.

 Και βεβαίως δεν λογοδοτούν στον λαό, παρά μόνον (αν κι όποτε λογοδοτούν) σε αυτούς τους ίδιους που τις… διορίζουν! Δηλαδή στα κόμματα, μέσω αντίστοιχων με τις αρμοδιότητες των Αρχών επιτροπών της Βουλής.

 Η δημιουργία αυτών των Αρχών, και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, βασίστηκε στην πολιτική ορθότητα που, ως εργαλείο του «εκσυγχρονισμού», έχει αποβλακώσει τις κοινωνίες και των δύο πλευρών του Ατλαντικού.

 Τα μορφώματα αυτά λειτουργούν ωσάν ένας καρκίνος του πολιτεύματος, διότι συσκοτίζουν τη διάκριση των εξουσιών. Πλήθος υποθέσεων δεν έφθασαν ποτέ στον φυσικό τους δικαστή λόγω των Αρχών – ας αφήσουμε το Ανεξαρτήτων. Με πλήθος υποθέσεων δεν ασχολήθηκε ποτέ η Βουλή πετώντας το μπαλάκι στις Αρχές (ή περιμένοντας το μπαλάκι από τις Αρχές). Πλήθος

 

 

θελήματα της Εκτελεστικής εξουσίας πραγματοποιήθηκαν μέσω αυτών των Αρχών. Εβδομήντα τομείς της πολιτικής και της Οικονομίας καλύπτουν (ακόμα και αδρανώντας) πλήθος Ανεξάρτητων Αρχών. Στις οποίες βολεύονται, συχνά με παχυλές αμοιβές, πλήθος «ημετέρων των κομμάτων» (δυστυχώς και της Αριστεράς), πλήθος αποτυχημένων πολιτικών και πολιτευτών, πλήθος απόμαχων, βετεράνων και παλαίμαχων που, όταν δεν μπορούν να τους (εκ)τρέφουν πλέον τα κομματά τους, αναθέτουν τη σίτισή τους στο υστέρημα του ελληνικού λαού.

 Σιτίζονται δημοσία δαπάνη έτσι στο απέραντο (όσον ένα φρενοκομείο) Πρυτανείο ένα πλήθος αργόσχολων με αδιευκρίνιστες θητείες και από χέρι ατελέσφορες αρμοδιότητες – οι μισοί, καθώς και πολύ χρήσιμες αρμοδιότητες οι άλλοι μισοί, όπως της λογοκρισίας.

 Κι ερχόμαστε στο ΕΣΡ, Εθνικό (λέγε το κομματικό) Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Δουλειά του υποτίθεται ότι είναι να εποπτεύει την εύρυθμη λειτουργία των ραδιοτηλεοπτικών μέσων.

 Γιατί;

 Δεν υπάρχουν Δικαστήρια;

 Δεν υπάρχει η δημοσιογραφική δεοντολογία;

 Δεν έχει κριτήριο ο λαός να κρίνει τι (του) μεταδίδουν τα μέσα ενημέρωσης;

 Χρειάζεται ο λαός παιδονόμο και η δημοσιογραφία λογοκριτή;

 Και γιατί τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα μόνον κι όχι και οι εφημερίδες;

 Ας πάρουμε το πράγμα από την αρχή. Εν πρώτοις: «η δημοσίευση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης».

 Αυτή είναι η δουλειά της δημοσιογραφίας: να ενημερώνει τον λαό, ώστε να μην «κοιμούνται οι νόμοι» να μην εκπίπτει η Δημοκρατία σε τυραννίδα και να ασκείται η πολιτική σύμφωνα με το Σύνταγμα.

 (Θα σας φανεί περίεργο αλλά το δημοσιογραφικό επάγγελμα διέπεται από Συνταγματικούς κανόνες).

 

 

 Πώς, όμως, μπορεί να τηρείται η δημοσιογραφική δεοντολογία; Γράφοντας ή μεταδίδοντας με έναν εισαγγελέα πάνω απ’ το κεφάλι μας ή με έναν δικηγόρο δίπλα μας; (Γιατί όχι και με έναν γιατρό ή έναν παπά;) Οχι βέβαια. Δεν θα επρόκειτο για δημοσιογραφία, αλλά για προπαγάνδα καθ’ υπαγόρευσιν των τριών Εξουσιών και κυρίως της Εκτελεστικής.

 Τι όμως κάνει τη δημοσιογραφική δεοντολογία αναγκαστική;

 Εν πρώτοις η ίδια η πραγματικότης.

 Αν ένας δημοσιογράφος παραπληροφορήσει ή αποπληροφορήσει, θα βρεθεί άλλος δημοσιογράφος που θα πληροφορήσει, που θα πει την αλήθεια.

 Το ίδιο και με τα μέσα ενημέρωσης. Αν μια εφημερίδα ή ένα κανάλι πουν ψέματα στον λαό, μια άλλη εφημερίδα ή ένα άλλο κανάλι θα πουν την αλήθεια.

 Αλλωστε, εκτός από τους πομπούς υπάρχουν και οι δέκτες – εσείς, τους οποίους μπορεί να κοροϊδέψει κανείς, λίγους ή πολλούς, για λίγα ή πολλά, αλλά όχι για όλα ούτε για πάντα.

 Επιπλέον (θα σας φανεί κι αυτό ολίγον παράξενο) όπως ακριβώς «η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στο φιλότιμο των Ελλήνων» έτσι και η τήρηση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας επαφίεται στην ιδεολογία, τις αρχές, την παιδεία και το φιλότιμο των δημοσιογράφων.

 Οι οποίοι δεν είναι όλοι «αλήτες» ή «ρουφιάνοι»

 Κι όσοι δεν είναι αντλούν τη δύναμή τους από σας – τους πολίτες. Κι ελέγχονται επίσης από σας! – τους πολίτες. Και από τους νόμους.

 Και τέλος, αν ένας πολίτης αδικηθεί, θιγεί από έναν δημοσιογράφο ή ένα μέσο ενημέρωσης, μπορεί και υποχρεούται να στραφεί εναντίον του καταφεύγοντας στον φυσικό του δικαστή. Καταφεύγοντας στη Δικαιοσύνη.

 Το ΕΣΡ επιβάλλοντας πρόστιμο στον κ. Τράγκα, ή στην «Ελληνοφρένεια», θέλησε απλώς να λογοκρίνει. Οπως και να προειδοποιήσει τον Real FM ότι δεν αρέσει, ότι κάποιους ενοχλεί.

 Ομως ο κ. Τράγκας εκπέμπει και κρίνεται. Οπως και η «Ελληνοφρένεια». Οπως ο καθένας μας. Το ότι οι συχνότητες -κατ’ αντίθεσιν με τις εφημερίδες- είναι περιουσία του ελληνικού λαού και πρέπει να εποπτεύονται από μια Ανεξάρτητη Αρχή, είναι τρίχες.

 Πρώτον διότι (και) οι συχνότητες (και οι εφημερίδες) εποπτεύονται! Από τους νόμους. Που ψηφίζει η Βουλή. Που εφαρμόζει η Κυβέρνηση. Που παρακολουθεί την εφαρμογή τους η Δικαιοσύνη.

 Οι Ανεξάρτητες Αρχές πού κολλάνε;

 Υπάρχουν για να συσκοτίζουν τη διάκριση των εξουσιών και να διαβρώνουν το πολίτευμα –

 

 

είναι οι Ανεξάρτητες Αρχές, ακόμα ένα κόλπο, όπως ο νόμος «περί ευθύνης Υπουργών», όπως οι ΜΚΟ κι όλο αυτό το μεταμοντερνικό πλέγμα εξουσιών και μορφωμάτων που έχει αποξενώσει τον λαό και τη Δημοκρατία,

 μια εξουσιαστική σοφιστεία,

 ολιγαρχική,

              που αποτυπώνει την αριστοκρατική (τρομάρα της) αντίληψη ότι ορισμένοι επαΐοντες, αριστίνδην διορισμένοι μπορεί να έχουν λόγο για τον λόγο των πληβείων (ή και των ίδιων των αριστοκρατικών, αν χρειαστεί).

 Διότι, όταν εκτρέφεις λογοκριτικούς μηχανισμούς ή οποιουδήποτε άλλου τύπου βάφεν Ες Ες σχήματα, όταν μεγαλώνει το φιδάκι δεν κάνει διακρίσεις…

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ