Η ένσταση αντισυνταγματικότητας της Χ.Α.

Η ένσταση αντισυνταγματικότητας της Χ.Α.

 

«Η Χρυσή Αυγή κατέθεσε ένσταση αντισυνταγματικότητας κατά της επαίσχυντης τροπολογίας του κλεπτοκρατικού τόξου που επιδιώκει παράνομα να αναστείλει την κρατική χρηματοδότηση προς της Χρυσή Αυγή» αναφέρεται σε ανακοίνωση του κόμματος.

«Να τονίσουμε πως από την πρώτη στιγμή που εισήλθε η Χρυσή Αυγή στην Βουλή κατέθεσε πρόταση νόμου για κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης σε όλα τα κόμματα. Τότε είχαν δηλώσει πως κάτι τέτοιο είναι αντισυνταγματικό. Η Χρυσή Αυγή πληρώνει την πολιτική επιλογή να επιστρέφει μέσω κοινωνικών δράσεων στον ελληνικό λαό την κρατική χρηματοδότηση, αντί να την κάνει βίλες και πισίνες όπως πράττουν τα ανδρείκελα της κλεπτοκρατίας» τονίζεται στην ανακοίνωση.

 

Σε σχετική δήλωσή του ο εκπρόσωπος Τύπου της Χρυσής Αυγής, Ηλίας Κασιδιάρης, ανέφερε:

“Η τροπολογία που κατατίθεται και στηρίζεται από όλο το κλεπτοκρατικό τόξο είναι καταφανώς παράνομη και αντισυνταγματική. Όταν οι κλέφτες κατάλαβαν πως η Χρυσή Αυγή απειλεί τη διεφθαρμένη εξουσία τους, αποφάσισαν να φυλακίσουν βουλευτές, να καταλύσουν το Σύνταγμα και να φέρουν προς ψήφιση παράνομους νόμους. Ο Αγώνας για την Ελλάδα, ο νόμιμος πολιτικός Αγώνας για Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία και Αξιοπρέπεια δεν πρόκειται να σταματήσει”.

 

Παρατίθεται η ένσταση αντισυνταγματικότητας:

«Ένσταση αντισυνταγματικότητας της υπ’ αριθμόν 851/110 από 11/10/2013 τροπολογίας (Σχετικά με την αναστολή χρηματοδότησης και οικονομικής ενίσχυσης κομμάτων σε περίπτωση άσκησης δίωξης για τα εγκλήματα των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα) στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Ρυθμίσεις θεμάτων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και άλλες διατάξεις.

Στο άρθρο 29 παρ. 2 του Συντάγματος, ορίζεται ότι «τα κόμματα έχουν δικαίωμα στην οικονομική τους ενίσχυση από το κράτος, για τις εκλογικές και λειτουργικές τους δαπάνες, όπως νόμος ορίζει». Σε εφαρμογή αυτής της συνταγματικής διάταξης, έχει εκδοθεί ο Νόμος 3023/2002, ο οποίος ρυθμίζει τα σχετικά με την κρατική επιχορήγηση στα πολιτικά κόμματα. Όμως, η έννοια της συνταγματικής διάταξης είναι ότι ο νόμος ρυθμίζει, αποκλειστικά, σχετικά με τις διακρίσεις της κρατικής χρηματοδότησης (τακτική χρηματοδότηση, εκλογική χρηματοδότηση, οικονομική ενίσχυση για ερευνητικούς και επιμορφωτικούς σκοπούς), τις προϋποθέσεις για τη χορήγησή της (εκλογικό ποσοστό των κομμάτων) και τον τρόπο καταβολής της. Αντίθετα, ο νομοθέτης δεν δύναται να προβλέψει διάταξη περί διακοπής ή αναστολής της χορήγησης κρατικής χρηματοδότησης σε πολιτικό κόμμα, καθώς αυτό, ουσιαστικά, θα αναιρούσε τον ίδιο τον πυρήνα του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος των κομμάτων στην κρατική χρηματοδότηση. Επομένως, η διάταξη που φέρεται προς ψήφιση με τη συζητούμενη τροπολογία είναι προδήλως αντισυνταγματική, καθώς παραβιάζει το άρθρο 29 του Συντάγματος.

Σε κάθε περίπτωση, η θέση αυτή επιβεβαιώνεται και από το περιεχόμενο του Νόμου 3023/2002, ο οποίος στο άρθρο 7 προβλέπει απαγορεύσεις στη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων από αλλοδαπούς, από Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, από ιδιοκτήτες εφημερίδων, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών, καθώς και από νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, αλλά πουθενά δεν αναφέρεται σε δυνατότητα αναστολής της κρατικής χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων, καθώς αυτή είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη.

Περαιτέρω, όπως είναι γνωστό, κατά πάγια αρχή του δημοσίου δικαίου, ο νόμος πρέπει να θεσπίζει κανόνες δικαίου που είναι γενικοί και απρόσωποι και ρυθμίζουν γενικά μια έννομη σχέση ή κατάσταση. Υπό αυτήν την έννοια, δεν επιτρέπεται στο νομοθέτη να περιγράφει με γενικούς όρους και έννοιες μια εξατομικευμένη περίπτωση, ώστε να την υπαγάγει στο πεδίο εφαρμογής του. Με άλλα λόγια, απαγορεύεται στον νομοθέτη να εισάγει τις λεγόμενες φωτογραφικές διατάξεις, οι οποίες εκφράζονται μεν με γενικούς και αόριστους όρους, πλην όμως είναι ξεκάθαρο ότι αφορούν μια συγκεκριμένη περίπτωση. Μία τέτοια φωτογραφική ρύθμιση, και ως εκ τούτου παράνομη, είναι και αυτή που προτείνεται με τη συζητούμενη τροπολογία, με την οποία επιδιώκεται απροκάλυπτα η αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης αποκλειστικά του ΛΑΪΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ-ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ.

Τέλος, περαιτέρω, η τροπολογία προβλέπει ότι για την αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης σε πολιτικό κόμμα αρκεί η άσκηση δίωξης για τα προαναφερόμενα εγκλήματα. Αντίθετα, για την άρση της αναστολής της χρηματοδότησης, απαιτείται η έκδοση αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος ή αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης. Με αυτόν τον τρόπο, παραβιάζεται βάναυσα το τεκμήριο της αθωότητας, το οποίο αποτελεί θεμελιώδη κατάκτηση του νομικού μας πολιτισμού και επιβάλλει τη θεώρηση ως αθώου κάθε κατηγορούμενου, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο. Σύμφωνα με τους συντάκτες της τροπολογίας, αρκεί η κατάθεση μιας κακοπροαίρετης μήνυσης κατά ορισμένων βουλευτών ενός κόμματος και η άσκηση ποινικής δίωξης κατά αυτών από τον εισαγγελέα, ώστε να αναστέλλεται η κρατική χρηματοδότηση στο κόμμα τους, χωρίς να αναμένεται η έκδοση καταδικαστικής απόφασης, ή, έστω, παραπεμπτικού βουλεύματος. Αντίθετα, για την επαναχορήγηση της χρηματοδότησης, απαιτείται η έκδοση αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος ή αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης, δηλαδή η υπόθεση πρέπει να φθάσει μέχρι και τον Άρειο Πάγο, οπότε θα έχουν περάσει τουλάχιστον πέντε χρόνια, με την ταχύτητα που χαρακτηρίζει την απονομή της δικαιοσύνης στη χώρα μας. Έτσι, όμως, καταλείπεται ευρύτατο πεδίο αδιαφάνειας και αυθαιρεσίας της δικαστικής εξουσίας, αφού θα αρκεί η άσκηση μιας αβάσιμης και κατευθυνόμενης δίωξης, για να αίρεται επ’ αόριστον η κρατική χρηματοδότηση κομμάτων εκλεγμένων από τον ελληνικό λαό.

Για τους ανωτέρω λόγους, αλλά και γιατί η συγκεκριμένη τροπολογία αποτελεί ωμή νόθευση της λαϊκής βούλησης και κατάλυση, επί της ουσίας, της λειτουργίας του πολιτεύματος, αιτούμαστε την απόσυρση της παρούσης τροπολογίας ως αντισυνταγματικής».

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ