Ο ταλαντούχος Αναστάσης Ροϊλός απα-ΝΤΑ για όλα στο enikos.gr

ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΑΤΖΕΝΤΑ

Του ΒΑΣΙΛΗ ΜΠΟΥΖΙΩΤΗ

Από τους πιο ικανούς ηθοποιούς της νεότερης γενιάς ο Αναστάσης Ροϊλός κερδίζει τις καλύτερες εντυπώσεις στην συναρπαστική παράσταση «Ντα»που…σπάει ταμεία στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών του παραγωγικότατου Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος κερδίζοντας κοινό και ειδήμονες.Με έντονη σκηνική παρουσία,σπάνια αμεσότητα, ζηλευτή ακρίβεια και μέτρο, αποτελεί έναν από τους γερούς άσσους της παράστασης που σκηνοθέτησε με δεινότητα ο χαρισματικός Δημοσθένης Παπαδόπουλος. Ηθοποιός προσοντούχος, κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος στον χώρο μέσα από σκληρή δουλειά.Στο «Ντα»πετυχαίνει μια από τις μεγαλύτερες «νίκες»του και υπόσχεται τα ακόμα καλύτερα που σίγουρα έρχονται. Συγκρατείστε το όνομά του-θυμηθείτε με, σε λίγο καιρό θα είναι…στην πρώτη γραμμή,με το σπαθί του!-και «γνωρίστε»τον μέσα από καίριες θέσεις του από την συνέντευξή μας. Αναστάση γερά,σου αξίζουν μεγάλες «νίκες».

-Να ξεκινήσουμε με ένα who is who στο οποίο θα ήθελες να μας «συστηθείς». Τι σε έφερε στη σκηνή και τι σε κρατά σε αυτή;

-Είναι αρκετοί οι λόγοι και όσο περνάει ο καιρός συνειδητοποιώ κι άλλους. Ξεκίνησε από την αγάπη για τη λογοτεχνία και την ψυχολογία. Όλοι μας θέλουμε να γινόμαστε καλύτεροι, όλοι αναζητούμε πράγματα για το μέσα και το έξω, όλοι θέλουμε να δίνουμε και να παίρνουμε. Ο καθένας με τη δουλειά του και στις καθημερινές του συναναστροφές. Δε θεωρώ ότι κάνω και τίποτα σημαντικό, δε σώζω ζωές ας πούμε. Μου αρέσει να σκαλίζω την επιφάνεια να δω τι υπάρχει από κάτω, αυτό δεν γίνεται μόνο μέσω του θεάτρου, απλώς εγώ εκεί βρήκα το χώρο που μου ταιριάζει. Έγινε για μένα το μέσο για να εξερευνώ τα άκρα που τόσο αγαπώ, όπως και να «μπαίνω» και να «βγαίνω» όποτε θέλω σε άλλες ζωές, ακόμη στον Αναστάση. Να μπορώ να είμαι πολλοί και να μην είμαι κανένας. Έτσι διαχειρίζομαι την καθημερινότητά μου και τα υπαρξιακά μου ερωτήματα, ανάμεσα στο «είμαι» και στο «δεν είμαι».

-Ξεχώρισε κάποια βήματά σου που έγιναν πριν από την συμμετοχή σου στο «Ντα»…

-Από το Σιμιγδαλένιο το 2009, που ήταν η πρώτη μου επαγγελματική παράσταση, κάθε συνεργασία μού έμαθε πολλά και ήταν σημαντική γιατί με πήγε παραπέρα ως ηθοποιό και ως άτομο. Αν πρέπει να ξεχωρίσω κάποιες, πιστεύω πως οι δουλειές που μου ανέβασαν τον πήχη και με βοήθησαν να κάνω άλματα επειδή ακριβώς με έβγαλαν πολύ από τα όρια της ασφάλειάς μου, ήταν το «Insenso» που κάναμε το 2012 με τον Δαμιανό Κωνσταντινίδη, η «Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων» το 2015 με τον Θωμά Μοσχόπουλο, και το «This is War» με τον Άλαν Ντίλγουορθ το 2016.

-Όταν ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος σε ξεχώρισε για το «Ντα». Έδωσες οντισιόν; Είχες άγχος; Τα πρώτα συναισθήματα όταν πήρες το ρόλο, ο πρώτος που το ανήγγειλες

-Ανακοινώθηκε η ακρόαση, δήλωσα συμμετοχή, διάβασα το έργο, είπα «τι ωραίο έργο… για να δούμε» και πήγα. Άγχος δεν είχα. Αν έχω άγχος για ακρόαση σημαίνει ότι κάτι δε πάει καλά. Η ακρόαση, ιδανικά, είναι διαδικασία και για τις δύο πλευρές. Ψάχνεις συνεργάτες, να δεις αν ταιριάζεις. Ο σκηνοθέτης ψάχνει τους ανθρώπους που θα εμπιστευτεί να πραγματοποιήσουν το όραμά του, και ο ηθοποιός ψάχνει -δουλειά φυσικά αλλά και- οικογένεια, συνοδοιπόρους. Μετά την ακρόαση λοιπόν και την πρώτη επαφή με τον Δημοσθένη και τους άλλους ηθοποιούς που απ’ότι φαινόταν μάλλον θα ήμασταν μαζί, είπα «θα είναι καλή δουλειά, ελπίζω να τους κάνω». Τα υπόλοιπα λίγο πολύ τα ξέρετε.

-Αναζητώντας τον Τσάρλι που «ντύνεσαι». Πόσο σε δυσκόλεψε να τον «βρεις» αλήθεια;

-Πάντα η δημιουργία του χαρακτήρα είναι μία επίπονη διαδικασία, καθώς από αυτά που έχει γράψει ο συγγραφέας εσύ πρέπει να συμπληρώσεις τα κενά και παράλληλα να είσαι μέσα στο πλαίσιο που σου δημιουργεί ο σκηνοθέτης. Γραμμένες λέξεις πρέπει να μετουσιωθούν σε ένα δρων πρόσωπο. Δεν ξέρω πως ακούγεται αλλά σίγουρα δεν είναι απλό, για οποιονδήποτε ρόλο.

-Πόσο γοητευτική και πόσο «ψυχοφθόρα» είναι η προσπάθεια να βρεις κάθε ρόλο σου;

-Είναι μία πορεία 100% γοητευτική. Βέβαια, όπως είπαμε και πιο πάνω έχει τις δυσκολίες της, όπως, όμως, και το καθετί. Το σώμα και το μυαλό κουράζονται και οφείλεις να τα κουράζεις σε αυτή τη δουλειά. Θυμάμαι όταν τελείωνα παράσταση του «Insenso» όπου μιλούσα ακατάπαυστα για 58 λεπτά ποστάροντας τη φωνή μου μέσα σε μια πολύ έντονη σωματικότητα, χρειαζόμουν κανένα δίωρο για να ηρεμήσω και 2 depon για να μπορέσω να κοιμηθώ. Και τώρα, δεν υπάρχει παράσταση που να μη προσπαθώ να βρω το ρυθμό της αναπνοής μου κατά τη διάρκειά της, και που να μην είμαι μούσκεμα στην υπόκλιση. Είσαι κουρασμένος, η ψυχή σου όμως είναι ανάλαφρη μετά. Για την ψυχή μας το κάνουμε άλλωστε, που είπε και ο Κουν.

-Διάβασα πως δεν έχεις τον μπαμπά σου… Αυτό από μόνο του έκανε πιο ιδιαίτερη την αναμέτρηση με τον ρόλο;Πως το ένιωσες;

-Δεν είχα. Στη χώρα του «τίνος είσαι εσύ» αντιμετωπίζω μονίμως ένα υπαρξιακό έρχομαι από το πουθενά και κάνω ό,τι μπορώ. Δεν πιστεύω στις «ρίζες», πιστεύω στο «τώρα». Έχω την τύχη να συνθέτω το “πατρικό πρότυπο” σύμφωνα με την κρίση μου. Ένα ανδρικό ποτ-πουρί (γέλια).Για το Ντα αφέθηκα τελείως στα χέρια του Δημοσθένη και στην αλληλεπίδραση με τον πατέρα Σαντά. Σίγουρα είναι κάπως παράξενο ξαφνικά, από το πουθενά, να νιώθεις ή να προσπαθείς να νιώσεις, την ασφυξία που μπορεί να σου προκαλέσει ένας πατέρας, αίσθηση απαραίτητη για να πυροδοτηθεί ο Τσάρλι. Έτσι όπως δουλέψαμε στις πρόβες, βάλαμε γερά θεμέλια στη συνθήκη και στις σχέσεις. Από εκεί και πέρα μπαίνεις στη συνθήκη και τα πράγματα συμβαίνουν, το ένα φέρνει το άλλο.

-Ο Κώστας Σαντάς «είναι» ο μπαμπάς σου αυτό το διάστημα. Είδα μια συγκίνηση στο βλέμμα σου βαθιά. Έχει σημασία κάθε φορά με ποιον παίζεις στη σκηνή; Νομίζω πως ναι

-Τη μεγαλύτερη σημασία. Ποιον έχεις απέναντί σου, τι φτιάχνετε. Εδώ σε επηρεάζει το κοινό που δε μιλάει, δε γίνεται να μη σε επηρεάζει ο συμπαίκτης σου. Είναι σαν μουσική. Σκέψου να παίζει μια μπάντα και ο καθένας να παίζει τα δικά του. Δεν γίνεται.

-Το Ντα συγκινεί βαθιά το κοινό. Θυμάμαι σε κάποιες σκηνές δυσκολευόμουν να σταματήσω τα δάκριά μου. Το αισθάνεσαι πως το κοινό σας παρακολουθεί με δάκρυα;

-Ο κόσμος αγκάλιασε την παράσταση από την πρώτη στιγμή και σε τέτοιο βαθμό που τόσους μήνες το θέατρο της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών είναι κάθε βράδυ γεμάτο. Επιπλέον, δεν πέφτει καρφίτσα. Αυτή τη μιάμιση ώρα συμβαίνει ένα μαγικό πάρε-δώσε μεταξύ σκηνής και πλατείας. Προσωπικά δεν το είχα ξαναζήσει, είναι από τα πιο δυνατά πράγματα που μπορεί να βιώσει ο ηθοποιός στη σκηνή.

-Το ΚΘΒΕ που διευθύνει με αποτελεσματικότητα ο Γιάννης Αναστασάκης παράγει σημαντικό έργο και δίνει χώρο και στο νέο αίμα του θεάτρου. Θεωρείς σημαντική την προσφορά του και την ανοιχτή αγκαλιά του στους νέους;

-Νομίζω θα συμφωνήσουν μαζί μου και οι εργαζόμενοι του θεάτρου και το κοινό της Θεσσαλονίκης, το ΚΘΒΕ διανύει τα τελευταία χρόνια μία από τις καλύτερες περιόδους του.

-Τι έπεται; Που θα σε δούμε μετά το Ντα;

-Ετοιμάζουμε μία ταινία μικρού μήκους με τον Σωτήρη Πετρίδη κι ένα team ικανών συνεργατών. Είναι σαν συνέχεια 2 άλλων ταινιών που κάναμε παλαιότερα, του «White Collar» και του «Νόμου 9023». Παραστάσεις από το χειμώνα πάλι.

-Υπάρχουν ρόλοι που ονειρεύεσαι; Ή έστω συγγραφείς που αγαπάς περισσότερο

-Φυσικά όταν διαβάζω ένα έργο σκέφτομαι ποιον ή ποιους ρόλους θα ήθελα να παίξω. Τον Χιού Λέοναρντ δεν τον ήξερα αλλά το Ντα το αγάπησα με το που το διάβασα. Από τους γνωστούς συγγραφείς –ξεχνώντας σίγουρα κάποιον- προτιμώ έργα του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Αριστοφάνη, του Πλαύτου, του Γκολντόνι, του Μολιέρου, του Πιραντέλλο, του Σαίξπηρ, του Βάλιε Ινγκλάν, του Μπέρναρ Σω, του Πίντερ, του Κάφκα, του Μάρτιν Μακντόνα, και από έλληνες σύγχρονους του Μποστ, του Στάικου και του Δημητριάδη.

-Τι σημαίνει για σένα το θέατρο αλήθεια;

-Τα περισσότερα στα έχω αναφέρει ήδη.Είναι ένα σημαντικό εργαλείο αυτογνωσίας και αυτοβελτίωσης. Είναι ένας τόπος συνάντησης, κι ένας χώρος όπου πολλά «μαγικά» μπορούν να συμβούν. Και για τον καλλιτέχνη του θεάτρου και για τον θεατή.Το Θέατρο-επάγγελμα είναι τρόπος ζωής και το Θέατρο-τέχνη-και-επιστήμη είναι τρόπος σκέψης και αντίληψης της ζωής.

-Θα…κατηφόριζες Αθήνα να «ψαχτείς» πέρα από τα στενά όρια της Θεσσαλονίκης;

-Γενικώς προσπαθώ να κινούμαι, εντός και εκτός Ελλάδος, κυρίως για workshops. Το αν θα μετακόμιζα Αθήνα είναι κάτι που το σκέφτομαι ακόμη.

-Τηλεόραση και σινεμά σε γοητεύουν;

-Ναι. Βέβαια όπως και στο θέατρο, το θέμα δεν είναι το μέσο καθεαυτό αλλά οι άνθρωποι. Οπότε δεν ψάχνομαι να κάνω «ΘΕΑΤΡΟ ΣΙΝΕΜΑ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ» όπως κυκλοφορεί στα σόσιαλ Μήδεια, αλλά με ποιους θα το κάνω.

-Τι αγαπάει ο Αναστάσης πέρα από την τέχνη του;

-Τα ειλικρινή χαμόγελα.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ