Ο Γιάννης Πουλόπουλος για το CD που κυκλοφορεί σήμερα με την Αγορά

Σκέφτηκα λοιπόν να τραγουδήσω και πήγα να μ’ ακούσουνε στην Columbia. Πήγαινα κάθε μέρα και δε μου κλείναν ούτε μια ημερομηνία, να μ’ ακούσουν τουλάχιστον. Εκατό μεροκάματα θα έχασα, κάποια στιγμή φαίνεται βαρέθηκαν να με βλέπουν και μου έκλεισαν ραντεβού για ακρόαση μαζί με άλλους… σαράντα πέντε. Μέσα σε δυο ώρες, σαράντα πέντε άτομα· σκέψου τι πέταγμα έπεφτε! Παρακολουθούσα τους προηγούμενούς μου, οι οποίοι τραγουδούσαν όλα αυτά τα κλαψιάρικα, τους αμανέδες, τα τσιφτετέλια, τα ντάμπα-ντούμπα κ.λπ. Όταν ήρθε η σειρά μου, λέω στους μουσικούς ότι θα πω ένα τραγούδι του Θεοδωράκη. Με κοιτάξανε καλά καλά…

Ο Θεοδωράκης μόλις είχε έρθει κι ακόμα δεν είχαν συνειδητοποιήσει τη μορφή μουσικής που ήθελε να παρουσιάσει. Κάποιοι μου το ’παν κιόλας. «Εδώ δεν μπορούν να τραγουδήσουν ένα τσιφτετελάκι της σειράς κι εσύ έρχεσαι να μας πεις… Μάνα μου και Παναγιά;» Ή αυτό ήθελα να πω ή Το παράπονο… Μέσα από το τζάμι του στούντιο ήταν διάφοροι συνθέτες. Ο Καλδάρας, ο Παπαϊωάννου, ο Τσιτσάνης και ο Θεοδωράκης… Ψηφίζανε ναι ή όχι για τον καθένα. Με το που τραγουδάω, βγαίνει ο ψηλός και λέει: «Σας κάνει δε σας κάνει, τον κάνω εγώ τραγουδιστή για πάρτη μου».

Πρώτη εμφάνιση στο Ρεξ. Στη Γειτονιά των αγγέλων. Τραγουδάω κάθε βράδυ Στρώσε το στρώμα σου για δυο, Και δόξα τω Θεω και Το ψωμί είναι στο τραπέζι. Και παράλληλα τα ηχογραφώ και για το δίσκο με τα τραγούδια της παράστασης. Δεν το ξέρει πολύς κόσμος αυτό, γιατί μετά τα έκανε δεύτερη εκτέλεση ο Μπιθικώτσης. Τώρα γιατί έκανε δεύτερη εκτέλεση ο Μπιθικώτσης, που τότε μεσουρανούσε, τραγούδια που είχε πρωτοπεί ένας άγνωστος νεαρός, είναι πρόβλημα δικό του. Εγώ ένα μήνα έμεινα στην παράσταση της Γειτονιάς των αγγέλων. Στις δυο βδομάδες ήρθε κάποιος και μου πρότεινε να πάω να τραγουδήσω σε μια μπουάτ στην Πλάκα.

Πάω φαντάρος. Όλη τη θητεία μου την έκανα στη Βόρεια Ελλάδα. Στο διάστημα αυτό είναι που με φωνάζει ο Πατσιφάς. Μάλλον από τον Θεοδωράκη, με τον οποίο είναι φίλοι, έμαθε ότι δεν μπορώ να μείνω άλλο στην Columbia για ευνόητους λόγους… Έχει φτιάξει τη Lyra και ένα πρωί με καλεί στην Κριεζώτου και με ρωτάει αν θέλω συνεργασία. Θέλω. Εμένα δε μ’ ένοιαζε η εταιρία. Καμιά εταιρία δεν είναι τίποτα χωρίς τους τραγουδιστές που πουλάνε δίσκους. Όσο είμαι φαντάρος, βέβαια, δεν ηχογραφώ παραπάνω από πέντε δισκάκια. Κυρίως κάποια τραγούδια του Θεοδωράκη. Και αυτά που είχα πει πριν στην Columbia είτε δεν κυκλοφόρησαν είτε θάφτηκαν, και άλλα… Έτσι φτάνουμε στα 1966, οπότε απολύομαι και ουσιαστικά αρχίζει η καριέρα μου.

                            

Από αφήγηση του Γιάννη Πουλόπουλου

 

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ