Τζορτζ Μπίζος: Η μυθιστορηματική ζωή του Έλληνα δικηγόρου του Νέλσον Μαντέλα

Μυθιστορηματική ήταν η ζωή του Τζορτζ Μπίζος, του δικηγόρου που κέρδισε παγκόσμια αναγνωρισιμότητα όταν υπερασπίστηκε τον στενό του φίλο Νέλσον Μαντέλα, γλιτώνοντάς τον από τη θανατική καταδίκη. Πρόκειται για μια εμβληματική προσωπικότητα της Ομογένειας της Νοτίου Αφρικής, ο οποίος πέθανε σήμερα Πέμπτη 10/9, σε ηλικία 92 ετών.

Ο Μπίζος, δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολέμιος του απαρτχάιντ υπερασπίστηκε μερικούς από τους σπουδαιότερους πολιτικούς ακτιβιστές της χώρας. Θεωρείται ένας από τους αρχιτέκτονες του νέου συντάγματος της Νοτίου Αφρικής. Την είδηση θανάτου του ανακοίνωσε ο πρόεδρος της χώρας Σίριλ Ραμαφόζα ο οποίος σε δήλωσή του είπε: “Μόλις πληροφορήθηκα ότι ο αετός των δικαστηρίων της χώρας μας, ο Τζορτζ Μπίζος, απεβίωσε”, χαιρετίζοντας αυτό το “κοφτερό μυαλό”.

Η οικογένειά του είπε ότι πέθανε ήρεμα στο σπίτι του από φυσικά αίτια. Το Ίδρυμα Νέλσον Μαντέλα είπε “άλλος ένας γίγαντας της ιστορίας της Νοτίου Αφρική και των παγκόσμιων αγώνων της για δικαιοσύνη έπεσε”.

Ο Γιώργος Μπίζος γεννήθηκε το 1927 στο Βασιλίτσι Μεσσηνίας. Έφυγε το 1941, σε ηλικία 13 ετών, μαζί με τον πατέρα του και έφτασαν ως πρόσφυγες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στη Νότια Αφρική. Πριν από τη μετανάστευσή του ο ίδιος και ο πατέρας του βοήθησαν εφτά Νεοζηλανδούς στρατιώτες να διαφύγουν από τα ναζιστικά στρατεύματα.

Σπούδασε νομικά και άρχισε να δικηγορεί το 1954. Για τους αγώνες του τιμήθηκε από πολλούς διεθνείς οργανισμούς. Το 2010 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του, “Οδύσσεια προς την ελευθερία”. Κατά τη διάρκεια των ετών του απαρτχάιντ ο Μπίζος υπερασπιζόταν στα δικαστήρια τα μέλη του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου (ANC). Και όταν έφτασε η ώρα της πτώσης του καθεστώτος, συμμετείχε στη σύνταξη του νέου, δημοκρατικού Συντάγματος της χώρας. Μετά την κατάργηση του απαρτχάιντ, ο Μπίζος συνέβαλε στη συγκρότηση της Επιτροπής Αλήθειας και Συμφιλίωσης, έργο της οποίας ήταν να ερευνήσει τα πολιτικά εγκλήματα του προηγούμενου καθεστώτος.

Η σχέση του με τον Νέλσον Μαντέλα

Ο Τζορτζ Μπίζος είναι ευρέως γνωστός κυρίως για τη φιλία και τη δουλειά του με τον Νέλσον Μαντέλα. Οι δυο τους γνωρίστηκαν όταν σπούδαζαν νομικά στο Γιοχάνσεσμπουργκ και αργότερα ο Μπίζος εκπροσώπησε τον φίλο του και άλλες προσωπικότητες του αντι-απαρτχάιντ σ διάφορες δικαστικές υποθέσεις. Ήταν ένας από τους δικηγόρους που υπερασπίστηκε τον Μαντέλα στη δίκη για προδοσία που ξεκίνησε το 1956 και διήρκεσε 28 μήνες. Οι κατηγορίες τελικά κατέπεσαν και ο Μαντέλα αθωώθηκε στις 29 Μαρτίου του 1961.

Επίσης, ο Μπίζος υπερασπίστηκε τον Μαντέλα στην περιβόητη δίκη Ριβόνια το 1964. Τον Οκτώβριο του 1963, ο Μαντέλα και άλλοι 9 κατηγορήθηκαν για δολοπλοκία, με στόχο τη βίαιη ανατροπή του καθεστώτος. Ο Μαντέλα βρέθηκε αντιμέτωπος ακόμη και με θανατική ποινή. Στον Μπίζο χρεώνονται οι τελευταίες λέξεις στη διάσημη ομιλία του Μαντέλα στο δικαστήριο όπου δήλωσε προετοιμασμένος να πεθάνει “if needs be”, “αν αυτό χρειάζεται”: “Πολέμησα κατά της κυριαρχίας των λευκών και πολέμησα κατά της κυριαρχίας των μαύρων. Ονειρεύομαι το ιδανικό μίας δημοκρατικής και ελεύθερης κοινωνίας, όπου όλοι οι άνθρωποι θα ζουν μαζί, σε αρμονία, και με ίσες ευκαιρίες. Είναι ένα ιδανικό για το οποίο ελπίζω να ζήσω και να πετύχω. Αν όμως αυτό χρειάζεται… είναι ένα ιδανικό, για το οποίο είμαι προετοιμασμένος να πεθάνω”.

Στην αυτοβιογραφία του ο Μαντέλα χαρακτήριζε τον Μπίζο ως άνθρωπο “που συνδύαζε τη συμπονετική φύση με το κοφτερό μυαλό” ενώ το Ίδρυμα Νέλσον Μαντέλα σημείωσε ότι η φιλία των δύο ανδρών “διήρκεσε περισσότερες από επτά δεκαετίες και ήταν θρυλική”.

Επίσης, σύμφωνα με το BBC, μεταξύ άλλων που γνωρίζουμε για την εμβληματική αυτή προσωπικότητα είναι ότι εγκατέλειψε το σχολείο για μία μακρά περίοδο και εργαζόταν σε ένα ελληνικό μαγαζί, αφού έφτασε στο Γιοχάνεσμπουργκ χωρίς να γνωρίζει αγγλικά. Αργότερα σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της Νοτίου Αφρικής Witwatersrand και έγινε δεκτός στον σύλλογο του Γιοχάνεσμπουργκ.

Μετά το τέλος της λευκής κυριαρχίας, ο Μπίζος ήταν πράγματι ο ένας από τους αρχιτέκτονες του νέου συντάγματος της χώρας. Εκπροσώπησε οικογένειες ακτιβιστών του αντι-απαρτχάιντ που σκοτώθηκαν στη διάρκεια τη περιόδου αυτής. Σε μία από τις τελευταίες μεγάλες δίκες που ανέλαβε διασφάλισε κρατικές αποζημιώσεις για τις οικογένειες 34 μεταλλωρύχων που σκοτώθηκαν από τη νοτιοαφρικανή αστυνομία το 2012.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ