ΕΕ: Τα “φέσια” κοστίζουν 16 δισ. στην ελληνική οικονομία

ΕΕ: Τα “φέσια” κοστίζουν 16 δισ. στην ελληνική οικονομία

Δεκαέξι δισεκατομμύρια ευρώ, κάτι λιγότερο από το 9% του εκτιμώμενου για το 2014 ΑΕΠ, υπολογίζεται ότι είναι οι απώλειες στην ελληνική οικονομία από την καθυστέρηση των πληρωμών του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις, καθώς και των επιχειρήσεων στις συναλλαγές μεταξύ τους, σύμφωνα με την Καθημερινή.

Με δεδομένη την έλλειψη εναλλακτικής πηγής ρευστότητας, καθώς το τραπεζικό σύστημα παραμένει εξαιρετικά φειδωλό, η «μαύρη τρύπα» που δημιουργείται από τις καθυστερήσεις πληρωμών καταπίνει επιχειρήσεις που πτωχεύουν και φυσικά θέσεις εργασίας. Σύμφωνα με τη φετινή έρευνα του Intrum Justitia που καταρτίζει τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Πληρωμών (EPI- European Payment Index) το 54% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα απολύει εργαζόμενους για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες από την καθυστέρηση πληρωμών, ενώ ένα 68% δηλώνει ότι δεν θα προσλάβει προσωπικό ακριβώς για τον ίδιο λόγο.

Ευρωπαϊκό φαινόμενο

Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά πανευρωπαϊκό. Όπως ανέφερε χθες ο κ. Αντι Πελτομάκι, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Επιχειρήσεων και Βιομηχανίας της Ε.Ε. σε ενημερωτικό σεμινάριο που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα για την καθυστέρηση πληρωμών, το 2013 υπολογίζεται ότι χάθηκαν από την ευρωπαϊκή οικονομία 360 δισεκατομμύρια ευρώ.

Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα το 2011 θεσπίστηκε η κοινοτική οδηγία 2011/7/ΕΕ η οποία στην ελληνική νομοθεσία μεταφέρθηκε με τον νόμο 4152/2013. Ωστόσο, αρχικά δεν είχε περιληφθεί η δυνατότητα είσπραξης μη αμφισβητούμενων απαιτήσεων μέσω μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης που θα ασκήσει ιδιώτης σε βάρος του Δημοσίου, αλλά η δυνατότητα αυτή περιοριζόταν μόνο για τις περιπτώσεις διεκδίκησης οφειλών μεταξύ ιδιωτών. Η σχετική διόρθωση έχει γίνει, σύμφωνα με την ελληνική κυβέρνηση με τον νόμο 4254/2014, διατυπώνονται όμως ακόμη ενστάσεις από την πλευρά της Κομισιόν.

Οικονομική κρίση

Η οικονομική κρίση επιδείνωσε το φαινόμενο, ειδικά σε ό,τι αφορά την αποπληρωμή των οφειλών του Δημοσίου προς τους προμηθευτές του που με συντηρητικούς υπολογισμούς έφτασε κατά μέσο όρο στις 174 ημέρες (αποτελεί το ρεκόρ της περιόδου 2008-2014), ενώ το 2014 διαμορφώνεται στις 155 ημέρες. Η καθυστέρηση στην πραγματικότητα είναι 105 ημέρες, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η κ. Ιντάιρα Αλφόνσο, νομικός σύμβουλος στη Γενική Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Βιομηχανίας της Κομισιόν, οι συμβάσεις μεταξύ προμηθευτών και Δημοσίου προβλέπουν κατά μέσο όρο αποπληρωμή 50 ημέρες μετά την έκδοση του τιμολογίου, η οποία τελικά πραγματοποιείται 105 ημέρες μετά.

Πάντως, ο κ. Ευ. Βεκρής, προϊστάμενος της Διεύθυνσης Συντονισμού και Ελέγχου Εφαρμογής Δημοσιολογιστικών Διατάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους αμφισβήτησε τα παραπάνω στοιχεία, υποστηρίζοντας ότι στο διάστημα 1/1 έως 31/5/2014 ο μέσος όρος πληρωμών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες είναι 45 ημέρες. Αναφορά που προκάλεσε αρκετά γέλια και σχόλια στο ακροατήριο, το οποίο απαρτιζόταν κυρίως από προμηθευτές, κατά βάση του κλάδου υγείας.

Πτωτική τάση

Σε ό,τι αφορά τη διαχρονική εξέλιξη του φαινομένου των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων, τα στοιχεία -επίσης με συντηρητικούς υπολογισμούς, όπως τόνισε η κ. Αλφόνσο- δείχνουν σημαντική μείωση από το 2011 κι έπειτα, παραμένοντας βεβαίως ακόμη σε υψηλά επίπεδα. Το 2014 ο μέσος όρος πληρωμών είναι 76 ημέρες από 110 το 2011, ενώ το 2009 ήταν στις 120 ημέρες. Η πτωτική τάση οφείλεται κατά κύριο λόγο στο ότι οι επιχειρήσεις επιβάλλουν πλέον πολύ πιο αυστηρούς όρους στις συναλλαγές μεταξύ τους, προκειμένου να περιορίσουν την έκθεσή τους σε πιστωτικό κίνδυνο.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕPI 2014 η Ελλάδα καταλαμβάνει στην Ευρωπαϊκή Ενωση τη 2η χειρότερη θέση μετά την Ιταλία σε ό,τι αφορά την αποπληρωμή των οφειλών στις εμπορικές συναλλαγές τόσο μεταξύ επιχειρήσεων όσο και μεταξύ ιδιωτών και Δημοσίου. Η οικονομική κρίση συνολικά φαίνεται να έχει επηρεάσει τις πληρωμές στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, καθώς μετά την Ελλάδα ακολουθούν η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Κύπρος.

Αντιθέτως, η μεγαλύτερη συνέπεια στις πληρωμές παρατηρείται στη Φινλανδία, όπου οι πληρωμές γίνονται σε διάστημα λιγότερο του ενός μηνός, στην Εσθονία και τη Σουηδία.

Κοινοτική οδηγία

Σύμφωνα με την οδηγία στους οφειλέτες επιβάλλεται η καταβολή τόκων υπερημερίας εάν η πληρωμή υπερβεί τις 30 ημέρες από την έκδοση του τιμολογίου στην περίπτωση συναλλαγών μεταξύ ιδιώτη και Δημοσίου. Ο τόκος υπερημερίας στην Ελλάδα ανέρχεται μέχρι τις 30 Ιουνίου 2014 σε 8,25% (πρόσθετο επιτόκιο 8% + 0,25% επιτόκιο αναφοράς Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που ισχύει την 1/1/2014). Για το δεύτερο εξάμηνο του 2014 ο τόκος υπερημερίας θα καθορισθεί με βάση το επιτόκιο 8% και το επιτόκιο αναφοράς Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που θα ισχύει στις 1/7/2014. Στην περίπτωση συναλλαγών μεταξύ ιδιωτών, η προθεσμία για την πληρωμή που καθορίζεται στη σύμβαση δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 60 ημερολογιακές ημέρες, εκτός αν υπάρχει ρητή αντίθετη συμφωνία και υπό τον όρο ότι η συμφωνία αυτή δεν είναι κατάφωρα καταχρηστική για τον πιστωτή. Εάν δεν καθορίζεται προθεσμία πληρωμής, τότε καταβάλλονται αυτομάτως τόκοι υπερημερίας μετά την πάροδο 30 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή του τιμολογίου.

 

Πηγή: Καθημερινή

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ