«Μια λυγερή τραγούδαγε τον πόνο να σμιλέψει»: Θεατρικό μουσικοχορευτικό δρώμενο από το Καλλιτεχνικό Σχολείο Γέρακα

Το θεατρικό μουσικοχορευτικό δρώμενο με τίτλο «Μια λυγερή τραγούδαγε τον πόνο να σμιλέψει», που παρουσιάζουν οι μαθητές της β τάξης του Καλλιτεχνικού Γυμνασίου Γέρακα, βασισμένο στον πλούτο των τραγουδιών της λαϊκής μας παράδοσης, φιλοδοξεί να ταξιδέψει τον θεατή πίσω στο χρόνο και να του ανακαλέσει μνήμες, ήχους και εικόνες μιας άλλης εποχής, που μπορεί να φαντάζει τόσο μακρινή, αλλά τελικά είναι τόσο απροσδόκητα κοντά με τη σημερινή…

Αντλώντας υλικό από τη λαϊκή ποίηση, τη δημώδη μουσική και τη χορευτική παράδοση, η παράσταση των μικρών μαθητών διαπραγματεύεται το στοιχείο του πανανθρώπινου πόνου μέσα από τα θρηνώδη τραγούδια του θανάτου, της ξενιτιά, του γάμου, του έρωτα και των παραλογών, ενώ παράλληλα αναδεικνύει την ικανότητα του ανθρώπου να μετατρέπει τη λύπη σε χαρά, τον πόνο σε δημιουργία και τον καημό σε ελπίδα, παράγοντας την ίδια στιγμή Τέχνη και Πολιτισμό.

Ο θρήνος αποτελούσε πάντα την κορυφαία έκφραση του πόνου της απώλειας και του αποχωρισμού ενός αγαπημένου προσώπου και έπαιρνε πολλές μορφές μέσα στους εθιμικούς κανόνες και τις πλούσιες τοπικές παραδόσεις της πατρίδας μας. Κυρίαρχη μορφή του θρήνου είναι το μοιρολόι. Το θρηνητικό αυτό τραγούδι, αφενός ανέδειξε τη γυναίκα ως το κυρίαρχο πρόσωπο της θρηνητικής τελετουργίας και αφετέρου αποτέλεσε το σημαντικότερο μέσο έκφρασης του πόνου μέσα στις τοπικές κοινωνίες της Ελληνικής περιφέρειας. Ένα μοιρολόι δεν είναι ένα απλό τραγούδι… είναι ένα δρώμενο με σημαντικές κοινωνιολογικές και ψυχοσυναισθηματικές προεκτάσεις. Η γυναίκα, που μοιρολογεί δεν είναι μόνο η γυναίκα που κλαίει, οδύρεται και αυτοτραυματίζεται. Είναι, επίσης, και η γυναίκα που επικοινωνεί την ιστορία του πόνου της, επιτρέποντας στους άλλους να συμμετέχουν σε αυτή την ιστορία και να μοιράζονται τα έντονα συναισθήματά της. Είναι η γυναίκα που ταυτόχρονα βρίσκεται στη μεταβατική μαγική φάση της «συζήτησης», δηλαδή στη φάση της επικοινωνίας με τον απολεσθέντα, αφού μιλάει μαζί του, τού τραγουδάει τους καημούς και τα παράπονά της, τού μεταφέρει τον πόνο των ζώντων για το χαμό του. Μέσα από αυτή την επικοινωνία οι πληγές της θρηνούσας γυναίκας και των συμμετεχόντων στο δράμα της, καταπραΰνονται, ο πόνος σμιλεύεται, γλυκαίνει, καταλαγιάζει, θεραπεύεται, χωρίς απαραίτητα να σβήνει εντελώς…

Μια εξίσου σημαντική μορφή θρηνητικών ασμάτων, που πλησιάζουν τον μελαγχολικό τόνο των μοιρολογιών και είναι το ίδιο σπαραχτικά όσο και εκείνα, είναι τα τραγούδια της ξενιτιάς. Η ξενιτιά αποτέλεσε διαχρονικά και εξακολουθεί να αποτελεί μέχρι και σήμερα, έντονο κοινωνικό φαινόμενο της ζωής των Ελλήνων. Σε όλες τις περιόδους της ιστορίας τους, οι Έλληνες μεταναστεύουν για οικονομικούς, δημογραφικούς, οικογενειακούς ή πολιτικούς λόγους. Αφορμή του εκπατρισμού τους συχνά είναι η επιθυμία για την αναζήτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης και επαγγελματικής τύχης, αλλά και η οικονομική βοήθεια σε αυτούς που έμεναν πίσω… «σ’ αφήνω γεια μανούλα μου, σ’ αφήνω γεια πατέρα … θε να σου στέλνω μάλαμα, θε να σου στέλνω ασήμι, θε να σου στέλνω πράγματα, π’ ουδέ τα συλλογιέσαι». Τόσο για τον ξενιτεμένο, όσο και για την οικογένειά του η ξενιτιά εξομοιώνεται με το θάνατο και ο πόνος που προκαλεί θεωρείται αξεπέραστος: «Παρηγοριά ‘χ’ ο θάνατος, κι αλησμοσύνη ο Χάρος· ο ζωντανός ο χωρισμός παρηγοριά δεν έχει: χωριζ’ η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα, χωρίζονται τ’ ανδρόγυνα τα πολυαγαπημένα», ενώ σε άλλες περιπτώσεις θεωρείται από το λαό πιο βαριά κι από το θάνατο υπογραμμίζοντας ότι: «την ξενιτειά, την ορφανιά, την πίκρα, την αγάπη, τα τέσσερα τα ζύγιασαν, βαρύτερα είν’ τα ξένα».

Τα θρηνώδη τραγούδια της ξενιτιάς, αλλά και τα μοιρολόγια που θα ακουστούν στην παράσταση, έχουν την καταγωγή τους από περιοχές της Ελλάδας, που ευνοούσαν τον ξεριζωμό των κατοίκων τους, λόγω γεωπολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων, όπως είναι η Ήπειρος, η Πελοπόννησος και οι Κυκλάδες. Πολλά από τα θρηνώδη τραγούδια είναι αυτοσχέδια και τραγουδιόντουσαν στην παρέα και στα αποχαιρετιστήρια γλέντια, τα οποία συνήθως ξεκινούσαν με μοιρολόγια, συνέχιζαν με τραγούδια της ξενιτιάς και κατέληγαν σε χορούς κυκλωτικούς, χορούς λυτρωτικούς και χορούς που «έδεναν» την ομάδα και την έφερναν ψυχικά κοντά στις δύσκολες στιγμές του αποχωρισμού…

Τέλος, ο πόνος και η θλίψη αποτελούν κυρίαρχα στοιχεία και στα πολύστιχα αφηγηματικά δημοτικά τραγούδια των παραλογών, που αφορούν τις δραματικές εξιστορήσεις της ανθρώπινης ζωής ή της λαϊκής φαντασίας συνδυάζοντας περίτεχνα το λογικό και πραγματικό με το φαντασιακό, το αλλόκοτο και το παράλογο. Μέσα στις παραλογές της Μάνας Φόνισσας, του Γεφυριού της Άρτας και του Νεκρού Αδερφού που δραματοποιούν οι ταλαντούχοι μαθητές, αναδεικνύεται η τραγικότητα των ηρώων, οι οποίοι πρέπει να σηκώσουν το βάρος των μοιραίων αποφάσεών τους.

Πληροφορίες παράστασης

Χώρος: Πολιτιστικό Κέντρο Γέρακα (Κλειτάρχου & Αριστείδου, Γέρακας)

Ημερομηνία: Δευτέρα 23 Απριλίου 2018

Ώρα: 19.00

Ερμηνευτές Παράστασης: Μαθητές και μαθήτριες της Β’ Γυμνασίου του Καλλιτεχνικού Σχολείου Γέρακα, κατεύθυνσης Χορού και Θεάτρου

Σκηνοθεσία, Μουσική Επιμέλεια, Κείμενα: Μαρία Χατζή, (καθηγήτρια Μουσικής Αγωγής, Πιάνου και Ανώτερων Θεωρητικών)

Επιμέλεια Χορών και Χορογραφιών: Φώτης Βαρελάς, (καθηγητής Φυσικής Αγωγής, Χοροδιδάσκαλος)

Επιμέλεια Σκηνικών, Κοστουμιών, Αφίσας & Προγράμματος: Γονείς των συμμετεχόντων μαθητών

ΕΙΣΟΔΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗ

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ