Ψάχνουν γιάφκα

Ψάχνουν γιάφκα

Ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τη δομή, την ιεραρχία, τη λειτουργία και τη χρηματοδότηση της Χρυσής Αυγής ξετυλίγει το πόρισμα του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου αλλά και οι καταθέσεις των δύο μελών της οργάνωσης, με τις οποίες οι αρχές «έδεσαν» τα πρωτοκλασάτα στελέχη της. Έρευνες για διαμερίσματα στα οποία είναι κρυμμένα όπλα διεξάγει η αντιτρομοκρατική. 

Η οργάνωση στρατολογούσε ανήλικα παιδιά, ενώ είχε δημιουργήσει τάγματα εφόδου που συμμετείχαν επιλεγμένα μέλη, τα οποία περνούσαν από αυστηρή και επώδυνη εκπαίδευση. Σοκ προκαλεί επίσης η συνεργασία των μελών με αλλοδαπούς! Τους ανέθεταν την πώληση διαφόρων ειδών και λάμβαναν την μερίδα του λέοντος των κερδών. Οι εντολές για τις δράσεις της Χρυσής Αυγής δίνονταν από τον αρχηγό και υπήρχε αυστηρή ιεραρχία μέχρι να φτάσουν στα «αυτιά» των μελών της οργάνωσης, τα οποία δεν είχαν το δικαίωμα να αρνηθούν. 

Σύμφωνα με το εισαγγελικό πόρισμα, η Χρυσή Αυγή ξεκίνησε ως ιδεολογικό μόρφωμα, τη δεκαετία του 1980, με μορφή κλειστής ολιγάριθμης ομάδας ιδεολογικής επιμόρφωσης ναζιστών, με επικεφαλής τον Νίκο Μιχαλολιάκο. Στη συνέχεια, η ομάδα αυτή μετεξελίχθηκε σε πολιτικό σχηματισμό. Από τον χρόνο αυτό διαχωρίστηκε το επιχειρησιακό από το πολιτικό τμήμα της οργάνωσης, με το πρώτο να αναλαμβάνει την εκτός γραφείων δράση, δηλαδή τις βίαιες επιθέσεις εναντίον όσων η οργάνωση θεωρούσε εχθρούς. Ηγετική ομάδα και των δύο τμημάτων ήταν η ίδια, με την εξουσία του αρχηγού να είναι απόλυτη. 

«Κατά τις απόψεις των ανθρώπων της Χρυσής Αυγής, όσοι δεν ανήκουν στη “λαϊκή κοινότητα της φυλής” είναι υπάνθρωποι. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι ξένοι μετανάστες, οι Ρομά, όπως και όσοι διαφωνούν με τις ιδέες τους, ακόμα δε και άτομα με νοητικά και κινητικά προβλήματα. Η βία για τα μέλη της Χρυσής Αυγής είναι το μήνυμα και όχι το μέσον της επίτευξης των όποιων επιδείξεών τους», αναφέρεται στο πόρισμα. 

Για τα τάγματα εφόδου, αναφέρεται ότι η στελέχωσή τους γίνεται από άτομα που έχουν ιδιαίτερα σωματικά προσόντα, τα οποία έχουν εκπαιδευτεί κατάλληλα και κάτω από ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες, που προσιδιάζουν στην εκπαίδευση των ανδρών που υπηρετούν στις επίλεκτες μονάδες των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Για τις δράσεις της «η εντολή διαβιβάζεται από τον αρχηγό στον υπαρχηγό και στη συνέχεια από τον τελευταίο στους κατά σειρά κατώτερους στην ιεραρχία μέχρι την τελική υλοποίησή της». 

«Στους κόλπους της κάθε τοπικής οργάνωσης λειτουργούν διάφορες ομάδες, με διαφορετική η καθεμιά αποστολή, όπως η εκτέλεση επιθέσεων, η ιατροφαρμακευτική υποστήριξη των δραστηριοτήτων αυτών, με πλέον ανησυχητικό φαινόμενο τη στρατολόγηση και οργάνωση ομάδας ανηλίκων μελών της οργάνωσης» αναφέρεται. Για την συνεργασία με αλλοδαπούς, στο πόρισμα γράφεται ότι το μένος κατά των μεταναστών δεν είναι το ίδιο αδιάκριτο έναντι αυτής της κατηγορίας προσώπων, καθώς «σε πολλές περιπτώσεις αναθέτουν την πώληση στους τελευταίους διαφόρων ειδών και λαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος των κερδών, εξασφαλίζοντας στους ανθρώπους αυτούς την άνεση της ασφάλειας που έχουν ανάγκη». 

Οι καταθέσεις των μαρτύρων 

Για αυστηρή ιεραρχία, ξύλο σε περίπτωση ανυπακοής και προγραμματισμένες επιθέσεις σε αλλοδαπούς και Έλληνες κάνουν λόγο στην κατάθεσή τους τα δύο μέλη της Χρυσής Αυγής, τα οποία έσπασαν την «ομερτά». Ο πρώτος ανέφερε ότι απευθύνθηκε στην οργάνωση επειδή αντιμετώπιζε οικονομικό πρόβλημα και ο άλλος γιατί πίστευε ότι οι λαθρομετανάστες κάνουν κακό στη χώρα. 

Ο ένας προστατευόμενος μάρτυρας ανέφερε ότι συμμετείχε στα επεισόδια στις Θερμοπύλες και στο Μελιγαλά, ενώ είπε ότι «ούτε διανοήθηκα ότι σε αυτές τις εκδηλώσεις θα υπήρχαν βιαιοπραγίες, άλλωστε παρά τις διαστάσεις μου που είναι εμφανείς, δεν έχω πειράξει μέχρι σήμερα μυρμήγκι. Σε ό,τι αφορά στις συγκεντρώσεις των μελών του κόμματος, δήλωσε στον εισαγγελέα: «Στις συγκεντρώσεις που ήταν κάθε Τρίτη και Παρασκευή (Δευτέρα και Πέμπτη στη Νίκαια) γινόταν πλύση εγκεφάλου από τα ανώτερα στελέχη ότι μόνο η Χρυσή Αυγή είναι η υγιής δύναμη του τόπου, ενώ όλοι οι άλλοι (κόμματα, βουλευτές, δημοσιογράφοι, λοιπές εξουσίες του κράτους) ήταν προδότες, αλήτες, αδερφές». 

Για την εκπαίδευση είπε ότι λάμβανε χώρα στη Μάνδρα και τη Μαλακάσα και συνέχισε: «Όσοι είχαν γνωριμίες μέσα στην οργάνωση δεν πέρναγαν από εκπαίδευση, που ήταν ιδιαίτερα σκληρή και μάλιστα εγώ δεν θα ξεχάσω τις κλωτσιές που έφαγα στο κεφάλι και κυκλοφορούσα με πρησμένο αυχένα». «Οι επιθέσεις σε αλλοδαπούς και Έλληνες ήταν προγραμματισμένες και δεν ήταν τυχαίες. 

«Οι εντολές δίνονταν συνήθως με μηνύματα και πάντα στο τέλος υπήρχε η εντολή “διαγράψτε το μήνυμα”» ανέφερε το μέλος της Χρυσής Αυγής. Μάλιστα, είπε ότι «κατά το διάστημα που είχα αραιώσει τις επαφές δέχθηκα οχλήσεις και τηλεφωνικές απειλές από διάφορα άτομα, με τις οποίες απειλούσαν εμένα και την οικογένειά μου σε περίπτωση που διακόψω μαζί τους». 

«Πλήρωσα 20 ευρώ για την εγγραφή, μου έδωσαν κάρτα υποστηρικτική. Με ρώτησαν αν θέλω να γίνω ενεργό μέλος και απάντησα καταφατικά» είπε το δεύτερο μέλος της Χρυσής Αυγής και συμπλήρωσε ότι του έδωσαν συγκεκριμένες οδηγίες από που να αγοράσει τα ρούχα του, όπως ένα κατάστημα με στρατιωτικά είδη, στο οποίο μάλιστα θα έδειχνε την κάρτα του και θα είχε έκπτωση. 

Σε ό,τι έχει να κάνει με την ιεραρχία, είπε ότι υπήρχε ιδιαίτερη αυστηρότητα: «Μόνο στον αμέσως ιεραρχικά προϊστάμενο μπορούσαμε να αναφερθούμε και όχι κατευθείαν παραπάνω από αυτόν, γιατί αυτό αποτελεί σοβαρό παράπτωμα και είχε σοβαρές συνέπειες. Κι αυτές δεν ήταν μόνο τυχόν διαγραφή αλλά επέφερε και σοβαρό ξυλοδαρμό. Όποιος τολμούσε να αντιμιλήσει είχε συνέπειες, όπως υπέστην εγώ όταν τόλμησα να εκφράσω την αντίρρησή μου στα απαξιωτικά σχόλια για τους Ποντίους (γιατί έχω ποντιακή καταγωγή), όταν αμέσως με υποχρέωσαν να πέσω και να κάνω 30 κάμψεις, μπροστά σε όλους τους εκπαιδευόμενους, ταυτόχρονα δε ο Πατέλης με χτυπούσε με κλωτσιές στα πλευρά». 

Ο προστατευόμενος μάρτυρας είπε ότι στα γραφεία της οργάνωσης «κυκλοφορούσαν γκλομπς, στιλέτα και πτυσσόμενα μαχαίρια, όπως κι εγώ είχα. Αυτά όλα τα αντικείμενα, όταν γινόταν έφοδος της Αστυνομίας, τα μάζευε ο Πατέλης, τα έβαζε σε μία σακούλα, τα έδινε στη μάνα του, που και αυτή ήταν ενεργό μέλος και ήταν εκεί και τα μετέφερε στο σπίτι της». Είπε εξάλλου ότι «όταν επρόκειτο να δράσουμε εναντίον αντιπάλων η εντολή που είχαμε ήταν να φοράμε από πάνω μέχρι κάτω μαύρα και χωρίς διακριτικά, για να μη στιγματίζεται το κίνημα και χρησιμοποιώ τον όρο κίνημα γιατί ιδεολογικά η Χρυσή Αυγή υποστήριζε ότι ήταν κίνημα και όχι κόμμα ή οργάνωση». 

«Το ποτήρι ξεχείλισε όταν ο Τσακανίκας μία μέρα μας ανακοίνωσε ότι κάποια φορά που πήγαινε με άλλους να ρίξουν με τα όπλα είδαν δύο Πακιστανούς, από τους οποίους ο ένας πρόλαβε να ξεφύγει και τον άλλον αφού τον τσάκισαν στο ξύλο, στη συνέχεια κλώτσαγαν το κεφάλι του και όπως είπαν “χτύπαγαν πέναλτι” και μάλιστα πρόσθεσε “παίζει και να πέθανε”», ανέφερε. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ το πόρισμα του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου

Πηγή: real.gr

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ