Βάλτε τέλος στο «κουκούλωμα»!

Βάλτε τέλος στο «κουκούλωμα»!Η παραπομπή σε δίκη των μη πολιτικών προσώπων που κατηγορούνται για συμμετοχή στο πολύκροτο σκάνδαλο της Siemens επαναφέρει στη δημόσια συζήτηση το μέγα θέμα του διαχρονικού «κουκουλώματος» των ποινικών ευθυνών βουλευτών, υπουργών, ενίοτε και πρωθυπουργών που τα ονόματά τους αναμείχθηκαν κατά καιρούς σε υποθέσεις διαφθοράς και διαπλοκής. Το ακαταδίωκτο των πολιτικών, με ελάχιστες εξαιρέσεις, συνήθως μάλιστα στελεχών που έχουν ήδη οριστικά αποσυρθεί από τον δημόσιο βίο, έγινε κανόνας στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Και η «προστασία» τους περιλαμβάνει συχνά ακόμη και την εξαίρεσή τους από τη διαδικασία της ανάκρισης. Δεν κλητεύονται, δηλαδή, ούτε καν ως μάρτυρες, για να μην «ενοχληθούν» και κυρίως για να μην έχουν ούτε το ελάχιστο πολιτικό κόστος…

ΕΙΝΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ, για παράδειγμα, ότι στην υπόθεση Siemens ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κ. Σημίτης δεν εξετάσθηκε ποτέ από την αρμόδια εξεταστική επιτροπή της Βουλής ή από τη Δικαιοσύνη για όσα κατέθεσε ο στενότατος συνεργάτης του κ. Θ. Τσουκάτος. Δεν τον ρώτησαν, ούτε καν για τους τύπους, αν πράγματι τα χρήματα από τα μαύρα ταμεία της γερμανικής εταιρείας που παρέλαβε το δεξί του χέρι κατέληξαν στον κομματικό κορβανά. Δεν τον ρώτησαν, ούτε καν για τους τύπους, τι ζήτησε ως αντάλλαγμα ο τότε επικεφαλής της Siemens στην Ελλάδα Χριστοφοράκος για το 1 εκατ. μάρκα που έστειλε με βαλίτσα στο παντοδύναμο τότε ΠΑΣΟΚ. Και αυτή βέβαια δεν είναι η μόνη υπόθεση στην οποία «ξέχασαν» να εξετάσουν ως μάρτυρα τον κ. Σημίτη. Ακριβώς το ίδιο έγινε και στη δίκη για τις μίζες των εξοπλιστικών προγραμμάτων του υπουργείου Αμυνας. Οταν ο κατηγορούμενος πρώην υπουργός κ. Ακης Τσοχατζόπουλος ζήτησε μέσω της υπεράσπισής του να κληθούν και να ερωτηθούν από το δικαστήριο ο τότε πρωθυπουργός και τα μέλη του ΚΥΣΕΑ, «εισέπραξε» περιέργως κατηγορηματική άρνηση…

ΤΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ συγκάλυψης ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων για σκανδαλώδεις υποθέσεις, που είτε δεν ερευνήθηκαν ποτέ, είτε ερευνήθηκαν πλημμελώς, είναι δεκάδες. Ιδίως μετά την ψήφιση του νόμου περί ευθύνης -ή μήπως περί ανευθυνότητας;- υπουργών που ισχύει τα τελευταία χρόνια έχουν πολλαπλασιασθεί. Θυμηθείτε μόνο πόσες φορές συνδυάσαμε το κλείσιμο της Βουλής με κυβερνητικές μεθοδεύσεις για την παραγραφή ενοχλητικών υποθέσεων, που είχαν ήδη πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Και βέβαια θυμηθείτε επίσης πόσοι βουλευτές και υπουργοί, που αν ήταν απλοί πολίτες θα κάθονταν στο εδώλιο του κατηγορουμένου, απηλλάγησαν χωρίς καν να υπάρξει στοιχειώδης έρευνα, με πολιτική απόφαση των συναδέλφων τους που τους έδωσαν «ασυλία». Πρόσφατη η περίπτωση του βουλευτή και τ. υπουργού κ. Γιάννη Μιχελάκη, που κατηγορήθηκε για χρηματισμό και του δόθηκε ασυλία. Οσο και αν πιστεύουμε στην αθωότητά του, άλλο τόσο θεωρούμε ότι έπρεπε να την αποδείξει, αντιμετωπίζοντας και καταρρίπτοντας τις κατηγορίες στο δικαστήριο. Η ασυλία αφήνει πάντοτε πίσω της αμφιβολίες και ερωτηματικά…

ΣΕ ΜΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ βαθειάς πολιτικής, ηθικής και οικονομικής κρίσης όπως η σημερινή, με την ελληνική κοινωνία να βιώνει με τραυματικό τρόπο την ανεργία, τα λουκέτα και τη φτώχεια, είναι προφανές ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας οφείλει, αν μη τι άλλο, να αποδείξει ότι κάτι διδάχθηκε από τα τραγικά λάθη, τις αστοχίες και τις παραλείψεις του των τελευταίων δεκαετιών και να χαράξει μια νέα γραμμή πλεύσης. Η αξιοπιστία του είναι σήμερα στο ναδίρ. Οι πολίτες, δυστυχώς, αντιμετωπίζουν συλλήβδην τους πολιτικούς ως κλέφτες και ψεύτες, αδικώντας έτσι πολλούς έντιμους και ειλικρινείς ανθρώπους, που έχουν στρατευθεί ανυστερόβουλα στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, αφήνοντας πίσω τις οικογένειες και τις δουλειές τους. Και η εικόνα αυτή δεν θα αλλάξει αν δεν υπάρξουν γενναίες συνταγματικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες και αλλαγές για την αντιμετώπιση της διαφθοράς και της διαπλοκής.

Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ-βουλευτής, υπουργός ή πρωθυπουργός- πρέπει να εξομοιωθεί σε ό,τι αφορά την ποινική του αντιμετώπιση και μεταχείριση με τον απλό πολίτη. Τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται πρέπει να παραγράφονται με βάση τους κοινούς περί παραγραφής κανόνες που ισχύουν για όλους τους Ελληνες. Και η διαδικασία δίωξής του πρέπει να αποσυνδεθεί από οιαδήποτε παρέμβαση της Βουλής. Η δικαστική εξουσία πρέπει να την ασκεί ανεμπόδιστη και ανεπηρέαστη, χωρίς κοινοβουλευτικά προσκόμματα, ξένα προς την ιδιομορφία τής συνταγματικά κατοχυρωμένης ανεξαρτησίας της. Αν αυτό δεν συμβεί τάχιστα, ας μην αναμένουν οι πολιτικοί μας ταγοί και τα πολιτικά μας κόμματα βελτίωση της εξαιρετικά φθαρμένης σήμερα σχέσης τους με την κοινωνία. Το αίτημα της συνταγματικής αναθεώρησης είναι επείγον και πάνδημο. Και οι κ.κ. Σαμαράς και Τσίπρας, ακόμη και αν συνεχίσουν να διαφωνούν σε όλα τα υπόλοιπα, έχουν εθνικό χρέος να συμφωνήσουν τουλάχιστον σε αυτό. Διαφορετικά η -ήδη μεγάλη- δυσαρμονία ανάμεσα στην κοινωνία και το πολιτικό σύστημα θα γιγαντωθεί, με απρόβλεπτες και πιθανόν τραγικές για το μέλλον της χώρας συνέπειες…

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ