Βερολίνο: Το χρέος μπορεί να περιμένει

Βερολίνο, της Φαίης Καραβίτη 

Η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους αποτελεί τον επόμενο μεγάλο στόχο της κυβέρνησης και η συζήτηση, που είχε προσωρινά ξεχαστεί λόγω εκλογών, επιστρέφει – αυτή τη φορά για να κλιμακωθεί και να κρίνει εν πολλοίς και την αποτελεσματικότητα της προσαρμογής.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει εξ αρχής αναδείξει το ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους ως κορυφαία προτεραιότητα, καθώς δεν μπορεί να δανείζει μια χώρα, αν το χρέος της δεν κρίνεται βιώσιμο.

Οι Ευρωπαίοι εταίροι από την πλευρά τους έχουν αλλεργία σε οτιδήποτε θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλειες για τους φορολογούμενους. Η λύση θα πρέπει να βρεθεί κάπου στη μέση, προκειμένου το ΔΝΤ να συμμετάσχει τελικά και στο τρίτο πρόγραμμα διάσωσης.

Το Ταμείο ζητά από τους Ευρωπαίους δανειστές της Ελλάδας ελάφρυνση του χρέους κατά περίπου 100 δισεκατομμύρια ευρώ προκειμένου να δώσει την συγκατάθεσή του και να συμμετάσχει στο πρόγραμμα.

Έχει, ωστόσο, υπαναχωρήσει από την απαίτηση για «κούρεμα» και δείχνει να συμβιβάζεται με την επιμήκυνση του χρόνου ωρίμανσης των δανείων, ενδεχομένως από τα 30 στα 50 χρόνια και με αναβολή της έναρξης αποπληρωμής τους.

Σημείο τριβής αναμένεται ωστόσο να είναι το ζήτημα του ύψους των επιτοκίων, το οποίο η γερμανική κυβέρνηση θεωρεί ήδη εξαιρετικά χαμηλό.

Προβάλλει μάλιστα ως επιχείρημα την θέση του ίδιου του ESM ότι αν το επιτόκιο μειωθεί από το 1,35%, θα πέσει κάτω από το κόστος δανεισμού του ίδιου του Μηχανισμού, προκαλώντας ζημία.

Επιπλέον, θα πρόκειται για έμμεσο «κούρεμα» χρέους, κάτι που αντίκειται στους κανόνες λειτουργίας του. Διαφορετική ωστόσο είναι η εικόνα σε ό,τι αφορά τα διμερή δάνεια που έχει συνάψει η Ελλάδα και στα οποία υπάρχει, ενδεχομένως, περιθώριο διαπραγμάτευσης και μείωσης επιτοκίου.

Σε κάθε περίπτωση, το Βερολίνο δεν φαίνεται να βιάζεται να φθάσει στην συζήτηση της ελάφρυνσης του χρέους. Ούτως ή άλλως ως τον Μάρτιο του 2016 βρίσκεται σε ισχύ το τρέχον πρόγραμμα του ΔΝΤ.

Και μόνο το γεγονός ότι η όποια απόφαση για ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να εγκριθεί από το γερμανικό Κοινοβούλιο προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα στην Καγκελάριο, που στις τελευταίες ψηφοφορίες για την Ελλάδα υπέστη σημαντικές απώλειες από το ίδιο της το κόμμα.

Σήμερα, η κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας είναι επιβαρυμένη και περίπλοκη. Η προσφυγική κρίση, στην διαχείριση της οποίας έχει επενδύσει σημαντικό προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο, για την ώρα αποβαίνει προσωπικά σε βάρος της.

Η δημοτικότητά της πέφτει, η κριτική έρχεται πρώτα από τους υπουργούς και τους εταίρους της και τα γερμανικά ΜΜΕ μιλούν ήδη για το σημείο καμπής στην «εποχή Μέρκελ».

Σαν να μην έφτανε αυτό, το σκάνδαλο της Volkswagen, ενός κολοσσού με 600.000 εργαζόμενους, ταλανίζει την οικονομία και το πολιτικό σύστημα, θέτοντας υπό αμφισβήτηση ακόμη και το μεγάλο ατού της γερμανικής βιομηχανίας, την ταμπέλα «Made in Germany».

Η Άνγκελα Μέρκελ δεν έχει λοιπόν πολλούς λόγους να δείξει ιδιαίτερη προθυμία την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να βρεθεί αντιμέτωπη με τους βουλευτές και την κοινή της γνώμη.

«Η Καγκελάριος επέβαλε τις αποφάσεις της στην κυβέρνηση, το κόμμα και τους πολίτες με τον αέρα της απόλυτης κυριαρχίας της», λέει στο Real.gr στέλεχος των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών (SPD) που εκφράζει ανησυχία για τους επόμενους μήνες. «Αν η κατάσταση με τους πρόσφυγες δεν τεθεί υπό έλεγχο ή αν κινδυνεύσει η δημοσιονομική σταθερότητα, η Καγκελάριος ούτε που θα σκεφτεί για νέα θητεία», εκτιμά ο ίδιος.

Το ελληνικό ζήτημα, αν και για την ώρα παραμένει χαμηλά στην ατζέντα της κυβέρνησης, δεν έπαψε ποτέ να απασχολεί το επιτελείο ειδικά του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ενώ ήδη το καλοκαίρι η Καγκελάριος εισήγαγε στην συζήτηση την παράμετρο της εξυπηρετησιμότητας του χρέους.

Βιώσιμο θεωρείται λοιπόν όταν δεν χρειάζεται να δαπανηθεί πάνω από το 15% του ΑΕΠ για την εξυπηρέτησή του. Αυτό θα τεθεί ως προϋπόθεση. Η όποια συζήτηση όμως θα πρέπει να γίνει, λένε, μετά την κρίσιμη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την πρώτη αξιολόγηση, η οποία, από τα μέσα Οκτωβρίου έχει μετατεθεί ανεπισήμως για τον Δεκέμβριο, καθώς, λόγω των εκλογών, έχει μείνει πίσω η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.

Από την μεταρρυθμιστική πρόοδο θα εξαρτηθούν πολλά, επιμένει το Βερολίνο και δείχνει ασυγκίνητο στις υπερατλαντικές πιέσεις για το θέμα του χρέους.

Βασικό μέλημα όμως τόσο του κ. Σόιμπλε όσο και της κυρίας Μέρκελ είναι η συζήτηση για την ελάφρυνση να διεξαχθεί… χαμηλοφώνως, χωρίς εντάσεις και νέες διεκδικήσεις από μια Αθήνα, η οποία θα έχει προηγουμένως οπωσδήποτε επιδείξει άριστες επιδόσεις στην εφαρμογή του προγράμματος.

ΠΗΓΗ: real.gr

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ