Παίζουν με τη φωτιά (που οι ίδιοι έχουν ανάψει)…

Η απόδοση του δικαίου είναι βασική προϋπόθεση για τη λειτουργία της δημοκρατίας.

Στην Ελλάδα ο αμοραλισμός και ο κυνισμός συγκυβερνούν ως ένας άλλος ιδιότυπος δικομματισμός σε ηθικό επίπεδο.

 

Τα δύο κόμματα, ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., είτε

ευθέως τα ίδια,

είτε μέσα απ’ τις μεταμορφώσεις τους, τους κλώνους και τις παραφυάδες τους,

κάνουν λες και δεν έτρεξε τίποτα.

Δεν λογοδοτούν για τίποτα.

 

Λες κι αν αντί του Γιωργάκη ηγεμονεύσει στο ΠΑΣΟΚ ο Μπενύτο, όλα τα ανομήματα αυτού του κόμματος και των στελεχών του, θα εξαγνισθούν μέσα σε μια κολυμβήθρα του Σιλωάμ (διαστάσεων ολυμπιακής πισίνας). Λες και η κυρία Κατσέλη ή ο κ. Καστανίδης είναι «χθεσινοί», λες και αίφνης χτυπώντας τους εκ νέου με το μαγικό ραβδάκι της η Κίρκη θα τους επαναμεταμορφώσει σε σοσιαλιστές,

 

λες και αρκεί να αγοράσει κανείς ένα συγχωροχάρτι απ’ την ανθυποτρόικα της Τρόικας (ήγουν το τρίο Ψυχάρη – Μπόμπολα – Αλαφούζου) για να εξαγορασθούν οι αμαρτίες του

 

και παρθένος εκ νέου ου μην και άμωμος να ζητήσει ξανά την ψήφο τους απ’ τους Ελληνες, σαν να μην τους εξαπάτησε, σαν να μην ξεφτίλισε, σαν να μην τους υποδούλωσε.

Ομως, ξεχνούν όλοι αυτοί οι πολιτικοί, χρόνια τώρα ιδρυματικοί, τρόφιμοι προγραμμάτων κι εν πολλαίς αμαρτίαις χορτασμένοι, ότι

 

το κοινό περί δικαίου αίσθημα είναι ακατανίκητο.

Επειδή απέτυχε η κάθαρση το 1989

νομίζουν αυτοί που έκτοτε κι ένεκεν αυτής της αποτυχίας ξεσάλωσαν, ότι θα μένουν εσαεί ατιμώρητοι. Διέπραξαν το ένα άγος μετά το άλλο και κατά συρροήν τα αίσχη, φορτώνοντας τον λαό χρέη, ληστεύοντας τον πλούτο της χώρας και υπονομεύοντας κάθε δυνατότητα και προοπτική της για το μέλλον. Και τώρα

οι ίδιοι άνθρωποι

             που τη σκότωσαν και στη συνέχεια την «έσωσαν» με έναν δεύτερον θάνατο

ζητούν πάλι, ανερυθρίαστοι, σαν να μην τρέχει

τίποτα, να τη σώσουν και τρίτη φορά με έναν τρίτο θάνατο.

 

Θανατηφόροι και πεισιθανάτιοι, ο μόνος τρόπος να κρατηθούν ζωντανοί είναι η ψήφος μας και τη ζητούν εκ νέου σαν ζόμπι.

 

το ίδιο άψυχοι, το ίδιο βραδείς, το ίδιο ανίκανοι παρά μόνον για να καταστρέφουν ό,τι πιάνουν στα χέρια και το στόμα τους – να μιαίνουν, να μαγαρίζουν.

Λέγοντας τα ίδια ψέματα, όπως τώρα για το PSI, όλος αυτός ο «χορός των καταραμένων» από τον Μπενύτο ως τον δοτό Παπαδήμο,

πανηγυρίζοντας με τον ίδιον τρόπο, όπως όταν παρέδωσαν την Ελλάδα στην Τρόικα, πανηγυρίζοντας

 

λες κι είναι κατορθώματα οι ντροπές. Τα εγκλήματα.

Ο λαός όμως έρχεται από πολύ μακριά, από την εποχή που οι πέτρες έγιναν πρόσωπα κι άρχισαν να κτίζουν πόλεις και πολιτισμό. Μέσα στην ψυχή του λαού ποτέ δεν πιάνουν τόπο οι άδικοι νόμοι, κάτι μέσα στην ψυχή όλων μας, όπως μέσα στην ψυχή της Αντιγόνης

 

μας κάνει να ξεχωρίζουμε πάντα (ακόμα κι όταν δεν το ομολογούμε στον εαυτόν μας) το δίκαιο απ’ το άδικο, τον δίκαιο νόμο απ’ τον άδικο νόμο.

 

Ισως εν τέλει αυτό να είναι η Νέμεσις που επέρχεται, γρήγορα ή αργά, όταν διαπράττεται η Υβρις: η ικανότης όλων μας να αντιλαμβανόμαστε σε προσωπικό επίπεδο τη διαφορά του δίκαιου από το άδικο, αυτό που εν τέλει μεγεθυμένο σε συλλογικό επίπεδο συνιστά το κοινό περί δικαίου αίσθημα.

Μπορεί απέναντι σ’ αυτό το αίσθημα να στέκονται καχύποπτες (αλλά και φοβισμένες) οι ελίτ, μπορεί ακόμα και ο ίδιος ο νομοθέτης να επιφυλάσσεται για τυχόν παρενέργειες εκτός της συντεταγμένης νομοθεσίας, αλλά στην πραγματικότητα γνωρίζει και ο ίδιος ότι

αυτό το αίσθημα δικαίου του καθενός καθώς και αυτό το κοινό αίσθημα δικαίου όλων, είναι που εξανθρωπίζει τα πράγματα (μάλιστα τα res publica, τα πράγματα της πολιτείας). Dura lex, sed lex λέει ο Κρέων, σκληρός νόμος αλλά νόμος. «Νόμος, αλλά όχι δίκαιος νόμος» αντιλέγει η ��ντιγόνη.

Και ο Κρέων δεν είναι απατεών.

Ηγεμών ήταν, που, μάλιστα, ήθελε να πάει με τον σταυρό (τον νόμο) στο χέρι.

Πόσω μάλλον

αν ήταν πολιτικός απατεών και μας την έστηνε ως άλλος Σημίτης με τα SWAPS, ως άλλος Γιωργάκης με το Δ.Ν.Τ., ως άλλος Βενιζέλος με το PSI.

Πιστεύουν όσοι τα έχουν διαπράξει όλα αυτά, ότι αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη, θα μπορέσει η Ελλάδα να κάνει έστω ένα βήμα μπροστά; Και πιστεύουμε εμείς, οι πολίτες, ότι αν δεν επέλθει διά της ψήφου μας η πολιτική (εν πρώτοις) κάθαρση, θα

 

ξανασηκώσει ποτέ κεφάλι η χώρα;

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ