Η μαφία της κοκαΐνης στην Ελλάδα

Η μαφία της κοκαΐνης στην Ελλάδα

Η αποκάλυψη των πρωταγωνιστών και του τρόπου δράσης του διεθνούς κυκλώματος που εντοπίστηκε από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος της ΕΛ.ΑΣ, σε συνεργασία με το Τμήμα Ναρκωτικών και Οπλων του ΣΔΟΕ, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά «χτυπήματα» κατά της εμπορίας ναρκωτικών στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.

Η αστυνομία προχώρησε σε 47 συλλήψεις μελών από πέντε εγκληματικές οργανώσεις που επιχείρησαν να εισαγάγουν στην Ελλάδα κοντέινερ με μπανάνες από τη Λατινική Αμερική, το οποίο είχε κρυμμένα στα τοιχώματά του 120 κιλά καθαρής κοκαΐνης σε 108 δέματα. Το φορτίο εντοπίστηκε το βράδυ της προηγούμενης Τετάρτης στον Σταθμό Εμπορευματοκιβωτίων της Θεσσαλονίκης και σηματοδότησε σαφάρι συλλήψεων και κατ’ οίκον ερευνών.

Από τα στοιχεία των παρακολουθήσεων των μελών του κυκλώματος, προκύπτουν ενδιαφέροντα στοιχεία για τα πρόσωπα αλλά και τον τρόπο δράσης των εγκληματικών ομάδων. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι από τους διαλόγους φαίνεται πως οι ναρκέμποροι είχαν καταφέρει να «περάσουν» στην Ελλάδα ακόμη τρία φορτία κοκαΐνης μικρότερων ποσοτήτων, πριν οριστικοποιήσουν τα διαδικαστικά για τη μεταφορά του κοντέινερ.

«Μάτια» στη διαδρομή

Οι αστυνομικοί… άκουγαν τα φορτία να περνούν, εν αναμονή της μεγάλης «δουλειάς» που ετοίμαζαν τα μέλη της σπείρας. Την ίδια στιγμή, παρακολουθούσαν τη διαδρομή του ναρκωτικού στην «αγορά», εντοπίζοντας και τους αγοραστές του. Ανάμεσά τους «ηχηρά» ονόματα της αθηναϊκής κοινωνίας…

‘Ξεσκονίζουν’ το μεγάλο καρτέλ

Στα μέλη της σπείρας συμπεριλαμβάνονται έγκλειστοι σε σωφρονιστικά καταστήματα της Ελλάδας, καθώς και ανθυπαστυνόμος που υπηρετούσε στο Τμήμα Αχαρνών. Μέσα από τις τηλεφωνικές τους επικοινωνίες καταγράφονται «ζουμεροί» διάλογοι, αλλά και οι διαδικασίες για το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος και τη νομιμοποίηση των παράνομων εσόδων τους μέσα από κερδισμένα κουπόνια του ΟΠΑΠ, όπως πριν από μερικά χρόνια έκανε ο «βαρόνος» της κοκαΐνης, υπεύθυνος για μια ολόκληρη «καραβιά» που εντοπίστηκε το 2004, Α. Αγγελόπουλος.

Οι πρώτες πληροφορίες για τους ναρκεμπόρους έφτασαν στα γραφεία της Υποδιεύθυνσης Οργανωμένου Εγκλήματος τον Νοέμβριο του 2012. Στο στόχαστρο των αξιωματικών τέθηκε ένας 45χρονος Γεωργιανός με ελληνική ταυτότητα ο οποίος θεωρήθηκε ύποπτος για εμπορία ναρκωτικών.

Σε βάρος του συγκεκριμένου, εκκρεμούσαν δύο Ερυθρές Αγγελίες της Ιντερπόλ για πλαστογραφία και μεγάλης κλίμακας απάτη, συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση που διακινούσε ναρκωτικά, αλλά και για «συμβόλαιο θανάτου». Παρότι ο 45χρονος δεν εμφάνιζε νόμιμα έσοδα στην εφορία, διαπιστώθηκε ότι ήταν δικαιούχος ή συνδικαιούχος σε τραπεζικούς λογαριασμούς με τουλάχιστον 500.000 χιλιάδες ευρώ. Επίσης, διατηρούσε θυρίδα, με χρυσά κοσμήματα.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο Γεωργιανός ήταν εκείνος που συγκρότησε τη σπείρα τον Μάρτιο του 2013, με σκοπό την αγορά από τη Λατινική Αμερική, τη μεταφορά με φορτηγό πλοίο και την εισαγωγή για διακίνηση μεγάλης ποσότητας κοκαΐνης. Η αγορά της κόκας απευθείας από το Εκουαδόρ αποσκοπούσε στη μεγιστοποίηση του παράνομου κέρδους της οργάνωσης, λόγω της χαμηλής τιμής της εκεί και της ακριβής πώλησης στην Ελλάδα.

Ωστόσο, λόγω της αναζήτησής του από την Ιντερπόλ, τα χέρια του μεγαλέμπορου ήταν «δεμένα». Για τον λόγο αυτό, «προσέλαβε» έναν 33χρονο Βορειοηπειρώτη, ο οποίος ενεργούσε και για λογαριασμό Αλβανού μεγαλέμπορου ναρκωτικών ο οποίος βρίσκεται έγκλειστος στις φυλακές Μαλανδρίνου. Ο τελευταίος μέσω του κινητού τηλεφώνου που κατείχε παράνομα στο κελί του «καθοδηγούσε» τους ανθρώπους του για την πορεία της «επιχείρησης»…

Στην πορεία, η ομάδα μεγάλωσε, προκειμένου να ενταχθούν σε αυτή άτομα «καθαρά», που δεν είχαν απασχολήσει τις Αρχές και άρα θα μπορούσαν πιο ελεύθερα να ταξιδέψουν σε χώρες της Ευρώπης και της Λ. Αμερικής, μεταφέροντας χρήματα, δοκιμάζοντας το «πράμα» και τελικά βοηθώντας να ρυθμιστούν οι λεπτομέρειες της μεταφοράς του πολύτιμου κοντέινερ…

Πέντε φορτία κοκαΐνης περιλαμβάνει συνολικά το κατηγορητήριο των μελών της σπείρας.

Τα τέσσερα πρώτα αφορούν την ποσότητα ναρκωτικών που είχε εισαγάγει ο 33χρονος Βορειοηπειρώτης στην Αλβανία μέσω Δυρραχίου, τα οποία είχε φροντίσει να αποθηκεύσει σε οίκημα του φυλακισμένου «αρχηγού» του. Από εκεί, σταδιακά, άρχισε η μεταφορά των κιλών της κοκαΐνης στην Ελλάδα. Το πέμπτο είναι το κοντέινερ με τις… μπανάνες με γεύση κόκας.

Βάφτισαν τα ναρκωτικά «τσιγάρα» και «μπίρες»

Στους διαλόγους που έχουν καταγραφεί, η κοκαΐνη αναφέρεται ως «αυτοκίνητο», ενώ οι μικρότερες ποσότητές της ως «κινητήρες». Επίσης, μια ακόμη έκφραση ήταν τα «κορίτσια», συνθηματικό για την ποσότητα της κοκαΐνης που είχαν παραγγείλει. «Είναι μεγάλα τα κορίτσια» αναφώνησε με ενθουσιασμό πρωτοκλασάτο μέλος της οργάνωσης, όταν η δουλειά είχε εντέλει προχωρήσει.

Κωδικές ονομασίες χρησιμοποιούν όμως και οι αγοραστές της κόκας. «Θέλω έναν καφέ, μια μπίρα, ένα πακέτο τσιγάρα, μια πορτοκαλάδα» είναι μερικά από τα πολλά ονόματα που χρησιμοποιούν αντί του γραμμαρίου κόκας. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο, έκλεινε το ραντεβού προκειμένου να παραλάβει την ποσότητα του ναρκωτικού που ήθελε…

Οσο για τη νομιμοποίηση των εσόδων από την κόκα, τα μέλη της σπείρας χρησιμοποίησαν την… παλιά καλή συνταγή: μέσω κερδισμένων δελτίων ΟΠΑΠ. Στη δικογραφία αναφέρεται η… εξωφρενική σύμπτωση της τύχης για τα περισσότερα από 600 δελτία στοιχημάτων που κέρδιζαν σχεδόν καθημερινά τα μέλη του κυκλώματος…

Σε σχέση με την «πελατεία», η δικογραφία που συνέταξε το Τμήμα Οργανωμένου Εγκλήματος της Ασφάλειας Αττικής είναι αποκαλυπτική:

«Η εγκληματική οργάνωση συγκρότησε έναν κλειστό κύκλο αγοραστών ναρκωτικών ουσιών, χρηστών κοκαΐνης τους οποίους προμήθευε με δόσεις της ναρκωτικής ουσίας κατόπιν παραγγελίας. Για να ενταχθεί κάποιος στο πελατολόγιο της οργάνωσης, θα έπρεπε να τον έχει συστήσει άλλος αγοραστής- χρήστης, που αναγνωρίζεται από την οργάνωση ως αξιόπιστος…

Όπως δήλωσαν αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. στο «Έθνος της Κυριακής», εφαλτήρια της οργάνωσης αποτέλεσαν πολυτελή νυχτερινά κέντρα στα νότια προάστια.

Εκεί, «το κύκλωμα διέθετε πελατολόγιο 80 μόνιμων αγοραστών κόκας, οι οποίοι διέθεταν ποσά από 100 έως και 200 ευρώ την ημέρα. Οι αγοραστές γνώριζαν δύο μόνο τηλέφωνα, τα οποία άλλαζαν χέρια, ανάλογα με τη βάρδια των ντίλερ της σπείρας».

Πηγή: Έθνος της Κυριακής

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ