Προγράμματα PESCO: Ακόμη μία ώθηση στον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων

Του Χρήστου Μαζανίτη

Οι επανειλημμένες πολιτικο-στρατιωτικές κρίσεις που διήλθε επιτυχώς η χώρα μας το περασμένο έτος άφησαν έντονα το αποτύπωμά τους στον σχεδιασμό των επιχειρήσεων και τόνισαν με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι η συνέργεια του διπλωματικού και στρατιωτικού παράγοντα μπορεί να αποφέρει καρπούς.

Η επικαιροποίηση των επιχειρησιακών δογμάτων, η αλλαγή του τρόπου στρατηγικής σκέψης, δράσης αλλά και η αναδιοργάνωση του στρατεύματος με σκοπό τον μικρότερο χρόνο αντίδρασης και την ευελιξία σε οποιοδήποτε θέατρο επιχειρήσεων κληθεί να επιχειρήσει, αποτελούν μεταξύ άλλων τα κέρδη της προηγούμενης χρονιάς. Μιας χρονιάς της οποίας το πρόσημο παρά την έντονη και παρατεταμένη χρονικά καταπόνηση του προσωπικού και των μέσων μπορεί να χαρακτηρισθεί ως θετικό.

Παράλληλα με τον επιχειρησιακό τομέα, όμως, έλαβαν χώρα δράσεις στον τομέα ανάπτυξης και συμπαραγωγής προϊόντων άμυνας και ασφάλειας υπό την αιγίδα της ΕΕ. Ένας τομέας που έμεινε στη σκιά των επιχειρησιακών τεκταινομένων του περασμένου χρόνου, τα οποία δικαιολογημένα μονοπώλησαν το ενδιαφέρον, αλλά και των αποφάσεων για την αναβάθμιση των μέσων των Ενόπλων Δυνάμεων που ακολούθησαν. Αυτές οι άοκνες όσο και άκρως επιτυχημένες προσπάθειες συμμετοχής της Χώρας μας σε προγράμματα ενδιαφέροντος άμυνας και ασφάλειας που προκηρύσσει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας (EDA) αλλά και κυρίως αυτών στο πλαίσιο της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας PESCO (PErmanent Structured COoperation), μιας συντονισμένης προσπάθειας από πλευράς ΕΕ για την απόκτηση αμυντικών δυνατοτήτων, έχουν αρχίσει να αποφέρουν καρπούς.

Ήδη το διακλαδικό σχολείο πληροφοριών που απευθύνεται σε προσωπικό υπηρεσιών πληροφοριών των κρατών -μελών της ΕΕ έχει λάβει το «πράσινο φως» για την έναρξή του, με τη συμμετοχή – παρά τις δυσχέρειες που έχει προκαλέσει η πανδημία Covid-19 – να χαρακτηρίζεται παραπάνω από ικανοποιητική. Η διάρθρωση της εκπαίδευσης καθώς και τα αντικείμενά της αποτελούν εξολοκλήρου «ελληνικό» δημιούργημα, καθιστώντας τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες πληροφοριών κοινωνούς στην ελληνική αντίληψη συλλογής, αξιολόγησης και ανάλυσης πληροφοριών και παράλληλα διαμορφώνοντας αντίστοιχη κουλτούρα μέσα στους κόλπους των υπηρεσιών πληροφοριών της ΕΕ. Οι Ένοπλες Δυνάμεις καθίστανται πρωτοπόροι στην εξαγωγή γνώσης όσον αφορά στη συλλογή πληροφοριών, έναν ιδιαίτερα σημαντικό και πολύτιμο τομέα των επιχειρήσεων.

Τα οφέλη τέτοιων προσπαθειών στις οποίες το ΓΕΕΘΑ παίζει καταλυτικό ρόλο είναι πολλαπλά. Αφενός η απόκτηση τεχνογνωσίας από την ανταλλαγή και τον συγκερασμό απόψεων τεχνικών εμπειρογνωμόνων από τα συμμετέχοντα κράτη-μέλη της ΕΕ σε project αμυντικού ενδιαφέροντος είναι δεδομένη και ιδιαιτέρως επωφελής για τη μετέπειτα αξιοποίησή τους πιθανώς και σε εθνικό επίπεδο. Αφετέρου η απόφαση της ΕΕ να συμπεριλάβει στα projects που αναπτύσσει, τη δυνατότητα να συμμετέχουν και τρίτες χώρες, δίνει την ευκαιρία στη Χώρα μας μέσω των προγραμμάτων που ηγείται, είτε ως lead nation, έχοντας την απόλυτη ευθύνη συντονισμού του έργου που απαιτείται για την ολοκλήρωσή τους, είτε και ως απλό μέλος, να επεκτείνει τη συνεργασία της με χώρες εκτός ΕΕ και στον τομέα της άμυνας. Η προστιθέμενη αξία σε αυτή τη διαδικασία είναι προφανής, αφού δίνεται ώθηση στην ανταλλαγή τεχνογνωσίας με τρίτες χώρες που ήδη διαθέτουν μεγάλη και μακρόχρονη εμπειρία στην ανάπτυξη και παραγωγή προϊόντων άμυνας και ασφάλειας, ενώ ταυτόχρονα ενισχύεται η γεωπολιτική αξία της Χώρας μας ως κοινού σημείου αναφοράς και επικοινωνίας.

Το ενδιαφέρον για αυτά τα προγράμματα που ενισχύουν την εξωστρέφεια των Ενόπλων μας Δυνάμεων είναι ιδιαιτέρως έντονο και καταδεικνύεται από το γεγονός ότι από τα 47 προγράμματα της 1ης, 2ης και 3ης δέσμης PESCO που έχουν προκηρυχθεί, η Χώρα μας ήδη συμμετέχει σε 24, υπερτερώντας έναντι πολλών Ευρωπαϊκών χωρών με σημαντική παράδοση στο χώρο της άμυνας και της ασφάλειας. Προγράμματα όπως αυτό της European Patrol Corvette με σκοπό τη σχεδίαση ενός πολεμικού πλοίου ικανού να διεξάγει πληθώρα αποστολών ή άλλα πιο ώριμα, όπως η αναβάθμιση της θαλάσσιας επιτήρησης ή της επιτήρησης και προστασίας λιμένων αναμένεται στο προσεχές μέλλον να λάβουν το δρόμο της υλοποίησης, διαμορφώνοντας μια κουλτούρα στις Ένοπλες Δυνάμεις που υπερβαίνει κατά πολύ αυτή του απλού επιχειρησιακού χρήστη.

Οι Ένοπλες Δυνάμεις πέραν της ποιοτικής αναβάθμισης λοιπόν, η οποία ήδη λαμβάνει χώρα με γοργά αλλά μελετημένα βήματα μέσω της απόκτησης καινούριων οπλικών συστημάτων, κινούνται εξίσου γρήγορα και στην απόκτηση της απαραίτητης τεχνογνωσίας, μέσω της συμμετοχής στη σχεδίαση, στη σταδιακή υλοποίηση αλλά μελλοντικά και στη συμπαραγωγή και μετουσίωση καινοτόμων ιδεών με πολλαπλό επιχειρησιακό όφελος. Η θέληση και η όρεξη ανέκαθεν υπήρχε, τώρα όμως υπάρχουν τα απαραίτητα «εργαλεία» και φυσικά η χρηματοδότηση ώστε αυτά τα προγράμματα να λάβουν σάρκα και οστά.

Άλλωστε ο τομέας της άμυνας και της ασφάλειας διαθέτει πολλές προοπτικές για ανάπτυξη τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Αφενός οι ευαίσθητες γεωπολιτικές ισορροπίες που διαχρονικά αποτελούν τον ρυθμιστικό παράγοντα στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Βαλκανική, αφετέρου η επιτακτική ανάγκη διατήρησης του αξιόμαχου των Ενόπλων Δυνάμεων καθιστούν ζητούμενο την αναζήτηση ευκαιριών ανταλλαγής τεχνογνωσίας και ανάπτυξης projects μεταξύ «κοινοπραξιών» χωρών όπως αυτές που προσφέρει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας και η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία.

Η στρατηγική αντίληψη στις Ένοπλες Δυνάμεις αλλάζει διαμορφώνοντας και ένα αντίστοιχο επαναπροσανατολισμό της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας με απτά όσο και εντυπωσιακά αποτελέσματα. Μόλις πέρσι η Χώρα μας κέρδισε τις εντυπώσεις μέσω των τεσσάρων ελληνικών προτάσεων έρευνας και ανάπτυξης που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Αμυντικής Βιομηχανικής Ανάπτυξης (EDIDP), την πηγή χρηματοδότησης της ΕΕ για τα ερευνητικά αμυντικά προγράμματα, λαμβάνοντας γενναία επιχορήγηση από την ΕΕ.

Οι Ένοπλες Δυνάμεις προσαρμοζόμενες στα σύγχρονα δεδομένα δεν περιορίζονται μόνο στην επιχειρησιακή χρήση, αλλά αφουγκραζόμενες το σύγχρονο επιχειρησιακό περιβάλλον διαμορφώνουν ενεργά τις απαιτήσεις σύμφωνα με αυτό και συμμετέχουν εκ του σύνεγγυς στην υλοποίηση των projects, το επιχειρησιακό όφελος των οποίων επιστρέφει σ’ αυτές, καθιστώντας τις συνδιαμορφωτή των εξελίξεων και όχι απλό παρατηρητή τους.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ