Η μήνυση του Ντ. Μιχαηλίδη

Μήνυση κατέθεσε σήμερα ο Κύπριος πρώην υπουργός, Ντίνος Μιχαηλίδης, στον Νικόλαο Ζήγρα, εξάδελφο του Ακη Τσοχατζόπουλου, για όσα του κατελόγισε περί μεταφοράς μαύρου πολιτικού χρήματος με βαλίτσες. Ολο το κείμενο της μήνυσης που κατατέθηκε από τις συνηγόρους του Ελίζα Βόζενμπεργκ και Ναταλί Γιαννουλίδου:ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΠΛΗΜ/ΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

ΜΗΝΥΣΗ

Ντίνου Μιχαηλίδη, κατοίκου Λεμεσού Κύπρου, οδού Υμηττού αρ. 1, περιοχή Γερμασόγεια.

ΚΑΤΑ

Νικολάου – Παύλου Ζήγρα του Κων/νου, κατοίκου Κυψέλης Αττικής, οδού Τήνου αρ. 16, νυν προσωρινά κρατούμενου στις Δικαστικές Φυλακές Κορυδαλλού

ΓΙΑ ΤΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ:

1.    Της συκοφαντικής δυσφήμισης (άρ. 363 ΠΚ)

2.    Της ψευδούς καταμήνυσης (άρ. 229 ΠΚ)

Αθήνα, 23/7/2012

Αξιότιμε κύριε Εισαγγελέα,

Ονομάζομαι Ντίνος Μ. Μιχαηλίδης και είμαι Κύπριος πολίτης. Θεωρώ, αρχικά, και για την πληρότητα της παρούσης, ότι πρέπει να γνωρίζετε ποιος είναι ο άνθρωπος που ζητά την κίνηση της ποινικής δίωξης σε βάρος του Νικολάου Ζήγρα. Γεννήθηκα το έτος 1937. Ευρίσκομαι στην πολιτική ζωή της Κύπρου από τη δεκαετία του 80’. Πήρα ενεργά μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-1959, για τη δράση μου δε συνελήφθην δύο φορές, βασανίσθηκα στα ανακριτήρια Ομορφίτας από τις ειδικές δυνάμεις της Αποικιακής Κυβέρνησης και επικηρύχθηκα για τρίτη σύλληψη. Καταζητούμην από τους Άγγλους μέχρι το τέλος του απελευθερωτικού αγώνα. Σπούδασα Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες στην Ελλάδα. Διορίσθηκα, εν έτει 1961, στη Διπλωματική Υπηρεσία της Δημοκρατίας της Κύπρου, από την οποία αφυπηρέτησα το έτος 1982 με το βαθμό του Πρέσβη. Υπηρέτησα επί 22 συναπτά έτη στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών της χώρας μου, και στις πρεσβείες της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αθήνα και στο Κάιρο. Το 1982 διορίσθηκα από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Σπύρο Κυπριανού, Υπουργός Προεδρίας, και το 1985 Υπουργός Εσωτερικών. Εξελέγην βουλευτής το έτος 1991 υπό τη σημαία του Δημοκρατικού Κόμματος, και το 1993 διορίστηκα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Γλαύκο Κληρίδη Υπουργός Εσωτερικών. Στη νέα Κυβέρνηση Γλ. Κληρίδη που προέκυψε από τις εκλογές του 1998 διορίσθηκα και πάλι Υπουργός Εσωτερικών, θέση από την οποία παραιτήθηκα για προσωπικούς λόγους το έτος 1999, ότε και ίδρυσα μαζί με άλλους το Αγωνιστικό Δημοκρατικό Κίνημα (ΑΔΗΚ), υπό την σημαία του οποίου ήμουν βουλευτής κατά το χρονικό διάστημα από το 2001 έως το 2006. Έχω κατά καιρούς διατελέσει Αναπληρωτής Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Δημοκρατικού Κόμματος, Πρόεδρος της Επιτροπής Συγκοινωνιών και Έργων της Βουλής των Αντιπροσώπων, μέλος των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Εσωτερικών, Εξωτερικών, Υγείας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, καθώς και μέλος της Διεθνούς Κοινοβουλευτικής Ένωσης. Σήμερα, είμαι εκτελεστικός Πρόεδρος της εταιρίας Dinos M. Michaelides (Consultants) Ltd.  Η Ελληνική Κυβέρνηση μου έχει απονείμει το Μεγαλόσταυρο της Τιμής και τον Αργυρό Σταυρό του Φοίνικα, και ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας τον Τίμιο Σταυρό του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Μάρκου Α’ Τάξεως. Είμαι έγγαμος, έχω τρία παιδιά και τρία εγγόνια.

Την 18/07/2012, ημέρα Τετάρτη, με κατάπληξή μου πληροφορήθηκα από τον Αθηναϊκό έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και ταυτόχρονα από τον αντίστοιχο Κυπριακό, ότι ο κατηγορούμενος για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κατ’ επάγγελμα και κατά εξακολούθηση και άλλα αδικήματα στη δικογραφία με στοιχεία ΑΒΜ: ΑΟΙΕ/2010/387 – ήδη από 17/4/2012 προσωρινά κρατούμενος των Δικαστικών Φυλακών Κορυδαλλού – Νικόλαος Ζήγρας, παραχώρησε συμπληρωματική απολογία ενώπιον των κων Ανακριτών του Ειδικού Τμήματος του ν. 4022/2011 του Πρωτοδικείου Αθηνών (Σχετικό 1), κατά την οποία στράφηκε εναντίον του προσώπου μου. Συγκεκριμένα, με χαρακτήρισε έναν εκ των … ηθικών και φυσικών αυτουργό των κακουργηματικών πράξεων για τις οποίες ο ίδιος κατηγορείται, ενώ απέδωσε σε εμένα προσωπικά πρωταγωνιστικό ρόλο ονομάζοντάς με «πρόσωπο κλειδί» στη σε βάρος του υπόθεση.

Όπως προκύπτει από την κατάπτυστη αυτή συμπληρωματική απολογία, που αριθμεί δέκα πυκνοδακτυλογεγραμμένες σελίδες – η οποία, ας σημειωθεί, δημοσιεύθηκε αυτούσια από το σύνολο σχεδόν του ηλεκτρονικού και από μερίδα του έντυπου τύπου την αμέσως επόμενη ημέρα της διενέργειάς της – ο μηνυόμενος ισχυρίσθηκε ψευδώς, τελώντας σε πλήρη γνώση της αναλήθειας των λεγομένων του, ότι δήθεν εγώ προσωπικά μετέφερα μεγάλα χρηματικά ποσά προερχόμενα από εγκληματικές δραστηριότητες και δή «σε βαλίτσες», καθώς και επιταγές παρανόμου προέλευσης στην Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ εμπλέκει και το γιο μου, Μιχάλη Μιχαηλίδη.  

Πρόκειται για ένα κείμενο που αναβλύζει εμπάθεια και κακότητα, αποτελεί δε προφανώς μία προσπάθεια του μηνυομένου να μεταθέσει προσωπικές του ευθύνες σε πληθώρα άλλων προσώπων, και κυρίως σε εμένα, καθώς χρησιμοποιεί το όνομά μου επανειλημμένα. Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ο μηνυόμενος, ενώ τολμά ανερυθρίαστα και με περισσό θράσος να αναφέρεται στο πρόσωπό μου, αποδίδοντάς μου τέλεση σοβαρότατων αξιόποινων πράξεων, όχι μόνο δεν διευκρινίζει και δεν εξειδικεύει το χώρο, τους χρόνους και τον τρόπο με τα οποία δήθεν διέπραξα τις πράξεις αυτές, αλλά κυρίως δεν υπαινίσσεται καν τυχόν κίνητρο που θα είχα εγώ, για να προβώ σε τέτοιες υποτιμητικές και άκρως προσβλητικές πράξεις!! Χαρακτηριστικό είναι άλλωστε, το ότι ενώ ισχυρίζεται ψευδώς εν πλήρη γνώσει τα παραπάνω, κινούμενος με εμφανή έντονο δόλο και κακοβουλία σε βάρος μου, στο ίδιο το κείμενο της απολογίας του ΑΥΤΟΑΝΑΙΡΕΙΤΑΙ, αφού ισχυρίζεται ρητά και κατηγορηματικά ότι αποδέκτες του μαύρου χρήματος ήταν άλλα πρόσωπα, τα οποία και κατονομάζει.

Από την πρώτη στιγμή που αναφέρθηκε το όνομά μου ως «εμπλεκομένου» στη δικογραφία που έχει σχηματισθεί σε βάρος του συκοφάντη μου, προσπαθώ να εντοπίσω κάποιον λόγο, για τον οποίο αυτός ο άνθρωπος θα επέλεγε εμένα, αλλά και τον υιό μου, ως «εξιλαστήρια θύματα», προσπαθώντας να προσδώσει αληθοφάνεια στους ψευδείς ισχυρισμούς του.  Δεν γνωρίζω την απάντηση στην προφανή και λογική αυτή ερώτηση και κρίνω ότι δεν δικαιούμαι να προβαίνω σε υποθέσεις. Η έλλειψη απάντησης, όμως, ΕΝΤΕΙΝΕΙ έτι περαιτέρω το στοιχείο του δόλου εκ μέρους του μηνυομένου, ο οποίος είναι προφανές ότι κινείται από ιδιοτέλεια, και δημιουργεί εντυπώσεις, χωρίς να μπορώ να γνωρίζω σε τι ακριβώς προσβλέπει. Άλλωστε, η μη εμφανής αιτία για την οποία με κατηγορεί, ήταν ένας από τους λόγους που με ώθησαν να προσφύγω στη Δικαιοσύνη, προκειμένου να πληροφορηθώ και εγώ την αιτία του μίσους και της εμπάθειάς του. Διότι, κύριε Εισαγγελέα, δηλώνω κατηγορηματικά, με το βάρος τόσο της ηλικίας μου των 75 ετών, όσο και της μέχρι σήμερα πορείας μου και πολυσχιδούς δραστηριότητάς μου στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου μου και όχι μόνον, η οποία δυνάμει αναγνωρίζεται από πλήθος εξεχουσών προσωπικοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας που με τιμούν με εμπιστοσύνη, εκτίμηση και σεβασμό, τα εξής: ουδέποτε συμμετείχα σε οιασδήποτε μορφής εταιρία, εξωχώρια ή άλλη, με τον μηνυόμενο ή κάποιο άλλο πρόσωπο συγγενικό ή φιλικό του. Ουδέποτε υπήρξε ανάληψη χρηματικού ποσού ή έκδοση αξιογράφου από εμένα προσωπικά ή κατ’ εντολήν μου, που να αφορά τον μηνυόμενο, τον Απόστολο-Αθανάσιο Τσοχατζόπουλο ή τρίτο πρόσωπο που να συνδέεται με τα πρόσωπα αυτά. Ουδέποτε συνεργάστηκα με τον μηνυόμενο και τα πρόσωπα στα οποία προαναφέρθηκα σε καμιάς μορφής επιχειρηματική ή άλλη δραστηριότητα, ούτε ποτέ θα ήταν δυνατόν αυτό να έχει συμβεί. Εννοείται, δε, ότι όλα τα παραπάνω είναι γνωστά στον Νικόλαο Ζήγρα, ο οποίος δεν είναι βέβαια τρελός, όπως πιστεύει ότι θα τον χαρακτήριζα, αλλά συκοφάντης και μάλιστα χειρίστου είδους. Δεν θα γίνει, τουλάχιστον εκ μέρους μου, όπως ανέφερε απολογούμενος συμπληρωματικά, «τεράστια προσπάθεια σπίλωσης» του λιβελογραφήματος της απολογίας του, καθώς, σε αντίθεση με εκείνον, ο δικός μου σκοπός δεν είναι να τον σπιλώσω. Στόχος και σκοπός μου είναι να προστατεύσω την τιμή και την υπόληψη εμού και της οικογενείας μου από αυτήν την άδικη, δόλια και άνανδρη  επίθεση εναντίον μας. Είμαι δε βέβαιος ότι θα αποκαλυφθούν οι προθέσεις του μηνυομένου, με ενέργειες τις Ελληνικής Δικαιοσύνης, την οποία εμπιστεύομαι απόλυτα.  

Είναι αλήθεια ότι με την ιδιότητά μου ως Υπουργού Εσωτερικών, αλλά και καθ’ όλη την υπέρ τα σαράντα χρόνια ανάμειξή μου στα πολιτικά πράγματα της Κύπρου συναντήθηκα κατ’ επανάληψη τόσο με τον Α. Τσοχατζόπουλο, όσο και με την πλειονότητα των αξιωματούχων της Ελληνικής Κυβέρνησης, τόσον εγώ όσο και όλοι ανεξαιρέτως οι συνάδελφοί μου, μέλη των Κυβερνήσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Διότι αυτό δεν είναι μόνο απόλυτα φυσικό, αλλά απολύτως αναγκαίο στα πλαίσια ανταλλαγής απόψεων, κοινής πολιτικής στρατηγικής σε καίρια θέματα που αφορούν τις δύο χώρες, Κύπρο και Ελλάδα, που ουσιαστικά αποτελούν μια ενιαία εθνότητα, η οποία σε μεγάλο βαθμό διαχειρίζεται κοινά εθνικά συμφέροντα. Με το μηνυόμενο συναντήθηκα κάποιες φορές, εφόσον ήταν στενός συνεργάτης του Α. Τσοχατζόπουλου, πλην όμως οι δικές μου σχέσεις μαζί του δεν μπορούσαν παρά να είναι ευθύς εξαρχής απολύτως τυπικές. Ουδέποτε συναντήθηκα κατ’ ιδίαν μαζί του, παρά μόνον παρουσία τρίτων προσώπων, και είναι αυτονόητο ότι κατά τις πολιτικές συνομιλίες μου με τον Α. Τζοχατζόπουλο, ο οποίος τότε ήταν ένας απ’ τους βασικούς  Υπουργούς της Ελληνικής Κυβέρνησης, και παρ’ ολίγον Αρχηγός του κυβερνώντος τότε κόμματος, ούτε ο μηνυόμενος αλλά ούτε και κανένα άλλο πρόσωπο ήταν παρόν. Ο Α. Τσοχατζόπουλος έδειχνε ιδιαίτερο κατά καιρούς ενδιαφέρον για τις εξελίξεις γύρω από το Κυπριακό και την ευρύτερη πολιτική σκηνή στην Κύπρο, και αποτελούσε προσπάθειά του να γνωρίζει όλες τις επίκαιρες εξελίξεις, όπως άλλωστε και όλοι οι άλλοι συνομιλητές μου. Είναι γι’ αυτό τον λόγο που επισκεπτόταν συχνά την Κύπρο, είτε για επίσημη επίσκεψη, ανταποκρινόμενοι σε προσκλήσεις ομολόγων τους Υπουργών, ή για να παραστούν σε εκδηλώσεις που αφορούσαν το δημόσιο αίσθημα και ιδιαίτερα το Κυπριακό. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ πραγματοποιούνταν οι επαφές και οι συνομιλίες μου με τον Άκη Τσοχατζόπουλο, και τίποτα παραπάνω.

Είναι παράδοξο, κύριε Εισαγγελέα, αλλά αληθές, το ότι ο μηνυόμενος «πετώντας λάσπη στον ανεμιστήρα», κατά το κοινώς λεγόμενο, θεωρεί ότι θα ελαφρύνει τη θέση του, ενώ αντίθετα, το μοναδικό πράγμα που επέτυχε ήταν Η ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΠΡΑΞΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ, πλην όμως προφανώς αδιαφορεί για τις συνέπειες, αφού τα αδικήματα για τα οποία βαρύνεται είναι ήδη εξαιρετικά σοβαρά. Ισχυρίσθηκε ψευδώς, και μάλιστα εν πλήρη γνώσει του, ανυπόστατα και ασύστολα ψεύδη και αποκυήματα νοσηρής φαντασίας, επιτιθέμενος απρόκλητα κατά του προσώπου μου, τα οποία βεβαίως αδυνατεί να αποδείξει εισφέροντας μάρτυρες, αποδεικτικά στοιχεία ή έγγραφα. Πως θα μπορούσε, άλλωστε, εφόσον αναφέρεται σε «συμβάντα» που ουδέποτε έλαβαν χώρα! Τέτοια είναι η κακοήθειά του, που όχι μόνον προσβάλλει βάναυσα την τιμή και την υπόληψή μου, αλλά προσπαθεί να πετύχει με τα ψεύδη και τις συκοφαντίες του την ποινική μου δίωξη, αποδίδοντάς μου δήθεν πρωταγωνιστικό ρόλο στις αξιόποινες πράξεις ΤΟΥ και άλλων συγκατηγορουμένων ΤΟΥ, και υποδεικνύοντας – ως μη όφειλε –  στους κους Ανακριτές την ανάγκη να εξετασθώ μαζί με άλλα πρόσωπα που εμπλέκει στην υπόθεση, με την εξής κατά λέξη διατύπωση : «Είναι άμεση ανάγκη να εξετασθούν τα παραπάνω πρόσωπα, διότι είναι οι πρωταγωνιστές της υπόθεσης».

Αποτέλεσμα των εγκλημάτων που ο μηνυόμενος διέπραξε σε βάρος εμού και της οικογενείας μου (εμπλέκοντας και τον υιό μου) είναι το θέμα αυτό να αποτελέσει πρώτη είδηση, στον ελληνικό, τον κυπριακό αλλά και τον παγκόσμιο τύπο, και μάλιστα υπήρξε τμήμα του ηλεκτρονικού και του έντυπου τύπου, που ελαφρά τη καρδία υιοθέτησε τις ψευδολογίες του μηνυομένου ως πραγματικά περιστατικά, και μου απέδωσε εν είδει ρεπορτάζ τις εξευτελιστικές, ατιμωτικές αξιόποινες πράξεις που ο ψευδολόγος συμπεριλαμβάνει στην απολογία του. Επί μία εβδομάδα, κύριε Εισαγγελέα, κατακλύζομαι από τηλεφωνήματα, οχλήσεις, και επισκέψεις προσώπων του ευρύτερου κοινωνικού μου περίγυρου και συγγενών, οι οποίοι μου συμπαρίστανται μεν σ’ αυτή την περιπέτεια στην οποία με ενέπλεξε ο μηνυόμενος σκόπιμα και συνειδητά, αλλά η ιστορία αυτή έχει προκαλέσει πολύ πόνο, απορίες και ερωτηματικά στην οικογένειά μου και αναστάτωσε τη ζωή όχι μόνο τη δική μου, αλλά συγγενών, συνεργατών και φίλων μου. Για το λόγο αυτό, μόνη ελπίδα μου αλλά και υποχρέωσή μου ήταν η οδός της Δικαιοσύνης, προκειμένου να προστατεύσω πρωτίστως και κυρίως την τιμή και την υπόληψη εμού και της οικογενείας μου, που προσβλήθηκαν βάναυσα κι απρόκλητα από τα χυδαία ψεύδη του μηνυομένου, αλλά και να προασπίσω τα επαγγελματικά μου συμφέροντα και τον κύκλο των συνεργατών μου, με τους οποίους δραστηριοποιούνται επαγγελματικά τα παιδιά μου, και οι οποίοι έχουν μείνει έκπληκτοι και έντονα προβληματισμένοι από την εξαιρετικά σοβαρή αυτή υπόθεση, στην οποία σκοπίμως με ενέπλεξε ο μηνυόμενος και με την οποία ουδεμία σχέση έχω.

ΝΟΜΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Ι. ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΗ ΔΥΣΦΗΜΗΣΗ (άρ. 363 ΠΚ)

Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος του άρθρου 363 ΠΚ, απαιτείται αντικειμενικά ισχυρισμός ή διάδοση ενώπιον τρίτου προσώπου γεγονότων, που αφορούν σε κάποιον άλλο, τα οποία είναι ψευδή αντικειμενικώς, και μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του. Ως γεγονός νοείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν ή το παρόν, καθώς και κάθε συγκεκριμένη κατάσταση, σχέση ή συμπεριφορά, αναφερόμενη στο παρελθόν ή το παρόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός πρέπει να έχει περιεχόμενο σαφές και ορισμένο. Το πρόσωπο του προσβαλλομένου μπορεί να προκύπτει με αντικειμενικά κριτήρια από τις περιστάσεις, είτε ονομαστικά, είτε με οποιονδήποτε χαρακτηρισμό ή άλλο τρόπο. Προστατευόμενο αγαθό είναι η τιμή και η υπόληψη του προσώπου. η τιμή θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας που έχει πηγή την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις, ενώ υπόληψη είναι το σύνολο της κοινωνικής αξίας, που εκδηλώνουν οι τρίτοι για το πρόσωπο. Περαιτέρω, ο τρίτος ενώπιον του οποίου γίνεται ο ισχυρισμός ή η διάδοση μπορεί να είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο και αρχή.

Για την υποκειμενική στοιχειοθέτηση του αδικήματος απαιτείται δόλος, που συνίσταται στη γνώση του δράστη ότι το γεγονός που διαδίδει ή ισχυρίζεται είναι αφενός ψευδές, αφετέρου πρόσφορο να βλάψει την τιμή και την υπόληψη άλλου.

Την 17η Ιουλίου 2012, λοιπόν, ο μηνυόμενος ισχυρίσθηκε ενώπιον τρίτων, και συγκεκριμένα ενώπιον του Προέδρου Πρωτοδικών Γαβριήλ Μαλλή, του Πρωτοδίκη Ιωάννη Σταυρόπουλου, της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Αθηνών Ευτυχίας Πήττα, και των δικηγόρων Ζωής Μπρούμα, Στυλιανού Γκαρίπη και Βεζακίδου Δέσποινας, τα κάτωθι ψεύδη, η αναλήθεια των οποίων προκύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας από τα όσα ανωτέρω αναλυτικά εξέθεσα:

•    Οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί που οργάνωσαν – προγραμμάτισαν και είχαν ρόλο πρωταγωνιστή στην υπόθεση, είναι οι … … … και Ντίνος Μιχαηλίδης, πρώην υπουργός εσωτερικών της Κυπριακής Κυβέρνησης.

•    Ο Ντίνος Μιχαηλίδης ήταν το πρόσωπο κλειδί στην υπόθεση καθώς και προσωπικός φίλος του Α. Α. Τσοχατζόπουλου, τον οποίο ο τελευταίος μου είχε συστήσει ως άνθρωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του.

•    Ήταν το πρόσωπο που μεθόδευε όλες τις συζητήσεις – επαφές – αποφάσεις μεταξύ των AL SAYAD και Καμπούρογλου στην Ελλάδα και αυτός που μετέφερε όλες τις επιταγές από τους AL SAYAD και Καμπούρογλου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Κύπρο) καθώς και ποσά σε μετρητά μαζί με το γιο του Μιχάλη Μιχαηλίδη.

•    Οι επαφές του με τον Άκη Τσοχατζόπουλο ήταν πολύ συχνές, πάντα βράδυ στα γραφεία του Τσοχατζόπουλου στην Κόμνα Τράκα 3 καθώς και στην Ομήρου 8 και μαζί προγραμμάτιζαν τις καταβολές και τις ενέργειες που επρόκειτο να γίνουν.

•    Επίσης θέλω να επισημάνω ότι όσες φορές ο Τσοχατζόπουλος επισκέπτονταν την Κύπρο είχε πάντα προσωπικές επαφές με τον Ντίνο Μιχαηλίδη.

•    Κατά την περίοδο 1998-1999 ο Τσοχατζόπουλος μου γνώρισε τον Ντίνο Μιχαηλίδη, που θα του έδινε, μαζί με άλλους, μεγάλα χρηματικά ποσά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (μετρητά και επιταγές), προς τούτο δε έδωσα σε αυτόν τα στοιχεία της εταιρίας BLUEBELL για να εκδώσει τραπεζικές επιταγές στο όνομά της και να ανοιχθεί σχετικός λογαριασμός στην Ελβετία προκειμένου να κατατεθούν σε αυτόν οι επιταγές προς είσπραξη και στη συνέχεια τα χρηματικά ποσά να έρθουν στην Ελλάδα στα χέρια του και στο λογαριασμό της TORCASO για τις αγορές των ακινήτων.

•    Έτσι η BLUEBELL, δηλαδή εγώ ως εκπρόσωπός της, άνοιξε λογαριασμό στην Ελβετία (CREDIT LYONNAIS) καθ’ υπόδειξη του …. και κατέθεσε εκεί τις επιταγές που δίνονταν από τον Ντίνο Μιχαηλίδη.

•    … ο λογαριασμός αυτός ανήκει στην BLUEBELL, τον άνοιξα εγώ ως εκπρόσωπός της και τα χρήματα αυτά είναι προϊόν είσπραξης επιταγών που μου είχε δώσει ο Μιχαηλίδης …

•    Ο Μιχαηλίδης ήταν μεταφορέας των επιταγών αφού μου τις παρέδιδε. Ο Μιχαηλίδης ήταν συνεργάτης του Τσοχατζόπουλου στη διακίνηση των παράνομων προμηθειών.

•    … Και στην περίπτωση αυτή τις επιταγές αυτές τις έδινε σε μένα ο Μιχαηλίδης και εγώ …

•    Πράγματι κατέθετα αυτά τα χρήματα, ήταν χρήματα που προέρχονταν από τις επιταγές του Μιχαηλίδη.

Οι ως άνω ισχυρισμοί είναι καθ’ όλα ψευδείς και συκοφαντικοί, θίγουν βάναυσα την τιμή και την υπόληψη εμού και της οικογένειάς μου, έγιναν δε αντικείμενο αναπαραγωγής από το ΣΥΝΟΛΟ σχεδόν του ηλεκτρονικού και έντυπου τύπου της Ελλάδας και της Κύπρου, με αποτέλεσμα να υποστώ τεράστια προσωπική, οικογενειακή, κοινωνική και επαγγελματική βλάβη. Ο μηνυόμενος, εκπρόσωπος των εταιριών BLUEBELL και P&A INVESTMENT, μέσω των οποίων φέρονται, σύμφωνα με τη σε βάρος του δικογραφία, να διακινούντο τεράστια χρηματικά ποσά προερχόμενα από εγκληματικές δραστηριότητες, ο οποίος απολογούμενος συμπληρωματικά ισχυρίζεται ότι αναλαμβάνει την ευθύνη για τη βοήθεια που παρείχε στον Α. Τσοχατζόπουλο στο να νομιμοποιήσει τις παράνομες προμήθειες που ελάμβανε από τα εξοπλιστικά προγράμματα μέσω των εταιριών BLUEBELL και TORCASO, ΔΕΝ ΧΩΡΑ ΟΥΔΕΜΙΑ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ ΟΤΙ ΓΝΩΡΙΖΕ ΚΑΙ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΠΩΣ ΟΥΔΕΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΕΧΩ ΕΓΩ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ, ΚΑΙ ΠΩΣ ΟΛΑ ΤΑ ΑΝΩΤΕΡΩ ΠΟΥ ΙΣΧΥΡΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΨΕΥΔΗ, ΑΝΥΠΟΣΤΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΑ.

Ο ίδιος ο μηνυόμενος, περαιτέρω, παραδέχεται απολογούμενος συμπληρωματικά ότι τελεί σε πλήρη γνώση του γεγονότος ότι τα όσα ψευδή αναφέρει, όχι απλά είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή μου – όπως άλλωστε συνέβη – αλλά αποπειράται να προβλέψει και την αντίδρασή μου, χρησιμοποιώντας την ακριβή έκφραση: «είμαι βέβαιος ότι θα γίνει τεράστια προσπάθεια σπίλωσης της απολογίας μου, προκειμένου να με παρουσιάσουν ως τρελό και άρρωστο που πλέκω σενάρια επιστημονικής φαντασίας».

ΙΙ. ΨΕΥΔΗΣ ΚΑΤΑΜΗΝΥΣΗ (άρ. 229 ΠΚ)

Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος της ψευδούς καταμήνυσης απαιτείται αντικειμενικά καταμήνυση ή ανακοίνωση ή αναφορά, είτε με τον τύπο του άρ. 42 ΚΠΔ, είτε με κάθε τύπο προφορικής ή γραπτής αναγγελίας, ενώπιον αρχής, χωρίς να ενδιαφέρει το κατά πόσον η αρχή είναι αρμόδια ή αναρμόδια, που αναφέρεται σε τέλεση από άλλον αξιόποινης πράξης, η οποία να είναι ψευδής, ήτοι αντικειμενικώς αναληθής. Το αδίκημα μπορεί να τελεσθεί και με την απολογία του κατηγορουμένου, ο οποίος προσπαθεί να απαλλαγεί αποδίδοντας σε άλλον την πράξη για την οποία κατηγορείται, ή κάποιες από τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται, ή σε περίπτωση που παραδέχεται μεν την πράξη του, αλλά κατονομάζει κάποιον ψευδώς ως ηθικό αυτουργό ή συμμέτοχο (ΑιτΕκθ 1933 σ. 363, Dreher/Troendle £164 αρ. 4). Οι πράξεις του καταμηνυομένου δεν είναι αναγκαίο να περιγράφονται επακριβώς ή να χαρακτηρίζονται νομικώς, αρκεί να φέρουν τα στοιχεία οποιουδήποτε αδικήματος, ώστε να παρέχεται αφορμή δίωξης (ΑΠ 574/88, ΠΧ ΚΖ 585). Υποκειμενικά, απαιτείται δόλος του δράστη, συνιστάμενος στη γνώση του, κατά το χρόνο της καταμήνυσης, ότι το περιεχόμενο της καταγγελίας του είναι αναληθές και ότι αφορά αξιόποινη πράξη, στη θέληση να περιέλθει η αναφορά στην αρχή και στο σκοπό του να κινηθεί η ποινική διαδικασία. Ας σημειωθεί, περαιτέρω, ότι ο δόλος δεν αίρεται από το σκοπό του δράστη να αποκρούσει τη δική του ποινική ευθύνη (ΑΠ 409/80 ΠΧ Λ 581).

Την 17η Ιουλίου, λοιπόν, ο μηνυόμενος ισχυρίσθηκε ενώπιον των Αρχών, και συγκεκριμένα ενώπιον των Ειδικών Ανακριτών του ν. 4022/11, ότι εγώ τέλεσα αξιόποινες πράξεις, τις οποίες όχι απλά περιέγραψε επακριβώς, αλλά χαρακτήρισε και νομικώς, όπως θα αναδειχθεί αμέσως κατωτέρω. Συγκεκριμένα, με παρουσίασε ψευδώς ως ηθικό και φυσικό αυτουργό που δήθεν οργάνωσα, προγραμμάτισα, και είχα ρόλο πρωταγωνιστή στην υπόθεση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα στην οποία είναι κατηγορούμενος και τα στοιχεία της οποίας αναφέρθηκαν στο ιστορικό της παρούσης. Με ανέφερε ψευδώς ως «συνεργάτη» του συγκατηγορουμένου του, Α. Τσοχατζόπουλου, σε πράξεις διακίνησης παράνομων προμηθειών. Ζήτησε, περαιτέρω, την ποινική μου δίωξη, λέγοντας επί λέξει στους κους Ανακριτές «Είναι άμεση ανάγκη να εξετασθούν τα παραπάνω πρόσωπα διότι είναι οι πρωταγωνιστές της υπόθεσης».

Τα ως άνω καθ’ όλα ψευδή και συκοφαντικά ο μηνυόμενος τα ανέφερε τελώντας σε πλήρη γνώση της αναλήθειάς των, καθώς όπως προαναφέρθηκε, αλλά και ο ίδιος παραδέχθηκε, κατείχε εκείνος τον ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ρόλο στην υπόθεση που εκκρεμεί σε βάρος του και συνεπώς γνώριζε ΤΑ ΠΑΝΤΑ γι’ αυτή, συμπεριλαμβανομένου βεβαίως του γεγονότος ότι ούτε εγώ, αλλά ούτε και ο υιός μου, έχουμε ΟΥΔΕΜΙΑ ΣΧΕΣΗ με αυτήν. Είναι προφανές, ότι ο συκοφάντης μου είχε σαφή σκοπό, πέραν της απόπειρας αποποίησης μέρους των ποινικών ευθυνών του, να κινηθεί σε βάρος μου ποινική διαδικασία.  

Επειδή οι πράξεις του μηνυομένου, που τέλεσε σε βάρος μου, συνθέτουν και συγκροτούν τα εγκλήματα τουλάχιστον της συκοφαντικής δυσφήμησης και ψευδούς καταμήνυσης, όπως αυτά περιγράφονται και αποτυπώνονται στις διατάξεις των άρ.  362,363 και 229 του Ποινικού Κώδικα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΚΑΙ ΜΕ ΡΗΤΗ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΠΑΝΤΟΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΜΟΥ

ΜΗΝΥΩ τον Νικόλαο – Παύλο Ζήγρα του Κωνσταντίνου και της Σμαρώς και ζητώ την κατά νόμο ποινική δίωξή του και την τιμωρία του

ΔΗΛΩΝΩ ότι παρίσταμαι ως πολιτικώς ενάγων για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που έχω υποστεί από τις αξιόποινες πράξεις του μηνυομένου σε βάρος μου, όπως αυτές αναγράφονται ανωτέρω, για ποσό πενήντα (50) ευρώ, με ρητή επιφύλαξη να διεκδικήσω το υπόλοιπο ποσό ενώπιον των αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων.

ΔΙΟΡΙΖΩ πληρεξούσιες δικηγόρους μου τις: 1)Ελίζα Βόζεμπεργκ (ΑΜΔΣΑ 9740), κάτοικο Αθηνών, οδού Πατριάρχου Ιωακείμ αρ. 11 (τηλ: 2107223694), και 2) Γιαννουλίδου Αναστασία (ΑΜΔΣΑ 32957), κάτοικο ομοίως, και αντίκλητό μου την πρώτη εξ’ αυτών.

ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΩ στην παρούσα μήνυσή μου το υπ’ αριθμόν 1 Σχετικό έγγραφο, στο οποίο αναφέρομαι

Αθήνα, 23/7/2012

Ο μηνυτής

(δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του)

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ