Η Θεωρία των Παιγνίων ο Τζον Νας και ο Βαρουφάκης

Ο κόσμος της οικονομίας και των χρηματοοικονομικών έζησε δύο τραγωδίες την περασμένη εβδομάδα: το θάνατο του Νομπελίστα Τζον Νας και της συζύγου του τις νέες καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις Ελλάδας-πιστωτών, αναφέρει σχόλιο του Μοχάμεντ Ελ Εριάν στο Bloomberg View.

Μια αμοιβαία επωφελής έκβαση θα ανακούφιζε τους ταλαιπωρημένους Έλληνες πολίτες που έχουν πληγεί από την ανεργία, τη συρρίκνωση των εισοδημάτων και την εξάπλωση της φτώχειας. Θα ενίσχυε επίσης την αξιοπιστία, την ακεραιότητα και την ευρωστία της Ευρωζώνης ως μιας βιώσιμης οικονομικής, χρηματοπιστωτικής και πολιτικής οντότητας. Και θα εξάλειφε μία από τις αβεβαιότητες που εμποδίζουν την παγκόσμια οικονομία να επιτύχει ρυθμό ανάπτυξης, ανάλογο των δυνατοτήτων της.

«Εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να υπάρχουν πολλά που να συνδέουν τις δύο τραγωδίες. Ωστόσο, η Θεωρία Παιγνίων, στην οποία ο Τζον Νας πρωτοπόρησε -συμπεριλαμβανομένης της έννοιας του συνεργατικού παιγνίου- μπορεί να ρίξει φως στο τι συμβαίνει στην Ελλάδα και να βοηθήσει να καταλάβουμε γιατί το δράμα είναι απίθανο να έχει κάποια ευτυχή κατάληξη στο άμεσο μέλλον», γράφει ο οικονομολόγος Ελ Εριάν. «Σε ένα παιχνίδι συνεργασίας, οι παίκτες συντονίζονται για να επιτύχουν καλύτερα αποτελέσματα από αυτά που πιθανώς θα επιτυγχάνονταν απουσία συντονισμού. Ωστόσο, εάν το παιχνίδι δεν παίζεται συνεργατικά, το αποτέλεσμα είναι ατυχές για όλους τους παίκτες».

Αυτή η απλή ιδέα περιγράφει με ακρίβεια το παρατεταμένο ελληνικό δράμα, όπως αποτυπώνεται και στη βιασύνη των εκπροσώπων των χωρών της G7 στη Γερμανία να συναντηθούν για να βρουν ακόμη έναν τρόπο να καθυστερήσουν τις αποφάσεις, σχολιάζει στο Bloomberg View.

Το πρόβλημα σε όρους θεωρίας παιγνίων είναι πως ένα παιχνίδι που πρέπει να παιχτεί συνεργατικά για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα, εξακολουθεί να παίζεται μη συνεργατικά -επανειλημμένα. Οι λόγοι για αυτή την ατυχή κατάσταση είναι κατανοητοί:

-Υπάρχει μικρή εμπιστοσύνη ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της (την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ).

-Οι πλευρές δεν έχουν προσδιορίσει έναν κοινό τόπο αντίληψης του προβλήματος, πολύ περισσότερο μάλλον μια λύση.

-Η διαδικασία για να διασφαλιστεί πως τηρούνται οι δεσμεύσεις πολιτικής και χρηματοδότησης είναι αποσπασματική και συχνά αντιφατική, εν μέρει λόγω των πολιτικών προεκτάσεων: η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να δημιουργηθεί η εντύπωση πως υποτάσσεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και αυτές οι χώρες δεν θέλουν να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι πιάστηκαν οικονομικοί όμηροι της ανεπάρκειας των ελληνικών πολιτικών.

-Και η λειτουργία του συνασπισμού των πιστωτών (γνωστού κάποτε ως τρόικα) κάθε άλλο παρά ομαλή είναι. 

Υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις τρόποι για τη μετατροπή των μη συνεργατικών παιγνίων σε συνεργατικά. Δυστυχώς, οι προσεγγίσεις αυτές θα ήταν αναποτελεσματικές στην περίπτωση της Ελλάδας, αναφέρει.

«Ο πρώτος τρόπος αφορά τη χρήση αμοιβαία υποστηρικτικών όρων, δύο όψεων, ως παράγοντα μετασχηματισμού: να επιβραβευτεί, για παράδειγμα, η εφαρμογή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων με άμεση διαθεσιμότητα εξωτερικής χρηματοδότησης. Αυτό έχει δοκιμαστεί στην Ελλάδα, αλλά τα αποτελέσματα ήταν χαμηλότερα των προσδοκιών, γεγονός που μείωσε την αποτελεσματικότητα του εν λόγω εργαλείου. Συγκεκριμένα, το ιστορικό της Ελλάδας στην υλοποίηση υποσχέσεων για εφαρμογές πολιτικών κάθε άλλο παρά άψογο είναι. Και οι πιστωτές της υπήρξαν πολύ διστακτικοί ως προς την παροχή της ανακούφισης χρέους και της ρευστότητας που η χώρα χρειάζεται», επισημαίνει.

 

«Ο δεύτερος τρόπος περιλαμβάνει μια αποφασιστική εξωτερική ώθηση. Στην περίπτωση της Ελλάδας και των πιστωτών της, ο ρόλος αυτός έχει παιχτεί από φόβο: ιδιαίτερα από το φόβο ότι η ελληνική οικονομία θα εκραγεί και θα αναγκαστεί να βγει από την Ευρωζώνη. Αυτό γέννησε νέους φόβους πως ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα αποσταθεροποιούσε τις άλλες οικονομίες της ζώνης του ευρώ, θα απειλούσε την ακεραιότητα της νομισματικής ένωσης και θα διατάραζε την παγκόσμια οικονομία», υπογραμμίζει. «Και ο φόβος είναι ένας ασταθής παράγοντας μετασχηματισμού επειδή ο αντίκτυπος που έχει είναι δύσκολο να διατηρηθεί. Από τη στιγμή που ο φόβος διαλύεται, όλες οι πλευρές επιστρέφουν σε μη συνεργατική συμπεριφορά. Και αυτό συμβαίνει σε αυτή την περίπτωση τουλάχιστον από το 2010».

Επίσης, «μια τρίτη εναλλακτική λύση περιλαμβάνει την είσοδο νέων παικτών που είναι πραγματικά πρόθυμοι και ικανοί να βάλουν στην άκρη το μη συνεργατικό παρελθόν. Στη σημερινή Ευρώπη, ωστόσο, η πολιτική πραγματικότητα είναι ότι οι νέοι παίκτες τείνουν να είναι ακόμη πιο επιφυλακτικοί από τους προκατόχους τους. Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα είναι ένα παράδειγμα αυτής της πραγματικότητας», γράφει. «Τέλος, αμοιβαία επωφελείς εξελίξεις θα μπορούσαν να πείσουν τις δυο πλευρές να συνεργαστούν πιο στενά. Δυστυχώς, αυτό δεν έχει ισχύσει στην περίπτωση της Ελλάδας και των Ευρωπαίων εταίρων της, δεδομένης της περιορισμένης προόδου που έχει σημειωθεί».

Ο Ελ Εριάν καταλήγει επισημαίνοντας: «Η αξιολόγηση του ελληνικού δράματος μέσα από το φακό της θεωρίας των παιγνίων προσφέρει μια εξήγηση γιατί η κρίση -και το ζήτημα της παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ- δεν βρίσκεται πουθενά κοντά στη λύση της. Η εφαρμογή της θεωρίας του Νας δείχνει ότι το καλύτερο που μπορούμε ρεαλιστικά να αναμένουμε είναι μια ακόμη προσπάθεια να αναβληθούν οι επώδυνες αποφάσεις. Αλλά ακόμη και αυτό το ανεπαρκές αποτέλεσμα αποδεικνύεται όλο και πιο δύσκολο να υλοποιηθεί και εφόσον υλοποιηθεί, η προκύπτουσα καθυστέρηση θα οδηγήσει σε μια ακόμα πιο δύσκολη κατάσταση, εκτός αν οι παίκτες αποφασίσουν να σταματήσουν σύντομα το μη συνεργατικό τους παιχνίδι.

Δείτε επίσης:

Πόκερ και μπλόφες Σόιμπλε-Λαγκάρντ-Ντράγκι για “μόλυνση Grexit”

Ελ Εριάν: Συνταγές υψηλού κόστους και αποτυχίας στην Ελλάδα

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ