Ο φραπές και τα κανόνια

Παλαιόθεν γνωστό ότι η αμυντική ισχύς βασίζεται στην οικονομική ισχύ. Ενίοτε βασίζεται και στο φιλότιμο (ή στο παράδοξο), αλλά σπανίως με επιτυχία. Αλλωστε, αμφίσημη και αμφίστομη. Διότι η παράδοξη επιτυχία συχνά επίσης δημιουργεί ένα ηρωικό προηγούμενο που αποκοιμίζει εκείνους που νομίζουν ότι μπορεί να επαναληφθεί. Ποτέ η

εξαίρεση δεν υποκαθιστά τον κανόνα, και ο κανόνας είναι ότι η αμυντική ισχύς βασίζεται στην οικονομική ισχύ. Η οικονομία της Ελλάδας έχει γίνει σμπαράλια,

και από την πρώτη αρχή της κρίσης ορισμένοι σημείωναν τους κινδύνους που κάτι τέτοιο συνεπάγεται ακόμη και για την αρτιμέλεια της χώρας. Οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά, για να περιορισθούμε σ’ αυτές, προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν αυτόν τον κίνδυνο βαθαίνοντας την εξάρτηση και την προσκόλληση της Ελλάδας στους συμμάχους-προστάτες, παρά το ιστορικό προηγούμενο που μας διδάσκει ότι η υποτέλεια αυτή (και όχι συμμαχία) έχει οδηγήσει τη χώρα σε νίλες, απώλειες κι ενίοτε καταστροφές.

Πέντε χρόνια μνημόνια έχουν βλάψει τη χώρα σε όλους τους τομείς: στον οικονομικό (με καταποντισμό), στον πολιτικό (αποτελμάτωση), στον πολιτειακό (εκφυλισμός της δημοκρατίας), στον κοινωνικό (αποσάθρωση), στον πολιτισμικό (παρακμή) – χάος παθογενειών επικρατεί στη δημόσια διοίκηση, στις επιχειρήσεις, στην παιδεία και στην υγεία – στην άμυνα η κατάσταση κρατιέται με τα δόντια, κυρίως χάρη στο φιλότιμο των γρηγορούντων κι όχι βεβαίως χάριν της μέριμνας μιας πολιτείας

που έχει καταντήσει να εκτελεί διαταγές επικυριάρχων. Οι οποίοι προφανώς έχουν και άλλες προτεραιότητες, εκτός εκείνων που για τη διεκπεραίωσή τους επιφορτίζουν το προτεκτοράτο.

Ψυχομαχώντας κάτω απ’ το βάρος των μνημονίων, η Ελλάδα φορτώθηκε προσέτι και μέγα μέρος του προσφυγικού προβλήματος, που οι πολεμικές επιχειρήσεις των Επικυριάρχων έχουν δημιουργήσει στην Εγγύς και Μέση Ανατολή. Ηταν θέμα χρόνου λοιπόν να ξεσπάσει κρίση στο Αιγαίο.

Η κρίση αυτή (της οποίας μόνον την κορυφή βλέπουμε, μολονότι στο ζεστό Αρχιπέλαγος δεν κυκλοφορούν παγόβουνα) φαίνεται «να έπιασε την κυβέρνηση στον ύπνο», όπως γράφει και το τρέχον «Ποντίκι». Δεν γνωρίζω αν η κυβέρνηση πιάστηκε στον ύπνο, το θέμα αυτό όμως το άνοιξε πρώτος ο κ. Τσίπρας με την περίφημη πλέον δήλωση υπό μορφήν ρητορικής ερώτησης: «έχει σύνορα η θάλασσα;».

Η δήλωση αυτή μπορεί να έχει δύο ερμηνείες: ή ο κ. Τσίπρας ήξερε τι έρχεται και προσπάθησε να προλάβει το κακό ή δεν ήξερε και πιάσθηκε καθεύδων τον ύπνο του αλλού ντ’ άλλού.

Αν συνέβη το πρώτο, η προσπάθεια ήταν βλακώδης, διότι παρέπεμπε ευθέως στη θέση της Τουρκίας ή μάλλον στις αξιώσεις της για «έρευνα και διάσωση» στο Αιγαίο, για μια εμπράγματη δηλαδή αμφισβήτηση των συνόρων, με στόχο τη συγκυριαρχία και -γιατί όχι;- εν τέλει την κυριαρχία. Αν συνέβη το δεύτερο και ο κ. Τσίπρας πιάσθηκε στον ύπνο, δεν είναι η πρώτη φορά. Το μικρό χρονικό που ακολούθησε την ανοησία ή την αβελτηρία ξεκίνησε με τις δηλώσεις Μέρκελ για κοινές περιπολίες Ελλάδας – Τουρκίας στο Αιγαίο υπό τη διοίκηση της Frontex (σ.σ.: Βερολίνου).

Με (απαράδεκτη) καθυστέρηση ορισμένων ημερών, το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών είπε το πρέπον κι αναμενόμενο «όχι». Το οποίον στη συνέχεια πήρε ο κ. Γιούνκερ και το κανιβάλισε. Το μάσηξε και έφτυσε πάνω μας νέες διαταγές, όμοιες με τις πάγιες, τι να κάνουμε και πώς.

Οπως και να ’χει, έχει αρχίσει ένα γαϊτανάκι δηλώσεων μεταξύ Βερολίνου, Κομισιόν, Αθήνας, ενώ στο μεταξύ η Αγκυρα έχει εξασφαλίσει ένα δισεκατομμυριάκι για το προσφυγικό, απολαμβάνοντας άλλους να προωθούν τις θέσεις της για το Αιγαίο – ποιους άλλους; τους δανειστές και δυνάστες μας, κατά τα άλλα συμμάχους κα εταίρους μας.

Ομως, και αυτήν τη φορά δεν ήρξατο χειρών αδίκων η Γερμανία μόνον, αλλά έδεσε και από μόνη της τα χέρια της η Ελλάδα. Διότι ουδέποτε απαίτησε η Αθήνα η απογραφή των προσφύγων που γίνεται στα νησιά μας να πραγματοποιείται σε τουρκικό έδαφος. Ασε που ως μέλος της Ενωσης η χώρα μας χρηματοδοτεί την τουρκική Ακτοφυλακή για να… αφήνει τους πρόσφυγες να περνάνε.

Οταν το Βερολίνο σχεδίαζε, η Ελλάδα «λιαζόταν». Και τώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με το πιο σοβαρό πρόβλημα για την εθνική κυριαρχία της από την εποχή της κρίσης των Ιμίων. Το «όχι» του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών δεν στηρίζεται πουθενά, ούτε σε πρόνοια, ούτε σε μέτρα, ούτε σε συμμαχίες, ούτε πιθανόν και σε ισχύ, είναι το «όχι» εκείνου που κοιμόταν και βλέπει ξαφνικά εφιάλτη (ότι όταν του έσκαβαν τον λάκκο… κοιμόταν).

Κάποτε ο Ασίζ Νεζίν είχε γράψει ένα βιβλίο, το «Ο καφές και η δημοκρατία», με διάθεση τρυφερά σατιρική για το ράθυμον που χαρακτηρίζει τους Ανατολίτες (και συνεπώς το αράθυμον που τους πιάνει κάθε φορά που αποτυγχάνουν να το αντιμετωπίσουν). Εμείς θα μπορούσαμε, κατ’ αντιστιοχίαν, να γράψουμε το «Ο φραπές και η λιακάδα», είναι βέβαιον ότι η κυρία Μέρκελ θα το ελάμβανε σοβαρά υπ’ όψιν στους σχεδιασμούς της.

Αυτήν τη στιγμή η Τουρκία αντιμετωπίζει σοβαρά (ίσως τα πιο σοβαρά από ποτέ) προβλήματα, εξαιτίας του ολοκαυτώματος στη Συρία. Εχει απέναντί της τους Κούρδους (και της Συρίας και το εσωτερικό της, ίσως αύριο και του Ιράκ), το Ιράν, τους σιίτες του Ιράκ, τη Χεσμπολάχ, την Αίγυπτο, τα έχει σπάσει με το Ισραήλ, τη μισοκακοβλέπουν οι ΗΠΑ και την έχει στριμώξει η Ρωσία. Η πολιτική Νταβούτογλου «κανένα πρόβλημα με κανέναν» (αν τους υποτάξουμε όλους) έχει μετεξελιχθεί σε πολλά προβλήματα με τους πάντες. Τούτο δεν σημαίνει ότι η Τουρκία θα παραιτηθεί απ’ τους στρατηγικούς στόχους της στο Αιγαίο και στη Θράκη, ίσως μάλιστα η συγκυρία να την οδηγήσει σε έναν ελεγχόμενο αντιπερισπασμό στον χώρο ενός μετώπου (μάλιστα του μόνου) στο οποίο φαίνεται ότι θα μπορούσε να ωφεληθεί.

Οπως και να ’χει, το Βερολίνο θα επιμείνει στην πολιτική του (και τις διαταγές του). Αν το «όχι» του κ. Κοτζιά, δηλαδή του κ. Τσίπρα, αποδειχθεί σαν το «όχι» του δημοψηφίσματος που έγινε «ναι» στο θανατικό που τώρα μας κατατρώει, τότε τη βάψαμε. Μόνον που όπως όλοι λένε (διότι όλοι γνωρίζουν): τα οικονομικά κάποτε μπορεί να διορθωθούν, αν όμως χάσεις πόλεμο ή υποκύψεις σε «πόλεμο», μόνον με πόλεμο επανορθώνεις ή καταστρέφεσαι εκ νέου…

Η κυπριακή καταστροφή ουδέποτε επανορθώθηκε, αντιθέτως το Κυπριακό πάει απ’ το κακό στο χειρότερο. Ούτε η ζημιά στα Ιμια επανορθώθηκε, αντιθέτως τώρα ανοίγει και πάλι ο δρόμος για περισσότερο από εκείνο το γκρι που προοιωνίζεται το κόκκινο. Του αίματος…

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ