Τι είπε ο Παυλόπουλος στον Γκάουκ

Στην ανάγκη οι εταίροι μας να προβούν στις αναγκαίες διορθώσεις σχετικά με το χρέος και την ακολουθούμενη πολιτική λιτότητας αναφέρθηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος μετά το επίσημο γεύμα το οποίο του παρέθεσε ο Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γιοάχιμ Γκάουκ στο Βερολίνο.

«Ο ελληνικός λαός θα φανεί απολύτως συνεπής στις υποχρεώσεις που ανέλαβε, προκειμένου να παραμείνει στην μεγάλη Ευρωπαϊκή Οικογένεια» διαβεβαίωσε ο κ. Παυλόπουλος,

«Όμως στην πορεία οφείλουν και οι εταίροι μας να προβούν στις αναγκαίες διορθώσεις. Ιδίως αναφορικά με τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους της Ελλάδας και την ως σήμερα ακολουθούμενη, εξαιρετικά αμφίβολης αποτελεσματικότητας πολιτική αυστηρής λιτότητας» τόνισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Ο κ. Παυλόπουλος επεσήμανε στον κ. Γκάουκ ότι η Ελλάδα, «δεν διανοείται το μέλλον της δίχως την ευρωπαϊκή της προοπτική» αλλά και η ΕΕ «δεν είναι νοητή δίχως την Ελλάδα ως αναπόσπαστο τμήμα της». 

Ζήτησε επίσης από τους ευρωπαίους εταίρους να λάβουν υπόψιν τους την πρωτόγνωρη κρίση που δοκιμάζει την ελληνικό λαό «ώστε, παρά τα όποια αρχικά λάθη, τις εμμονές και τις παρανοήσεις, να εδραιωθούν η αμοιβαία κατανόηση και η αδογμάτιστη προσέγγιση και από τις δύο πλευρές». 

Αναφερόμενος στον μεγάλο αριθμό προσφύγων που δέχεται η Ελλάδα από την Μέση Ανατολή είπε ότι (η Αθήνα) «κάνει ό, τι μπορεί, μ’ απόλυτο σεβασμό στην πρωταρχική αξία της ανθρώπινης ζωής και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας καθενός, προκειμένου να διαφυλάξει τα σύνορά της, που είναι και σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

«Το μεταναστευτικό πρόβλημα, όμως, μπορεί ν’ αντιμετωπισθεί μόνον εφόσον θεωρηθεί ως κοινό, πρώτιστης σημασίας, πρόβλημα όλων των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης» υπογράμμισε ο κ. Παυλόπουλος.

Για το πρόβλημα της διεθνούς τρομοκρατίας είπε ότι «οφείλουμε να το αντιμετωπίσουμε, μ’ απόλυτη αποφασιστικότητα, ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Γι’ αυτό είναι υπόθεση, η οποία αφορά όλη την πολιτισμένη Ανθρωπότητα και απαιτεί την συνεργασία όλων των Κρατών που την συγκροτούν».

 

Ολόκληρη η αντιφώνηση του κ. Παυλοπουλου προς τον κ. Γκάουκ

Κύριε Πρόεδρε, Αγαπητέ Φίλε,

Χαίρομαι ιδιαιτέρως που Σας συναντώ, σε συνέχεια των συναντήσεών Σας με τον προκάτοχό μου στο αξίωμα αυτό κ. Κάρολο Παπούλια, και στο πλαίσιο της κοινής προσπάθειάς μας για συνεχή ανάπτυξη κι εμβάθυνση των διμερών μας σχέσεων.

Η μακρά φιλική σχέση των δύο Χωρών μας δοκιμάσθηκε προσφάτως. Άντεξε, όμως, στους όποιους κλυδωνισμούς και προς τούτο συνέβαλε καθοριστικώς η δική Σας πολιτική σοφία και η πολύτιμη για την Χώρα μου διαχρονική αγάπη Σας προς αυτήν.  Και, καθώς η ως άνω φιλική σχέση στηρίζεται σε βαθύτατους κοινούς πολιτισμικούς και πολιτικούς δεσμούς, όπως είναι η σταθερή πίστη και των δύο Λαών μας στις αρχές και αξίες του ευρωπαϊκού ουμανισμού αλλά και η κοινή μας πορεία μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι βέβαιον ότι θα γνωρίσει στο μέλλον ακόμη πιο ευτυχείς περιόδους συνεργασίας και συμπόρευσης.

Όπως ήδη τόνισα, οι σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας έχουν σταθερές ιστορικές ρίζες. Κατ’ αρχάς, πρόκειται για δύο Λαούς οι οποίοι έχουν συμβάλει ουσιωδώς στην ανάπτυξη του φιλοσοφικού στοχασμού και της επιστήμης, που συνιστούν δύο κορυφαίες πνευματικές κατακτήσεις του Ανθρώπου. Οι οποίες, μάλιστα, συνδέονται αρρήκτως μεταξύ τους, αποτελώντας θεμέλια του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού. Εάν η Ελλάδα υπερηφανεύεται, π.χ., για τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Αρχιμήδη και τον Δημόκριτο, η Γερμανία νομιμοποιείται να μνημονεύει, αντιστοίχως, τον Καντ, τον Χέγκελ, τον Γκάους και τον Αϊνστάιν.  Περιορίζοντας, όμως, την αναφορά μου στο σήμερα, αξίζει να επισημανθεί ότι περισσότεροι από 300.000 πολίτες Ελληνικής καταγωγής ζουν, στις μέρες μας, στην Γερμανία, συμβάλλοντας αποτελεσματικά στην οικονομική της ανάπτυξη. Επιπλέον, Έλληνες που ζουν στην Γερμανία και εργάζονται σε πολλούς και διαφορετικούς κλάδους της οικονομίας αλλά και των επιστημών, συνιστούν ζωντανή γέφυρα φιλίας μεταξύ των δύο Χωρών. Αλλά και στην Χώρα μου υπάρχουν αδιάσειστα τεκμήρια της οικονομικής και πολιτισμικής παρουσίας της Γερμανίας, που μαρτυρούν την διαχρονική συνεργασία μας: Το Ελληνο-Γερμανικό Επιμελητήριο γιόρτασε, το 2014, τα 90 χρόνια από την ίδρυσή του. Το Ινστιτούτο Goethe λειτουργεί στην Αθήνα από το 1952 και είναι το παλαιότερο, στο σύνολο του δικτύου των παραρτημάτων των Ινστιτούτων Goethe, σ’ όλο τον κόσμο. Το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών λειτουργεί από το 1874. Η Γερμανική Σχολή Αθηνών λειτουργεί από το 1896 και η αντίστοιχη της Θεσσαλονίκης από το 1888.

Κύριε Πρόεδρε,

Γνωρίζω κι εκτιμώ απεριόριστα την μετριοπάθεια, την παρρησία και την πολιτική ωριμότητα με την οποία διατυπώνετε τις απόψεις Σας. Υπενθυμίζω εκ νέου ότι βοηθήσατε την Ελλάδα στηρίζοντάς την, προσφάτως, σε δύσκολες στιγμές. Δεν υιοθετήσατε τα εσφαλμένα στερεότυπα για το τι είναι η Ελλάδα και ο Ελληνικός Λαός, τα οποία, κάποια στιγμή, υπήρξε ο κίνδυνος να κυριαρχήσουν στην γερμανική κοινή γνώμη. Κινούμενος προς την ίδια κατεύθυνση, αυτήν της εμπέδωσης της ειλικρίνειας και του κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης στις σχέσεις μεταξύ των δύο Λαών μας, θα ήθελα να προβώ στις ακόλουθες επισημάνσεις:

  • Πρώτον, συμπαριστάμενος στην Ελλάδα, στην ουσία συμβάλετε στην διατήρηση της ενότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, μένοντας πιστός στην μεγάλη παράδοση της μεταπολεμικής γερμανικής πολιτικής να προσλαμβάνει την θέση και το μέλλον της ίδιας της Γερμανίας πρωτίστως μ’ ευρωπαϊκούς όρους και να υπηρετεί, με συνέπεια και συνέχεια, την θεσμική ολοκλήρωση  του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος. Επιτρέψατέ μου, στο σημείο αυτό, μια σύντομη αναφορά στο παρελθόν: Έχω χρέος να τονίσω ότι ο Ελληνικός Λαός δεν λησμονεί την καθοριστική βοήθεια που προσέφερε ο Χέλμουτ Σμιτ, χάρις στην αγαστή συνεργασία του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, προκειμένου να καταστεί η Ελλάδα το δέκατο μέλος της «Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας». Η Ελλάδα, λοιπόν, όχι μόνο με βάση τον κλασσικό πολιτισμό της, που αποτελεί θεμέλιο του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού, αλλά και με βάση την σύγχρονη ιστορική διαδρομή της, δεν διανοείται το μέλλον της δίχως την ευρωπαϊκή της προοπτική. Πλην, όμως, και η Ευρωπαϊκή Ένωση, με βάση τις ιστορικές καταβολές της Δημοκρατίας και του Πολιτισμού της, δεν είναι νοητή –ούτε, άρα, μπορεί να έχει το μέλλον που της αρμόζει- δίχως την Ελλάδα ως αναπόσπαστο τμήμα της.
  • Δεύτερον, ο Ελληνικός Λαός, στην συντριπτική του πλειοψηφία, εκφράσθηκε, και στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη. Και το έπραξε γνωρίζοντας τις τεράστιες θυσίες που συνεπάγεται μια τέτοια επιλογή. Συγκεκριμένα, οι Έλληνες έκαναν αυτή την επιλογή παρότι σχεδόν στο σύνολό τους -και ιδιαίτερα τα πιο αδύναμα στρώματα της κοινωνίας μας- δοκιμάσθηκαν, επί σειρά ετών, και συνεχίζουν να δοκιμάζονται σκληρά, από μία πρωτόγνωρη κρίση. Μια κρίση που αγγίζει τα όρια της ανθρωπιστικής κρίσης. Αυτό πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν από τους Ευρωπαίους Εταίρους μας ώστε, παρά τα όποια αρχικά λάθη, τις εμμονές και τις παρανοήσεις, να εδραιωθούν η αμοιβαία κατανόηση και η αδογμάτιστη προσέγγιση  και από τις δύο πλευρές.
  • Τρίτον –και συνακόλουθα – ο Ελληνικός Λαός θα φανεί απολύτως συνεπής στις υποχρεώσεις που ανέλαβε, προκειμένου να παραμείνει στην μεγάλη Ευρωπαϊκή Οικογένεια. Όμως, στην πορεία, και ενόψει αυτής της συνέπειας του Ελληνικού Λαού κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, οφείλουν και οι Εταίροι μας να προβούν στις αναγκαίες διορθώσεις.  Ιδίως αναφορικά με τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους της Ελλάδας και την ως σήμερα ακολουθούμενη, εξαιρετικά αμφίβολης αποτελεσματικότητας πολιτική αυστηρής λιτότητας.
  • Τέταρτον, η Ελλάδα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην συνεργασία των δύο Χωρών μας στον τομέα των επιστημών και της τεχνολογίας. Πιστεύω ακράδαντα ότι η πιο σημαντική επένδυση που μπορεί να κάνει οποιαδήποτε χώρα είναι στην παιδεία της και στην επιστημονική και τεχνολογική έρευνα.  Η Γερμανία, Χώρα με μεγάλη παράδοση στις επιστήμες αλλά και την τεχνολογία, γνωρίζει μια νέα εντυπωσιακή άνθηση στους παραπάνω τομείς, ιδίως την τελευταία δεκαετία. Και το μέλλον της προβλέπεται ακόμη πιο λαμπρό. Από την άλλη η Ελλάδα, παρά την οικονομική κρίση και τα προβλήματα που δημιουργεί η αυστηρή λιτότητα, διαθέτει συγκεκριμένα άριστα, με διεθνή μάλιστα κριτήρια αξιολόγησης, ερευνητικά κέντρα. Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας μπορεί να επιταχυνθεί, μ’ εντυπωσιακό ρυθμό, μόνον εφόσον τα κέντρα αυτά διασωθούν και, επιπλέον, ενισχυθεί η συνεργασία τους με σημαντικά ερευνητικά Ινστιτούτα άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως είναι, για παράδειγμα, τα γερμανικά. Νομίζω ότι και εδώ υπάρχει πεδίο συνεργασίας λαμπρό μεταξύ των δύο Χωρών, όπως αποδεικνύει η εμβληματική πρωτοβουλία του συμπατριώτη σας νομπελίστα Harald zur Hausen, προς τον οποίον τρέφουμε ειλικρινή αισθήματα εκτίμησης κι ευγνωμοσύνης.

Κύριε Πρόεδρε,

Η Χώρα Σας αποτελεί μια μεγάλη οικονομική, πολιτική και πολιτισμική δύναμη στον σύγχρονο κόσμο. Ο ρόλος της ως προς την εδραίωση του μεταπολεμικού Eυρωπαϊκού Oικοδομήματος υπήρξε στο παρελθόν, και είναι ως σήμερα, περισσότερο μάλιστα από ποτέ, πρωταγωνιστικός. Είμαι βέβαιος ότι η Γερμανία, ως μεγάλη και κρίσιμη για την εξέλιξη αυτού του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος Χώρα, μπορεί, από κοινού με τους λοιπούς Εταίρους της        -μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα- να διαφυλάξει και ν’ αναπτύξει περαιτέρω τον ουσιώδη χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό θα το επιτύχει προάγοντας τον τύπο εκείνον της ανάπτυξης, ο οποίος αξιοποιεί και συνθέτει αρμονικά και σύμμετρα τα πλεονεκτήματα της οικονομίας της αγοράς με τις ανάγκες και τα αιτήματα των Ευρωπαίων Πολιτών για Δημοκρατία και Κοινωνική Δικαιοσύνη.

Ζούμε στην εποχή καθοριστικών διεθνών ανακατατάξεων που, συχνά, εγκυμονούν μεγάλους κινδύνους. Το μεταναστευτικό πρόβλημα είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρόκειται για πρόβλημα το οποίο έχει  τρεις διαστάσεις: Την διάσταση της διεθνούς ασφάλειας, την οικονομική παράμετρο και, πρωτίστως, την ανθρωπιστική προοπτική. Οι πρωτόγνωρες προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη προκαλούνται, κυρίως, από τις εστίες πολέμου στην Μέση Ανατολή, ιδίως δε στην Συρία. Εάν αυτές δεν εξαλειφθούν, το πρόβλημα δεν θα επιλυθεί οριστικώς. Η Χώρα μου, λόγω της νησιωτικής μορφολογίας εκτεταμένου μέρους των συνόρων της και της άμεσης γειτνίασής της προς την Τουρκία, δέχεται μεγάλο αριθμό προσφύγων αλλά και παράνομων μεταναστών από την Μέση Ανατολή. Κάνει ό,τι μπορεί, μ’ απόλυτο σεβασμό στην πρωταρχική αξία της ανθρώπινης ζωής και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας καθενός, προκειμένου να διαφυλάξει τα σύνορά της, που είναι και σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δοθέντος ότι τα σύνορα της τελευταίας είναι, κατά το διεθνές αλλά και το ευρωπαϊκό δίκαιο, και σύνορα των Κρατών-Μελών της, όπως αυτά κυριάρχως καθορίζονται και προστατεύονται από τα ίδια τα Κράτη-Μέλη. Το μεταναστευτικό πρόβλημα, όμως, μπορεί ν’ αντιμετωπισθεί μόνον εφόσον θεωρηθεί ως κοινό, πρώτιστης δε σημασίας, πρόβλημα όλων των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 Όσο για το άλλο μεγάλο σύγχρονο πρόβλημα, εκείνο της διεθνούς τρομοκρατίας, οφείλουμε να το αντιμετωπίσουμε, μ’ απόλυτη αποφασιστικότητα, ως έγκλημα κατά της Ανθρωπότητας. Γι’ αυτό η αποφασιστικότητα ως προς την πάταξη της διεθνούς τρομοκρατίας είναι υπόθεση, η οποία αφορά όλη την πολιτισμένη Ανθρωπότητα και απαιτεί την συνεργασία όλων των Κρατών που την συγκροτούν.

Κύριε Πρόεδρε,

Ελλάδα και Γερμανία, Γερμανία και Ελλάδα, είμαστε μέλη της μεγάλης Οικογένειας της Ευρώπης και μαχόμαστε, από κοινού, για έναν πιο δίκαιο και ειρηνικό κόσμο. Έχουμε την ίδια προσήλωση στις αρχές και τις αξίες του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, που αποτελούν πανανθρώπινα ιδανικά.

Με τις σκέψεις αυτές εύχομαι σ’ Εσάς και στον φίλο Γερμανικό Λαό ευημερία και πρόοδο, σ’ όλους τους τομείς δραστηριοτήτων του.-

 

Διαβάστε επίσης:

Ύποπτα παιχνίδια με το νέο ταμείο

Ο σκοτεινός ρόλος του Τόμσεν

 

 

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ