Επεισόδια, συλλήψεις και απελάσεις

Οι αρχές στο Μπαχρέιν συνέλαβαν χθες μια γνωστή ακτιβίστρια, ενώ απέλασαν δύο αμερικανίδες υπηκόους, ενώ οι συγκρούσεις ανάμεσα στην αστυνομία και διαδηλωτές οι οποίοι αξιώνουν μεταρρυθμίσεις στο βασίλειο συνεχίστηκαν, δύο ημέρες πριν από την πρώτη επέτειο της εξέγερσης της 14ης Φεβρουαρίου.

Η ακτιβίστρια και ιστολόγος Ζάιναμπ αλ Χαουάτζα, κόρη του φυλακισμένου ακτιβιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Αμπντουλχαντί αλ Χαουάτζα, συνελήφθη όταν αποπειράθηκε να προσεγγίσει το κέντρο της πρωτεύουσας μαζί με άλλους διαδηλωτές.

Η Αλ Χαουάτζα είχε παραμείνει υπό κράτηση για περίπου μια εβδομάδα τον Δεκέμβριο διότι είχε λάβει μέρος σε διαδήλωση βόρεια της πρωτεύουσας της χώρας. Αστυνομικοί της είχαν περάσει χειροπέδες, την είχαν σύρει και χτυπήσει.

Ο πατέρας της καταδικάστηκε τον Ιούνιο, μαζί με άλλα οκτώ ηγετικά στελέχη της αντιπολίτευσης, σε ισόβια κάθειρξη για απόπειρα ανατροπής του καθεστώτος στο βασίλειο, όπου πλειοψηφούν οι σιίτες αλλά κυβερνά μια σουνιτική μοναρχία.

Άλλα δεκατρία μέλη της αντιπολίτευσης και πνευματικοί που δικάστηκαν με τις ίδιες κατηγορίες καταδικάστηκαν σε κάθειρξη ως και 15 ετών.

Οι αρχές παράλληλα απέλασαν νωρίτερα δύο αμερικανίδες ακτιβίστριες, την Χουβέιντα Άραφ και τη Ραντίκα Σάιναθ, οι οποίες είχαν συλληφθεί το Σάββατο.

Η αμερικανοπαλαιστίνια Άραφ, συνιδρύτρια της οργάνωσης Κίνημα Διεθνούς Αλληλεγγύης (International Solidarity Movement, ISM) και πρόεδρος της οργάνωσης Free Gaza Movement, καθώς και η Σάιναθ, αμερικανοϊνδή ακτιβίστρια, είχαν μεταβεί στο Μπαχρέιν μαζί με άλλους δυτικούς ακτιβιστές σε ένδειξη αλληλεγγύης και υποστήριξης ενόψει της επετείου.

Οι αρχές στην Μανάμα ανακοίνωσαν ότι απέλασαν τις γυναίκες –οι οποίες είναι αμφότερες δικηγόροι– διότι δεν δήλωσαν σαφώς το σκοπό της επίσκεψής τους στους αξιωματούχους της υπηρεσίας μετανάστευσης. Επικαλέστηκαν επίσης τη συμμετοχή τους σε διαδηλώσεις και την δημιουργία ενός ιστοτόπου και ενός λογαριασμού στο Twitter, που πρόβαλαν ως λόγους που συνέβαλαν στην απόφαση να απελαθούν, σύμφωνα με την Human Rights Watch.

Το κόμμα της αντιπολίτευσης αλ Ουέφακ ανέφερε ότι οι δύο γυναίκες δέθηκαν με χειροπέδες, τους αρνήθηκαν ιατρική φροντίδα, ακόμη και πρόσβαση σε αποχωρητήρια. Ο Άνταμ Σαπίρο, στέλεχος μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης η οποία εδρεύει στο Δουβλίνο, είπε ότι η Σάιναθ γρονθοκοπήθηκε στο κεφάλι επανειλημμένα για να μπει στο αεροπλάνο.

Στα χθεσινά επεισόδια τραυματίστηκαν πολλοί διαδηλωτές, ανάμεσά τους ένας σοβαρά, από σκάγια μιας καραμπίνας. Η αστυνομία έκανε χρήση χειροβομβίδων κρότου-λάμψης, χημικών και άλλων μέσων για να αποκρούσει τους διαδηλωτές, που απάντησαν πετώντας πέτρες και εμπρηστικές βόμβες Μολότοφ.

Ο μονάρχης του Μπαχρέιν Χάμαντ εντωμεταξύ σε συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel κατηγόρησε τους αντιπάλους του για τους «κακούς τρόπους» τους.

Η οικογένεια αλ Χαλίφα κατηγορεί το Ιράν ότι υποκινεί την εξέγερση. Η Τεχεράνη το διαψεύδει, ενώ οι οργανώσεις της αντιπολίτευσης λένε ότι δεν δέχονται υποστήριξη από το εξωτερικό.

Ο μονάρχης Χάμαντ είπε στο Σπίγκελ ότι οι διαδηλωτές φώναζαν συνθήματα υπέρ του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.

«Είναι απλά ζήτημα τρόπων. Αλλά όταν φωνάζουν ‘κάτω ο βασιλιάς και ζήτω ο Χαμενεΐ’ αυτό είναι πρόβλημα για την εθνική ενότητα», είπε ο μονάρχης του Μπαχρέιν στην συνέντευξη, αποσπάσματα της οποίας δημοσιοποιήθηκαν χθες και δημοσιεύεται στο τεύχος του περιοδικού το οποίο κυκλοφορεί σήμερα.

Ο Χάμαντ υπερασπίζεται παράλληλα την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου πέρυσι, όταν είπε ότι ήθελε να προστατεύσει τις γυναίκες και τους μετανάστες από επιθέσεις: «Οι γυναίκες [στο Μπαχρέιν] ήταν πολύ φοβισμένες κι είναι καθήκον ενός κυρίου να προστατεύει τις γυναίκες, έπρεπε να τις προστατεύσω, λοιπόν».

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ