Σίγησε η φωνή της Ζιλιέτ Γκρεκό, της “μούσας του υπαρξισμού” με τις ελληνικές ρίζες

Στα 93 της χρόνια έφυγε από τη ζωή η Ζιλιέτ Γκρεκό, η θρυλική Γαλλίδα τραγουδίστρια με τις ελληνικές ρίζες, η “μούσα των υπαρξιστών” όπως την αποκαλούσαν οι διανοούμενοι φίλοι της. Έγινε διάσημη ερμηνεύοντας τραγούδια του Λεό Φερέ, του Ζακ Πρεβέρ και του Σερζ Γκενσμπούρ. “Η Ζιλιέτ Γκρεκό έσβησε αυτήν την Τετάρτη, 23 Σεπτεμβρίου 2020, περιστοιχισμένη από τους δικούς της ανθρώπους στο πολυαγαπημένο σπίτι της, στο Ραματουέλ” της νοτιοανατολικής Γαλλίας. “Η ζωή της ήταν έξω από τα συνηθισμένα” ανέφερε στην ανακοίνωσή της η οικογένεια.

“Ακόμη και στα 89 της χάριζε αίγλη στο γαλλικό τραγούδι», πρόσθεσε. Μέχρι δηλαδή το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 2016, την ίδια χρονιά που έχασε και τη μοναχοκόρη της, τη Λοράνς-Μαρί, χτυπημένη από τον καρκίνο.

“Μου λείπει φρικτά. Το κίνητρό μου για τη ζωή, είναι να τραγουδώ! Το τραγούδι, είναι η πληρότητα, εμπεριέχει το σώμα, το ένστικτο, το κεφάλι”, δήλωσε πολύ πρόσφατα η ίδια σε μια συνέντευξη που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο στο περιοδικό Telerama. “Φεύγει μια πολύ μεγάλη κυρία” ήταν η πρώτη αντίδραση του Αλεξάντρ Μπο, του παραγωγού της τελευταίας περιοδείας της. Η Ζιλιέτ ήταν κουρασμένη εδώ και λίγο καιρό αλλά διατηρούσε ζωντανό το πνεύμα της, όπως μαρτυρά η συνέντευξη-ποταμός στο Telerama”, σχολίασε.

Γεννήθηκε στο Μονπελιέ από έναν απόντα πατέρα, τον Κορσικανό Ζεράρ Γκρεκό και τη Ζιλιέτ Λαφεσίν από το Μπορντό, ενώ σύμφωνα με τη wikipedia, η Γκρεκό είχε ελληνικές ρίζες. Τα παιδικά της χρόνια ήταν δύσκολα καθώς η μητέρα της δεν την αγαπούσε και συνεχώς σχολίαζε το γεγονός ότι ήταν ένα ανεπιθύμητο παιδί. “Δεν είσαι η κόρη μου, είσαι παιδί βιασμού” της έλεγε, πληγώνοντας την παιδική της καρδιά. Τη μεγάλωσαν στο Μπορντό οι παππούδες της με τη μεγαλύτερή της αδελφή Σαρλότ. Μετά τον θάνατο των παππούδων της, η μητέρα της πήρε τις δύο κόρες της να ζήσουν μαζί της στο Παρίσι. Το 1938 έγινε μπαλαρίνα στην Όπερα Γκαρνιέ. Όταν άρχισε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος οι τρεις τους επέστρεψαν στη νοτιοδυτική Γαλλία. Η οικογένεια ανέλαβε αντιστασιακή δράση και η μητέρα της συνελήφθη στο σπίτι τους το 1943.

Οι δύο αδελφές αποφάσισαν να επιστρέψουν στο Παρίσι αλλά συνελήφθησαν από την Γκεστάπο και βασανίστηκαν προτού φυλακιστούν στις φυλακές Φρεν τον Σεπτέμβριο 1943. Η μητέρα της και η αδερφή της μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Ράβενσμπρουκ, ενώ η 16χρονη Ζιλιέτ παρέμεινε φυλακισμένη για αρκετούς μήνες ώσπου να απελευθερωθεί. Ολομόναχη, περπάτησε οκτώ μίλια για να επιστρέψει στο Παρίσι ώστε να πάριε τα πράγματά της στο αρχηγείο της Γκεστάπο. Η πρώην Γαλλίδα δασκάλα και φίλη της μητέρας της αποφάσισε να τη φροντίσει. Μετά την απελευθέρωση του Ράβενσμπρουκ από τον Κόκκινο Στρατό η μητέρα και η αδελφή της επέστρεψαν και η Γκρεκό μετακόμισε στο Σεν Ζερμέν ντε Πρε.

Η μητέρα της πήγε στην Ινδοκίνα αφήνοντας πίσω τις κόρες της. Η Γκρεκό υιοθέτησε έναν μποέμ τρόπο ζωής, ενώ η δασκάλα της την έστειλε να παρακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής υπό τη Σολάνζ Σικάρ. Τον Νοέμβριο του 1946 έκανε το ντεμπούτο της σε θεατρική παραγωγή ενώ μετά ανέλαβε ραδιοφωνική εκπομπή αφιερωμένη στην ποίηση. Ο φίλος της Ζαν Πολ Σαρτρ την έβαλε να μένει στο Οτέλ Λα Λουιζιάν και τότε είχε πει την περίφημη φράση ότι η Γκρεκό είχε εκατομμύρια ποιήματα στη φωνή της.

Ήταν γνωστή σε πολλού συγγραφείς και καλλιτέχνες στη Σεν Ζερμέν ντε Πρε όπως οι Αλμπέρ Καμί, Ζακ Πρεβέ και Μπορίς Βιάν, ενώ της χάρισαν το παρατσούκλι “η μούσα του υπαρξισμού”. Στα μεταπολεμικά χρόνια ακολούθησε μία μποέμ πολιτική και φιλοσοφική θεώρηση ζωής. Συχνάζοντας σε μουσικές και ποιητικές παρέες γνώρισε τον Ζαν Κοκτό. Το 1949 συνήψε σχέση με τον θρυλικό τρομπετίστα Μάιλς Ντέιβις ενώ το 1957 αποφάσισαν να είναι μόνο εραστές επειδή η καριέρα τους ήταν σε διαφορετικές χώρες αλλά και επειδή εκείνος φοβόταν ότι η διαφυλετική σχέση τους θα κατέστρεφε τη φήμη της.

Παρέμειναν φίλοι και εραστές έως τον θάνατό του το 1991. Το 1949 έκανε επίσης το ντεμπούτο της σε καμπαρέ ως τραγουδίστρια ερμηνεύοντας στίχους γνωστών Γάλλων στιχουργών. Ο Ρεϊμόν Κενό και ο Σαρτρ υπέγραψαν τις πρώτες επιτυχίες της, τα τραγούδια Si tu t’imagines και La Rue des Blancs-Manteaux. Διεύρυνε το ρεπερτόριό της, με τραγούδια των Πρεβέρ, Μπορίς Βιάν, Σαρλ Αζναβούρ. Εμφανίζεται στο Olympia, για πρώτη φορά, το 1954.

Η Γκρεκό παντρεύτηκε τρεις φορές, την πρώτη με τον ηθοποιό Φιλίπ Λεμέρ, με τον οποία απέκτησε μία κόρη, τον ηθοποιό Μισέλ Πικολί και τον πιανίστα Ζεράρ Ζουανέστ με τον οποίο έμεινε παντρεμένη μέχρι τον θάνατό του το 2018.

Στο τέλος του ’40 η Γκρεκό ήταν η ερωμένη του οδηγού αυτοκινήτων ταχύτητας Ζαν Πιερ Γουιλμίλ και απέβαλε μετά τον θάνατό του. Σύμφωνα με τον Ισπανό συγγραφέα Μανουέλ Βιθέντ, η Γκρεκό ήταν ερωμένη και του Αλμπέρ Καμί. Είχε σχέσεις με τον Γάλλο τραγουδιστή Σασά Ντιστέλ αλλά και τον Χολιγουντιανό παραγωγό Ντάριλ Φ. Ζανούκ. Ενώ είχε σχέση με τον Ντέιβις παράλληλα έβγαινε και με τον Κουίνσι Τζόουνς. Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του Τζόουνς, ο Ντέιβις παρέμεινε για χρόνια ενοχλημένος μαζί του όταν το ανακάλυψε.

Τον Σεπτέμβριο του 1965 η Γκρεκό αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει με υπνωτικά χάπια. Βρέθηκε αναίσθητη στο μπάνιο της και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Ζούσε στο Παρίσι αλλά και στο Σεν Τροπέ. Ήταν υποστηρίκτρια του Φρανσουά Μιτεράν στην προεδρική εκλογή του 1974.

Η Γκρεκό ήταν το πρότυπο της μοντέρνας γυναίκας: “Ήμουν πολύ προχωρημένη στην εποχή μου, άλλωστε ήμουν το αντικείμενο του απόλυτου σκανδάλου. Δεν το επιδίωξα ποτέ, έτσι είμαι, δεν μπορώ να κάνω κάτι”, έλεγε. Παράλληλα, έπαιξε στον κινηματογράφο, στην ταινία “Καλημέρα θλίψη” (1958) που βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Φρανσουάζ Σαγκάν, σε σκηνοθεσία του Ότο Πρέμινγκερ. Θριάμβευσε και στην τηλεόραση, πρωταγωνιστώντας στη μίνι σειρά “Μπελφεγκόρ ή το Φάντασμα του Λούβρου”, το 1965. Καθώς τα χρόνια περνούσαν, συνέχισε τις επιτυχημένες περιοδείες στο εξωτερικό, διατηρώντας πάντα τις ίδιες πεποιθήσεις και την ίδια πολιτική ιδεολογία, ταγμένη στη γαλλική Αριστερά.Ήταν μία γυναίκα που έζησε τα πάντα στα άκρα με τον μποέμικο τρόπο της και την ελεύθερη προσωπικότητά της. Έφυγε στα 93 της χρόνια, στις 23 Σεπτεμβρίου 2020.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ